Η αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Ελλάδα καταγράφει εντυπωσιακή ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, με το 2025 να επιβεβαιώνει την εκρηκτική δυναμική της. Ο ολοένα αυξανόμενος αριθμός των διαθέσιμων καταλυμάτων, κυρίως μέσω δημοφιλών πλατφορμών όπως Airbnb και Booking, αναδιαμορφώνει ριζικά το τουριστικό τοπίο της χώρας, προσφέροντας νέες ευκαιρίες, αλλά δημιουργώντας παράλληλα σημαντικές προκλήσεις, ιδιαίτερα στον τομέα της στέγασης.
Η αυξημένη προτίμηση των ταξιδιωτών για προσωρινές κατοικίες έναντι των παραδοσιακών ξενοδοχείων αντικατοπτρίζει μια παγκόσμια στροφή προς πιο αυθεντικές, εξατομικευμένες εμπειρίες. Οι ξένοι τουρίστες αποτελούν πλέον τη συντριπτική πλειονότητα των χρηστών των βραχυχρόνιων καταλυμάτων στην Ελλάδα, προτιμώντας διαμονές που προσφέρουν ιδιωτικότητα, αυτονομία και μια αμεσότερη επαφή με την τοπική κουλτούρα και καθημερινότητα.
Η Ελλάδα, με τα μοναδικά της νησιά, την ιστορική της κληρονομιά και το ευνοϊκό της κλίμα, εντάσσεται φυσικά σε αυτή τη διεθνή τάση. Πόλεις όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, αλλά και κορυφαίοι τουριστικοί προορισμοί όπως η Σαντορίνη, η Μύκονος, η Κέρκυρα και η Ρόδος, καταγράφουν κατακόρυφη αύξηση στη ζήτηση για βραχυχρόνιες ενοικιάσεις. Ακόμη και μικρότεροι προορισμοί, που μέχρι πρότινος δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστοί, βλέπουν πλέον αυξημένη επισκεψιμότητα χάρη στην ευκολία πρόσβασης μέσω τέτοιων πλατφορμών.
Η οικονομική συμβολή της βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι αδιαμφισβήτητη. Η δραστηριότητα αυτή ενισχύει άμεσα την τοπική επιχειρηματικότητα, καθώς οι επισκέπτες που διαμένουν σε κατοικίες δαπανούν χρήματα σε μικρές επιχειρήσεις, εστιατόρια, καφέ, τοπικά καταστήματα και υπηρεσίες. Παράλληλα, προωθεί την ανακαίνιση και την αξιοποίηση παλαιών κτιρίων που σε διαφορετική περίπτωση θα παρέμεναν ανεκμετάλλευτα ή παραμελημένα.
Η τουριστική αποκέντρωση, ένα ζητούμενο εδώ και χρόνια για τη χώρα, επιτυγχάνεται εν μέρει μέσα από τη διάδοση της βραχυχρόνιας μίσθωσης, δίνοντας ώθηση σε περιοχές που δεν βρίσκονταν στον κλασικό τουριστικό χάρτη. Αυτή η ανανέωση του τουριστικού προϊόντος προσφέρει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στον κλάδο και ενισχύει την περιφερειακή ανάπτυξη.
Ωστόσο, η ταχεία ανάπτυξη του κλάδου επιφέρει σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές παρενέργειες. Η μαζική μεταφορά ακινήτων στη βραχυχρόνια μίσθωση έχει οδηγήσει σε μείωση της προσφοράς κατοικιών για μακροχρόνια ενοικίαση. Το αποτέλεσμα είναι η αύξηση των ενοικίων και η δημιουργία στεγαστικής πίεσης για τους μόνιμους κατοίκους, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε δημοφιλείς τουριστικές περιοχές.
Οι επιπτώσεις είναι ιδιαίτερα εμφανείς σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, όπως νέοι εργαζόμενοι, φοιτητές και οικογένειες μεσαίου εισοδήματος, που δυσκολεύονται να βρουν προσιτή στέγη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αδυναμία ανεύρεσης οικονομικής κατοικίας οδηγεί σε μετακίνηση κατοίκων σε περιφερειακές περιοχές, αποδυναμώνοντας τη συνοχή παραδοσιακών γειτονιών και εντείνοντας το φαινόμενο της “τουριστικοποίησης” των πόλεων.
Το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Σε πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Άμστερνταμ, το Παρίσι και η Βαρκελώνη, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης αντιμετωπίστηκε με τη λήψη αυστηρών μέτρων. Περιλαμβάνουν περιορισμούς στη διάρκεια ενοικίασης, ειδικές άδειες λειτουργίας, δημιουργία μητρώων καταλυμάτων και επιβολή προστίμων σε όσους παραβιάζουν τους κανόνες.
Στην Ελλάδα, το θέμα βρίσκεται στο επίκεντρο έντονης δημόσιας συζήτησης. Ήδη εξετάζονται σενάρια για τη θέσπιση ορίων στον αριθμό ημερών ενοικίασης, για διαφοροποίηση κανόνων ανάλογα με την περιοχή, και για αυστηρότερη εποπτεία των ακινήτων που διατίθενται σε βραχυχρόνια μίσθωση. Παράλληλα, τίθενται προτάσεις για τον περιορισμό του αριθμού ακινήτων που μπορεί να εκμισθώνει ο ίδιος ιδιοκτήτης, ώστε να μην ενισχύεται υπερβολικά η εμπορευματοποίηση της στέγασης.
Η ανάγκη για ισορροπία είναι προφανής. Από τη μία πλευρά, η βραχυχρόνια μίσθωση προσφέρει οικονομικές ευκαιρίες και ενισχύει τη δυναμική του ελληνικού τουρισμού. Από την άλλη, πρέπει να προστατευτεί το θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών για πρόσβαση σε προσιτή και αξιοπρεπή κατοικία. Το στοίχημα για την πολιτεία και την αγορά είναι να χαράξουν ένα σύγχρονο, δίκαιο και αποτελεσματικό πλαίσιο που θα επιτρέπει τη συνέχιση της ανάπτυξης, χωρίς να θυσιάζεται η κοινωνική συνοχή και η ποιότητα ζωής στις πόλεις και τους οικισμούς.
Καθώς η τουριστική περίοδος του 2025 εξελίσσεται, γίνεται σαφές ότι η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί προσεκτικά την ισορροπία ανάμεσα στον τουρισμό και τη στέγαση. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα θα καθορίσουν αν η βραχυχρόνια μίσθωση θα συνεχίσει να αποτελεί έναν μοχλό ανάπτυξης ή αν θα εξελιχθεί σε έναν παράγοντα κοινωνικής ανισότητας και οικονομικής πίεσης.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.