Στην Ευρώπη των πόλεων που καυχούνται για την ποιότητα ζωής τους, στη δημόσια σφαίρα, στην πρόσβαση, στην ιδέα πως ο κάτοικος είναι πάνω από το τουριστικό καρτ ποστάλ…
… η Αθήνα θυμίζει παλιά σταρ, που λάμπει στις φωτογραφίες και χλωμιάζει κοιτάζοντας στο καθρέφτη της. Το διεθνές βλέμμα τη θαυμάζει για το φως, τα μουσεία, τη σκηνή της, το φαγητό, τις νέες άφιξεις, τους δημιουργούς της, μα Αθηναίος της, ζει καλεύμενος να λύσει ένα μικρό οικονομοπολιτισμικό Sudoku. Πώς γίνεται μια πόλη, φημισμένη για τη μεσογειακή εμπειρία και τη διαφορετικότητα της, να χρειάζεται 113 % του μισθού για να πληρώσει τον μήνα της! Μα το εκφραστικό και εξωστρεφές lifestyle δεν πληρώνει τον λογαριασμό! Δεν μιλάμε για Λονδίνο ούτε για Ζυρίχη. Η Αθήνα δεν είναι η πιο ακριβή πόλη της Ευρώπης. Είναι όμως από τις λιγότερο προσιτές! Εκεί που άλλες πρωτεύουσες προσφέρουν υψηλό κόστος σε αντάλλαγμα για υψηλή απόδοση, η Αθήνα παίζει σε ένα δυσάρεστο ενδιάμεσο σημείο, όχι τόσο ακριβή για να δικαιολογεί υψηλούς μισθούς, αλλά ούτε και τόσο φθηνή, ώστε ο μέσος μισθός να φτάνει με άνεση. Και έτσι, όσοι αμείβονται εδώ ζουν συχνά κάτω από το νεοαστικό ιδεώδες που η ίδια η πόλη εξάγει ως εικόνα!
Η Αθήνα, με μέσο καθαρό εισόδημα κοντά στα 1.017 ευρώ και μηνιαίο κόστος ζωής περίπου 1.149 ευρώ για έναν άνθρωπο που ζει μόνος, αγγίζει αυτό το 113 % της δυσανάλογης πραγματικότητας. Η προσιτότητα, που είναι πολύ συζητημένη, αλλά στην Ελλάδα παρεξηγημένη έννοια, δεν αφορά μόνο τιμές και μισθούς, αλλά την αναλογία τους. Την απλή, έως και μπακαλίστικου υπολογισμού, πράξη πόσα βγάζουμε και πόσα χρειαζόμαστε για να ζήσουμε με στοιχειώδη άνεση. Οι οικονομολόγοι εδώ μιλούν όχι για ευημερία, αλλά για access to life. Όχι για «φθηνότητα» αλλά για δικαίωμα συμμετοχής στο αστικό σύνολο. Γιατί προσιτότητα σημαίνει κάτι πολύ περισσότερο από νοίκι και λογαριασμούς. Σημαίνει ικανότητα να ζεις, να κινείσαι, να τρως έξω πότε-πότε, να μορφώνεσαι, να απολαμβάνεις το πολιτιστικό κύκλωμα της πόλης που σε περιβάλλει, να μην υπολογίζεις το μετρό σαν να ήταν εισιτήριο πολυτέλειας και την έξοδο σαν τρέλα. Σημαίνει να μην φοβάσαι την 1η του μήνα όπως φοβάται άλλος την εφορία.Και μπορεί η Αθήνα να βουλιάζει από τουρίστες, είτε για την ίδια τη πόλη, είτε ως περαστικούς μα στον Έλληνα εργαζόμενο οι απλές μαθηματικές πράξεις, δεν βγαίνουν. Γιατί η προσιτότητα δεν είναι αφηρημένη έννοια αλλά δείκτης κοινωνικής υγείας. Όταν ο μισθός δεν επαρκεί, δεν χάνεται μόνο η οικονομική άνεση, αλλά και η πίστη πως αυτή η πόλη ανήκει σε όλους της κατοίκους και όχι μόνο σε όσους την φωτογραφίζουν, επενδύουν σ αυτή ή επισκέπτονται τα καλύτερα της μερη.
Στην κατάταξη των ευρωπαϊκών πρωτευουσών, η Αθήνα βρίσκεται στο top 3 της μη προσιτότητας και όχι επειδή έχασε τον βηματισμό το δικό της, αλλά γιατί δεν πρόλαβε τον ρυθμό των άλλων, μάλλον. Η Αθήνα, λοιπόν, στέκει εκεί, στην κορυφή της μη προσιτότητας, έχοντας πιο πάνω από εκείνη, μόνο Βαρσοβία και Τίρανα, που ξεπερνούν το 127 % του μηνιαίου εισοδήματος για να ζήσει κάποιος στοιχειωδώς. Κάτω της όμως, πρωτεύουσες που κάποτε μνημονεύονταν ως δύσκολες, αποδεικνύονται στην πράξη πιο λειτουργικές στο πορτοφόλι του κατοίκου τους, όπως η Πράγα ή η Ρώμη που μπορεί να σε πιέσουν σε άλλα επίπεδα αλλά δεν ζητούν να παραδοθεί ο μισός μισθός, πριν αρχίσει ο μήνας. Και πιο χαμηλά ακόμη, σαν υπόμνηση ότι ο κόσμος δεν είναι οργανωμένος γύρω από την ελληνική γραφειοκρατία και τον μικρό-μισθό, εμφανίζονται οι πόλεις των υψηλών απολαβών και του πολιτειακού ορθολογισμού, η Βέρνη, το Λουξεμβούργο, οι Βρυξέλλες, το Ελσίνκι, εκεί όπου οι κάτοικοι ξοδεύουν περίπου το 40 % του μισθού τους και κρατούν τον υπόλοιπο για ζωή και όχι για λογαριασμούς.
Στην Ευρώπη των πολιτών, η πόλη δεν είναι προϊόν αλλά δικαίωμα και η προσιτότητα ορίζεται ως όρος συμμετοχής, όχι ως κοινωνικό επίδομα, αλλά ως θεμέλιο πολιτισμού. Όποιος μπορεί να ζήσει, μπορεί και να συνεισφέρει, να δημιουργήσει, να σχεδιάσει, να εξελιχθεί, να χαρεί και να είναι μέρος ενός συνόλου, ευτυχή σαν τον ίδιο. Χωρίς να είμαστε και σαν τον στίχο του αιωνίως αγαπημένου τραγουδιού «κανείς εδώ δεν τραγουδά, κανένας δε χορεύει, ακούνε μόνο την πενιά και ο νους τους ταξιδεύει», θεωρούμε κανονικότητα το ότι ταλέντο συχνά εκπαιδεύεται για να φύγει και το δικαίωμα στη ζωή στην πόλη μοιάζει λίγο σαν να περνά από τελωνείο! Και όλα αυτά που είμαστε περήφανοι για την Αθήνα, όπως ιστορία, κλίμα, πολιτιστική κινητικότητα, σύγχρονη δημιουργικότητα, νέα ξενοδοχεία, νέα εστιατόρια, διεθνή βλέμματα, αφίξεις από κάθε ήπειρο, μια ζωή που θέλει να είναι cosmopolitan version 2.0, συντρίβονται απ την δραματική προσπάθεια επιβίωσης στην πόλη αυτή. Το ηλεκτρικό σοκ όταν έρχεται ο λογαριασμός, τα ακίνητα που ανεβαίνουν συνεχώς χωρίς να κοιτούν τον μισθό, η τροφή που θυμίζει ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με τον μισθό που θυμίζει εποχή προ streaming και η αίσθηση πως για να ζήσεις όπως πλασάρει η ίδια η πόλη πρέπει να έχεις εισόδημα που δεν προέρχεται από αυτήν!
Η ήσυχη κρίση της αθηναϊκής μεσαίας τάξης δεν ουρλιάζει, δεν καταρρέει θεαματικά, δεν χτυπάει κατσαρόλες μόνο, εισπνέει λίγο πιο βαθιά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ και σφίγγει λίγο το βλέμμα στο e-banking, τρέχοντας λαχανιασμένα, πίσω από τον δικό της μισθό.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.