Η εποχή μοιάζει να μας κοιτάζει όχι απλά εξαντλημένη, αλλά εξουθενωμένη…
… Και δεν είναι μόνο οι οθόνες που δεν σβήνουν ποτέ, ούτε τα deadlines που επιμηκύνουν τις μέρες και κονταίνουν τα όνειρα. Είναι μια συλλογική κόπωση, μια αόρατη απώλεια οξυγόνου στον κοινωνικό αέρα που αναπνέουμε. Δεν πρόκειται για ιατρικό σύμπτωμα, αλλά για μια υπαρξιακή παθολογία που βαφτίστηκε με ποιητικά ονόματα. Κοινωνική άπνοια, συναισθηματικό burnout, ψηφιακή κόπωση, anxiety πληροφορίας, εξάντληση εικόνας εαυτού. Δεν βρίσκονται στα ιατρικά εγχειρίδια, αλλά στα πρόσωπα γύρω μας, στα timelines, στις συζητήσεις που διακόπτονται από ειδοποιήσεις.
Η κοινωνική άπνοια της εξωστρέφειας
Ο άνθρωπος του 21ου αιώνα είναι κοινωνικό ον εξ αποστάσεως. Οι ζωές διαδραματίζονται ανάμεσα σε chats, meetings, reels και εκδηλώσεις που δεν τελειώνουν ποτέ. Η κοινωνικότητα έγινε υποχρέωση. Όποιος αποσύρεται, χαρακτηρίζεται δύσκολος, αντικοινωνικός, introvert και σχεδόν ύποπτος. Έτσι γεννήθηκε η κοινωνική άπνοια, ή εκείνη η στιγμή που δεν αντέχεις άλλη επαφή, άλλο χαμόγελο, άλλη καλή πρόθεση. Όχι γιατί μισείς τους ανθρώπους, αλλά γιατί εξαντλείσαι από την ανάγκη να είσαι συνεχώς διαθέσιμος. Είναι η σιωπηλή πανδημία των καλοπροαίρετων, των επικοινωνιακών, των πάντα παρόντων. Η ψυχολόγος της εποχής δεν θα γράφει φαρμακευτικές συνταγές, αλλά προτείνει digital detox, social pause, self-care weekends. Όροι που ακούγονται σαν μανιφέστο wellness, αλλά είναι στην ουσία το σύμπτωμα μιας κουλτούρας που δεν γνωρίζει πια πώς να αναπαύεται. Στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο, στο Βερολίνο, αλλά και στην Αθήνα, τα μπράντσις έγιναν group therapy και οι καφέδες με φίλους άλλη μια μορφή υποχρέωσης. Οι άνθρωποι πνίγονται όχι από μοναξιά, αλλά από την υπερσυνδεσιμότητα.
Το συναισθηματικό burnout των σχέσεων
Το burnout δεν είναι πια προνόμιο των εργαζομένων στα στα μεγάλα γραφεία. Είναι στάση ζωής. Εξαντλημένοι από τη διαρκή διαθεσιμότητα, οι άνθρωποι ξεμένουν από συναισθηματικά καύσιμα. Οι σχέσεις απαιτούν επικοινωνία, κατανόηση, υπομονή, αλλά ο ψυχικός μας προϋπολογισμός είναι, ήδη, ελλειμματικός. Η κόπωση δεν είναι πάντα θεαματική. Είναι μικρή, υπόγεια, με σταθερή διαρροή ενέργειας. Εκείνος ο φίλος που δεν απαντά στα μηνύματα, το ζευγάρι που σωπαίνει, ο συνάδελφος που παγώνει στο βλέμμα. Δεν βαριούνται. Καίγονται. Συναισθηματικά. Όπως έχει γράψει πολλές φορες το Harvard Business Review, η εξουθένωση δεν αφορά μόνο τη δουλειά, αλλά τη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του μέσα σε αυτή. Η εξουθένωση αυτή έχει ταξικό και πολιτισμικό πρόσημο. Στις μητροπόλεις του κόσμου, οι νέοι επαγγελματίες μιλούν για empathy exhaustion, ή εξουθένωση συναισθήματος. Κουράζονται να συμπονούν, σα να λέμε. Νιώθουνε εξάντληση να απαντούν με κατανόηση, να ακούν χωρίς ενέργεια, να φροντίζουν χωρίς ρεζέρβα ψυχής. Είναι ο σύγχρονος πολιτισμός του φιλτραρισμένου συναισθήματος, όπου η ευγένεια έγινε performance και η ειλικρίνεια ρίσκο.
Η ψηφιακή κόπωση και η υπερδιέγερση της πληροφορίας
Ο άνθρωπος της οθόνης ξυπνά και κοιμάται με φως μπλε. Διαβάζει, σχολιάζει, ενημερώνεται, θυμώνει, συγκινείται, σε έναν ατέρμονο κύκλο ειδοποιήσεων. Κάποτε μιλούσαμε για υπερπληροφόρηση. Τώρα μιλάμε για information anxiety ή αλλιώς άγχος γνώσης. Το άγχος να προλάβεις τα πάντα, να ξέρεις τα πάντα, να μη μείνεις πίσω. Σύμφωνα με μελέτες του ΜΙΤ, η συνεχής έκθεση σε πολλαπλά ψηφιακά ερεθίσματα μειώνει τη μνήμη εργασίας και αυξάνει την κόπωση του εγκεφάλου. Όμως η κουλτούρα της πληροφορίας δεν επιτρέπει παύσεις. Κάθε σκέψη είναι περιεχόμενο. Κάθε στιγμή, story. Το TikTok είναι η νέα τηλεόραση. Έχει γίνει τελετουργία ύπνου του σύγχρονου ανθρώπου, το doomscrolling ή doomsurfing, η συνήθεια δηλαδή, σκρολαρίσματος ασταμάτητα σε αρνητικές ειδήσεις, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, πανδημιών, πολέμων ή κοινωνικής έντασης. Ο όρος προέρχεται από το doom που θα πει καταστροφή ή ζοφερό μέλλον και scrolling, που είναι, ως γνωστόν, η κύλιση της οθόνης. Και είναι αυτό το νυχτερινό, σχεδόν εθιστικό ξεφύλλισμα ειδήσεων, tweets ή videos, που τροφοδοτεί άγχος, φόβο και υπερδιέγερση. Και κάπου ανάμεσα σε ειδήσεις, reels και notifications, το μυαλό δεν ξεκουράζεται ποτέ, γιατί δεν υπάρχει πλέον σιωπή, ούτε εσωτερική, ούτε εξωτερική.
Self-image exhaustion ή η εξάντληση της εικόνας εαυτού
Το να δείχνεις καλά έγινε υποχρέωση. Το να είσαι καλά, προαιρετικό. Η εξάντληση της εικόνας εαυτού, αυτό το self-image exhaustion, γεννήθηκε μέσα στις πλατφόρμες που υπόσχονταν ελευθερία έκφρασης. Αντί να απελευθερώσουν, επέβαλαν ένα νέο καθήκον: να είσαι συνεχώς θελκτικός, επιτυχημένος, “ισορροπημένος”. Η αυθεντικότητα έγινε φίλτρο, η θλίψη ανεβάζει engagement μόνο όταν φωτογραφίζεται όμορφα. Οι ειδικοί στα media μιλούν πια για content fatigue, που σημαίνει κυριολεκτικά «κόπωση περιεχομένου», αλλά δεν εννοεί τη κούραση από το περιεχόμενο αλλά την ψυχαναγκαστική και δημιουργική εξάντληση από τη συνεχή ανάγκη να παράγει ο σύγχρονος άνθρωπος ή να καταναλώνει περιεχόμενο, να τροφοδοτεί διαρκώς τα social media, το κοινό, τον αλγόριθμο, τον εαυτό του. Ο άνθρωπος του Instagram, του LinkedIn, του TikTok, ζει σε διαρκή δημόσια θέαση. Δεν είναι απλώς εργαζόμενος, γονιός, φίλος. Είναι και περσόνα. Και η περσόνα χρειάζεται συντήρηση. Φωτογραφίες, λεζάντες, επιτυχίες, ισορροπίες. Κάθε μέρα, μια μικρή θεατρική παράσταση του “όλα καλά”.
Το σύνδρομο της μηδενικής ενέργειας
Υπάρχει μια νέα ψυχική κατάσταση που δεν ορίζεται με λέξεις, αλλά αναγνωρίζεται στα βλέμματα. Δεν είναι κατάθλιψη, ούτε απελπισία. Είναι απλώς τίποτα. Μια αίσθηση μηδενικής ενέργειας. Να μην έχεις δύναμη ούτε να χαρείς ούτε να στενοχωρηθείς. Η ψυχή σαν άδειο δοχείο, το σώμα σε αναμονή, το μυαλό σε low battery mode, σε λειτουργία εξοικονόμησης ενέργειας. Αυτό το nothing left to feel, η ψυχική νέκρα, είναι το σκοτεινό αποτύπωμα μιας εποχής που εξάντλησε κάθε ψυχικό ανθρώπινο απόθεμα. Περισσότερη παραγωγικότητα, περισσότερη επικοινωνία, περισσότερη γνώση, περισσότερη επίδοση, περισσότερη θετικότητα. Και τώρα, ο σύγχρονος, καλωδιωμένος συνεχώς, άνθρωπος δεν αντιδρά πια. Στέκει ακίνητος, εξουθενωμένος από την προσπάθεια να είναι πάντα σε όλα παρών και συνεχώς ενήμερος.
Η κουλτούρα της υπερ-ευαισθησίας
Πίσω από όλα αυτά, υπάρχει και μια νέα πολιτισμική ιδεολογία, της ευαισθησίας ως lifestyle. Mindfulness, η εμμονή με την επίγνωση του παρόντος, therapy talk, η γλώσσα της ψυχοθεραπείας που έγινε καθημερινή διάλεκτος, self-care Sundays, οι Κυριακές της αυτό – φροντίδας που έγιναν hashtag, inspirational quotes, τα αποφθέγματα-μαντρά που υποκαθιστούν τη σκέψη! Η κουλτούρα της ψυχολογίας έγινε mainstream. Όμως όσο περισσότερο μιλάμε για ψυχική υγεία, τόσο περισσότερο την εμπορευματοποιούμε. Το wellness έγινε προϊόν. Η αυτογνωσία, στρατηγική επικοινωνίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εταιρείες επενδύουν δισεκατομμύρια σε mental health benefits, δηλαδή παροχές ψυχικής υγείας για να κρατήσουν τους υπαλλήλους λειτουργικούς και ήρεμους. Στην Ευρώπη, η ψηφιακή αποσύνδεση θεσμοθετείται ως δικαίωμα. Όμως καμία ρύθμιση δεν μπορεί να επιστρέψει στον άνθρωπο τη αναγκαιότητα της φυσικότητας της ίδιας του της ύπαρξης. Η κοινωνία μοιάζει να πάσχει από το παράδοξο του όσο περισσότερο αναγνωρίζει την ανάγκη για ισορροπία, τόσο πιο ανισόρροπη γίνεται.
Ο πολιτισμός ενός κόσμου που δεν ξεκουράζεται ποτέ
Η κοινωνική άπνοια δεν είναι αδυναμία προσαρμογής. Είναι το σύμπτωμα του πολιτισμού μας. Ενός πολιτισμού, που εξυψώνει τη διαρκή δραστηριότητα, την ορατότητα, την επιτυχία, την ταχύτητα. Που φοβάται τη σιωπή, την απουσία, την αδράνεια. Και που τώρα, καθώς εξαντλείται, αρχίζει να αναζητά ξανά το στοιχειώδες. Ανάσα, χώρο, χρόνο. Η κόπωση έγινε η νέα κοινή γλώσσα. Στο Λος Άντζελες, οι life coaches μιλούν για energy boundaries, τα όρια ενέργειας που προστατεύουν τον άνθρωπο από τη συναισθηματική εξάντληση. Στο Τόκιο, οι νεαροί hikikomori, οι απομονωμένοι νέοι, κλείνονται για μήνες ή χρόνια στα δωμάτιά τους, αποσύρονται, ολοκληρωτικά, από τον κόσμο. Στο Παρίσι, οι καλλιτέχνες επιστρέφουν σε εκθέσεις που υμνούν τη σιωπή, ζωγραφίζουν άδειους δρόμους, δωμάτια χωρίς πρόσωπα, σκηνές γαλήνης και απομόνωσης, σαν μια μορφή αντίστασης στον θόρυβο της εποχής. Και κάπως έτσι η εποχή ορίζει τα νέα της σύνδρομα όχι με ιατρικά κριτήρια, αλλά με πολιτισμικά. Είναι οι ασθένειες της συνείδησης, της ταυτότητας, της πληροφορίας. Είναι η τιμή που πληρώνουμε για την πρόοδο, την ταχύτητα, την πρόσβαση, την επίγνωση. Κι αν κάτι μοιάζει αληθινά επαναστατικό πια, δεν είναι η επιτυχία, αλλά η ικανότητα να αναπνέεις χωρίς να απολογείσαι. Ίσως η επόμενη μεγάλη μόδα να μην είναι άλλο ένα wellness app ή ένα mindfulness retreat…
… Ίσως να είναι η σιωπή. Η πολυτέλεια της μη διάδρασης. Το δικαίωμα να μη χρειάζεται να αισθάνεσαι διαρκώς κάτι.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.