15 Μάι 2025
READING

Οι Έλληνες αλλάζουν συνήθειες στο σούπερ μάρκετ

4 MIN READ

Οι Έλληνες αλλάζουν συνήθειες στο σούπερ μάρκετ

Οι Έλληνες αλλάζουν συνήθειες στο σούπερ μάρκετ

Οι Έλληνες καταναλωτές φαίνεται να διαμορφώνουν σταδιακά ένα νέο μοντέλο αγοραστικής συμπεριφοράς, όπως αποτυπώνεται στα ευρήματα της τελευταίας έρευνας του ΙΕΛΚΑ. Παρά την πίεση του πληθωρισμού και τις συνεχείς ανατιμήσεις στα βασικά αγαθά, οι αγοραστικές συνήθειες στα σούπερ μάρκετ αποκτούν διαφορετικά χαρακτηριστικά, με τον καταναλωτή να εμφανίζεται πιο επιλεκτικός, πιο συνειδητός και σαφώς περισσότερο ορθολογικός στις αποφάσεις του.

Σύμφωνα με την έρευνα, σχετικά σταθερές διατηρούνται οι επισκέψεις στο σούπερ μάρκετ, φτάνοντας τις 13 μέσο όρο ανά μήνα, ελαφρώς αυξημένες σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ο αριθμός αυτός δείχνει ότι το σούπερ μάρκετ παραμένει ως ένα βασικό σημείο αγορών, από την στιγμή που καλύπτει βασικές καταναλωτικές ανάγκες. Μπορεί οι επισκέψεις να μην εμφανίζουν σημαντική διαφοροποίηση, δεν συμβαίνει το ίδιο, όμως, με την συνολική δαπάνη, η οποία παρουσιάζει τάση μείωσης.

Πλέον οι καταναλωτές προσαρμόζουν τις αγορές τους με βάση τις πραγματικές τους ανάγκες, δεν παρασύρονται σε υπερβολές, αλλά και δεν ακολουθούν την πρότερη λογική της αποθήκευσης προϊόντων. Έτσι, τα καλάθια τους είναι μικρότερα, αλλά περιέχουν αυτά που πραγματικά χρειάζονται.

Οι αγοραστές συνεχίζουν να επισκέπτονται περισσότερες από δύο αλυσίδες, γεγονός που καταδεικνύει ότι δεν είναι αποκλειστικοί πελάτες κάποιου συγκεκριμένα, αλλά κάνουν ψώνια συνδυαστικά. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχει η δυνατότητα να κάνουν συγκρίσεις τιμών, κυρίως μέσω διαδικτύου, αλλά και στα φυσικά καταστήματα και να επιλέγουν τις πλέον συμφέρουσες. Η κατανάλωση αλλάζει και οδηγείται περισσότερο στην διερεύνηση και στην επιλογή των πιο οικονομικών προϊόντων.

Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η μεταστροφή ως προς τη στάση απέναντι στις προσφορές. Η πλειοψηφία των καταναλωτών δηλώνει πλέον ότι προτιμά τις σταθερά χαμηλές τιμές αντί για εκπτώσεις ή προσφορές, σε αντίθεση με την προηγούμενη πενταετία, όπου οι προωθητικές ενέργειες αποτελούσαν βασικό εργαλείο εξοικονόμησης. Παρά τη στροφή αυτή, ένα σημαντικό ποσοστό καταναλωτών, που φτάνει το 58%, εξακολουθεί να δηλώνει ότι αναζητά ενεργά τις προσφορές, αποδεικνύοντας ότι αν και οι καταναλωτές θέλουν ξεκάθαρες και δίκαιες τιμές, δεν παραμελούν τα ευκαιριακά οφέλη που προσφέρουν οι εκπτώσεις.

Η αλλαγή αυτή στη συμπεριφορά συνδέεται άμεσα με τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες που έχει ο καθένας σε άλλους τομείς της καθημερινότητάς του. Η κατανάλωση δεν περιορίζεται μόνο στα ράφια των σούπερ μάρκετ, αλλά επεκτείνεται και σε τομείς όπως η εστίαση, η ψυχαγωγία και οι διαδικτυακές αγορές. Οι καταναλωτές, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν την αίσθηση της μικρής πολυτέλειας, στρέφονται περισσότερο σε καφέδες, delivery, κάποιες βραδιές διασκέδασης  ή ακόμα και μικρές απολαύσεις που συνδέονται με την ευεξία και την κοινωνικοποίηση, περιορίζοντας παράλληλα τις καθημερινές δαπάνες για τρόφιμα ή είδη πρώτης ανάγκης. Μπορεί αυτό εκ πρώτης όψεως να φαντάζει παράδοξο, αλλά δεν είναι λίγοι εκείνοι που επιδιώκουν να διατηρήσουν σε καλά επίπεδα την ψυχική τους υγεία δαπανώντας σε «πολυτέλειες» που τους ευχαριστούν, ακόμα κι αυτό σημαίνει μείωση των αγορών από κάποια είδη πρώτης ανάγκης.

Την ίδια στιγμή, οι ηλεκτρονικές αγορές συνεχίζουν να καταγράφουν αυξητική τάση, ιδιαίτερα σε κατηγορίες όπως οικιακός εξοπλισμός, ρούχα και ηλεκτρονικά είδη, με τους καταναλωτές να επιδιώκουν τη διαφάνεια στις τιμές, την άνεση και την ευκολία τους, αλλά και τις δυνατότητες σύγκρισης που προσφέρουν τα ψηφιακά κανάλια. Η ανακατανομή του οικογενειακού προϋπολογισμού είναι πλέον γεγονός και αντικατοπτρίζει τις ανάγκες μιας κοινωνίας που προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της διαχείρισης του κόστους ζωής και της διατήρησης της ποιότητας της καθημερινότητας.

Σε αυτό το νέο σκηνικό, η ποιότητα φαίνεται να κερδίζει έδαφος έναντι της τιμής. Αν και το κόστος παραμένει το βασικότερο κριτήριο επιλογής, με ποσοστό 47%, η ποιότητα αυξάνεται σημαντικά, καταγράφοντας ποσοστό 30%, γεγονός που αποτυπώνει μια τάση προς πιο ποιοτικές επιλογές, ακόμα και με μικρότερο όγκο αγορών. Η ψαλίδα ανάμεσα στα δύο αυτά κριτήρια κλείνει, φανερώνοντας ότι ο Έλληνας καταναλωτής δεν είναι πια παθητικός αποδέκτης προσφορών, αλλά αναζητά προϊόντα που προσφέρουν καλύτερη σχέση τιμής και ποιότητας.

Το λιανεμπόριο, καλείται να διαβάσει σωστά αυτά τα νέα δεδομένα και να ανταποκριθεί με νέες στρατηγικές που δεν θα βασίζονται αποκλειστικά σε προσφορές. Τα οικονομικά δεδομένα οδηγούν τους καταναλωτές σε μία κατεύθυνση που, ναι μεν, επιδιώκουν την καλή ποιότητα, αλλά και η τιμή παίζει καθοριστικό ρόλο στις αγοραστικές επιλογές τους, ακόμη κι αυτό σημαίνει ποσοτική μείωση των αγορών.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.