17 Ιούλ 2025
READING

Κυβερνοσφάλεια, AI και έλλειψη ταλέντων : οι προκλήσεις που καλούνται να λύσουν οι CIOs

5 MIN READ

Κυβερνοσφάλεια, AI και έλλειψη ταλέντων : οι προκλήσεις που καλούνται να λύσουν οι CIOs

Κυβερνοσφάλεια, AI και έλλειψη ταλέντων : οι προκλήσεις που καλούνται να λύσουν οι CIOs

Στην εποχή που οι κυβερνοαπειλές εξελίσσονται συνεχώς και οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο τεχνολογικό τοπίο, οι Διευθυντές Πληροφορικής (CIOs) καλούνται να αναλάβουν έναν ιδιαίτερα σύνθετο και κρίσιμο ρόλο.

Σύμφωνα με την έκθεση της Experis, που εστιάζει στις προκλήσεις του IT μέχρι το 2025, η κυβερνοασφάλεια αναδεικνύεται ως η κορυφαία ανησυχία για το 41% των CIOs παγκοσμίως. Οι επιθέσεις που γίνονται ολοένα πιο εξελιγμένες, στοχεύοντας τόσο κρίσιμες υποδομές όσο και ευαίσθητα δεδομένα, προκαλούν συνεχή ανησυχία στους τεχνολογικούς ηγέτες. Για τον λόγο αυτό, οργανισμοί κι επιχειρήσεις έχουν αποφασίσει να ενισχύσουν σημαντικά τους προϋπολογισμούς τους για την προστασία των πληροφοριακών τους συστημάτων, με το 77% να σχεδιάζει αυξημένες επενδύσεις το επόμενο διάστημα.

Παράλληλα, η επέκταση των υποδομών στο cloud αποτελεί δεύτερη στρατηγική προτεραιότητα, με το 68% να προχωρά σε αντίστοιχες κινήσεις, ενώ η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης ακολουθεί με ποσοστό 67%. Αυτό το τρίπτυχο ασφάλεια – cloud – AI αντανακλά τη νέα πραγματικότητα των επιχειρήσεων, όπου οι CIOs δεν μπορούν πια να επικεντρώνονται μόνο στην αμυντική διάσταση της τεχνολογίας, αλλά πρέπει να βρίσκουν τρόπους ώστε οι τεχνολογικές υποδομές να λειτουργούν ταυτόχρονα ως μοχλός ανάπτυξης και καινοτομίας.

Στο πλαίσιο αυτό, οι σημερινοί τεχνολογικοί ηγέτες βρίσκονται αντιμέτωποι με μια δύσκολη ισορροπία. Από τη μία πλευρά, πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι υποδομές της εταιρείας είναι επαρκώς θωρακισμένες απέναντι σε ένα διαρκώς εντεινόμενο φάσμα κυβερνοαπειλών. Από την άλλη, είναι επιτακτική ανάγκη να διασφαλίσουν ότι η επιχείρηση δεν μένει πίσω στον ψηφιακό μετασχηματισμό. Αυτή η διπλή αποστολή απαιτεί νέες δεξιότητες, στρατηγικές συνεργασίες και κυρίως, ένα mindset που βλέπει την κυβερνοασφάλεια όχι ως τροχοπέδη στην πρόοδο, αλλά ως απαραίτητο θεμέλιο πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί η ψηφιακή εξέλιξη της εταιρείας.

Οι CIOs που ξεχωρίζουν είναι εκείνοι που καταφέρνουν να ενσωματώνουν την ανθεκτικότητα στον πυρήνα των τεχνολογικών υποδομών, προσεγγίζοντας την ασφάλεια όχι αποσπασματικά αλλά ολιστικά, και χρησιμοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες, όπως την τεχνητή νοημοσύνη, το cloud και την αυτοματοποίηση, ως εργαλεία για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και την ευελιξία της επιχείρησης.

Ωστόσο, το τεχνολογικό οικοσύστημα αντιμετωπίζει ακόμη ένα σημαντικό πρόβλημα και αφορά τη δυσκολία εντοπισμού και πρόσληψης εξειδικευμένων ταλέντων. Το 76% των εταιρειών δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να βρουν ανθρώπους με τις κατάλληλες τεχνικές γνώσεις, κάτι που επιβραδύνει τις στρατηγικές πρωτοβουλίες και περιορίζει τις δυνατότητες υλοποίησης καινοτόμων έργων. Ειδικά σε κρίσιμους τομείς, όπως η ασφάλεια και η τεχνητή νοημοσύνη, η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού καθιστά επιτακτική την ανάγκη οι εταιρείες να στραφούν σε εσωτερικές λύσεις.

Πολλοί CIOs επιλέγουν να επενδύσουν στην εκπαίδευση του υφιστάμενου προσωπικού τους, με το 52% να ενσωματώνει δεξιότητες τεχνητής νοημοσύνης σε υπάρχοντες ρόλους, αντί να δημιουργεί εξ αρχής νέες θέσεις. Αυτή η προσέγγιση δεν είναι απλώς θέμα κόστους, αλλά και τρόπος να διασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι προσαρμόζονται στις νέες απαιτήσεις και παραμένουν χρήσιμοι σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο ψηφιακό κόσμο.

Όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη, αν και η αγορά δείχνει ενθουσιασμό για τις δυνατότητές της, οι CIOs προσεγγίζουν το θέμα με επιφύλαξη και ρεαλισμό. Πολλοί αναγνωρίζουν ότι η AI βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο εφαρμογών και ότι απαιτείται περαιτέρω ωρίμανση και επενδύσεις. Μόλις το 37% των CIOs τη θεωρεί σήμερα άκρως χρήσιμη για συγκεκριμένες επιχειρησιακές χρήσεις, ενώ ένα επίσης σημαντικό ποσοστό, 33%, εκφράζει αβεβαιότητα για τον πραγματικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει στην απόδοση και το επιχειρηματικό αποτέλεσμα. Παρά αυτή τη συγκρατημένη στάση, η πλειονότητα των εταιρειών είτε διερευνά ενεργά τις δυνατότητες της AI είτε ήδη τη χρησιμοποιεί σε κάποιο βαθμό, κατανοώντας ότι η τεχνολογία αυτή αποτελεί το επόμενο βήμα εξέλιξης, αλλά πρέπει να προσεγγιστεί με υπευθυνότητα και προσοχή.

Η μελέτη προσδιορίζει πέντε επίπεδα οργανωτικής ωριμότητας. Οι πιο ώριμοι οργανισμοί («Front Runners») ξεχωρίζουν για τη στενή σύνδεση της τεχνολογικής στρατηγικής με τους επιχειρηματικούς στόχους, δίνοντας έμφαση στις πελατοκεντρικές λύσεις. Αντίθετα, οι λιγότερο ώριμοι οργανισμοί («Snoozers») εμφανίζονται επιφυλακτικοί απέναντι στην υιοθέτηση της AI και αναφέρουν ως βασικό εμπόδιο την εσωτερική αντίσταση στην αλλαγή, γεγονός που περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητές τους να καινοτομήσουν και να εξελιχθούν.

Οι σχέσεις εντός της διοικητικής ομάδας παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιτυχία των πρωτοβουλιών IT. Η συνεργασία του CIO με τον Chief Operating Officer (COO) αναδεικνύεται ως η πιο κρίσιμη σχέση εντός του C-suite, καθώς οι λειτουργικές ανάγκες των εταιρειών απαιτούν στενό συντονισμό με την τεχνολογία. Ωστόσο, παραμένει ανησυχητικό ότι το 56% των CIOs θεωρεί πως η υπόλοιπη ανώτατη διοίκηση δεν κατανοεί πλήρως το εύρος και τη σημασία του ρόλου τους, γεγονός που δυσκολεύει τη λήψη σωστών αποφάσεων και την εξασφάλιση των απαραίτητων πόρων.

Τέλος, η έρευνα υπογραμμίζει ότι δεν υπάρχει μια καθολική στρατηγική επιτυχίας. Οι διαφορετικές αγορές και γεωγραφικές περιοχές παρουσιάζουν μοναδικές προκλήσεις και προτεραιότητες. Για παράδειγμα, στην Ολλανδία, οι CIOs επικεντρώνονται στη βιωσιμότητα και τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, αξιοποιώντας την τεχνολογία για να επιτύχουν αυτούς τους στόχους, ενώ διατηρούν υψηλά στάνταρ ασφαλείας. Στην Ιταλία, οι CIOs είναι πιο ενθουσιώδεις απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη, ενώ παράλληλα επενδύουν σημαντικά στην κυβερνοασφάλεια.

Αντίθετα, στη Γαλλία, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η δυσκολία εξασφάλισης χρηματοδότησης για τις τεχνολογικές πρωτοβουλίες, με το 38% να αναφέρει αυτό το θέμα ως τη μεγαλύτερη πρόκληση, πολύ πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο του 25%. Αυτό αποδεικνύει ότι κάθε αγορά χρειάζεται προσαρμοσμένες στρατηγικές και δεν μπορεί να ακολουθεί ένα γενικευμένο μοντέλο.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.