Σε μια εποχή που οι πόλεις ασφυκτιούν από την υπερδόμηση, την έλλειψη πρασίνου και την περιβαλλοντική κόπωση, ένα ερώτημα που τίθεται είναι εάν μπορεί μια μεγαλούπολη να ξαναχτιστεί με τους όρους της φύσης και όχι εις βάρος της. Το Ελληνικό επιχειρεί να απαντήσει σε αυτό ακριβώς το ερώτημα. Όχι θεωρητικά, αλλά στην πράξη. Εκεί όπου για δεκαετίες λειτουργούσε το διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας, και αργότερα κυριάρχησε η εγκατάλειψη, γεννιέται σήμερα ένα φιλόδοξο οικοσύστημα αστικής αναγέννησης. Και το πιο εντυπωσιακό δεν είναι το μέγεθος του έργου. Είναι η φιλοδοξία του να βελτιώσει τη σχέση με το περιβάλλον.
Το έργο της ανάπλασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού αποτελεί τη μεγαλύτερη αστική ανάπτυξη στην Ευρώπη. Πρόκειται για μια επένδυση που καλύπτει 6.200.000 τμ. και φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια νέα πόλη, όχι ως μια κατασκευή απλά, αλλά ως σύνολο οικοσυστημάτων, ανθρώπων, χώρων και ροών. Η Lamda Development, που έχει αναλάβει την υλοποίηση, δεν υπόσχεται απλώς ανάπτυξη με την κλασική έννοια, αλλά μια επαναδιατύπωση του τι σημαίνει «ζω μέσα στην πόλη», σε έναν κόσμο που δεν αντέχει άλλο το μοντέλο της αστικής υπερσυγκέντρωσης χωρίς ανάσα.
Η ουσία της νέας αυτής πόλης βρίσκεται στο κέντρο της, δηλαδή στο Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού. Ένας τεράστιος πράσινος πνεύμονας, 2.000.000 τμ., σχεδιασμένος όχι απλά για να διακοσμεί το έργο. Το πάρκο αυτό θα φιλοξενεί περισσότερα από ένα εκατομμύριο φυτά και δέντρα, επιλεγμένα με βάση τις οικολογικές ιδιαιτερότητες της Αττικής. Ανθεκτικά στη λειψυδρία, φιλικά προς τη μεσογειακή βιοποικιλότητα και σχεδιασμένα να λειτουργούν με ελάχιστη ανάγκη για συντήρηση. Πρόκειται για ένα πάρκο που θα δροσίζει, θα απορροφά ρύπους, θα συγκρατεί το νερό και θα ξαναδίνει ζωή στο έδαφος.
Όμως το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του έργου δεν σταματά στην πράσινη όψη του. Από την πρώτη φάση της κατασκευής εφαρμόζεται μια προσέγγιση κυκλικής οικονομίας που, για τα ελληνικά δεδομένα, μοιάζει σχεδόν πρωτοποριακή. Πάνω από το 95% των υλικών που προήλθαν από τις κατεδαφίσεις και τις εκσκαφές, είτε ανακυκλώθηκαν είτε επαναχρησιμοποιήθηκαν επιτόπου. Παλιά κομμάτια διαδρόμων του αεροδρομίου μετατρέπονται σε λιθόστρωτα, ενώ τα αδρανή υλικά χρησιμοποιούνται για φυτεύσεις και διαμορφώσεις εδάφους.
Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στο υπέδαφος. Η έκταση του πρώην αεροδρομίου περιλάμβανε εστίες ρύπανσης, τόσο στο χώμα όσο και στα υπόγεια ύδατα. Το έργο περιλάμβανε μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις απορρύπανσης στην Ευρώπη, με τη χρήση in-situ μεθόδων – τεχνικές που καθαρίζουν το υπέδαφος χωρίς να το αφαιρούν- αποφεύγοντας έτσι νέες καταστροφές και τη μεταφορά επικίνδυνων υλικών.
Στην καθημερινή λειτουργία της νέας πόλης, η αειφορία δεν περιορίζεται σε θεωρίες. Όλα τα κτίρια σχεδιάζονται σύμφωνα με τις αρχές της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής: σωστός προσανατολισμός, φυσικός φωτισμός, παθητική θέρμανση και ψύξη, υψηλής απόδοσης μονώσεις και έξυπνα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης. Φωτοβολταϊκά συστήματα και πράσινες στέγες ενισχύουν την αυτάρκεια, ενώ στόχος είναι σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση και ψύξη.
Το ίδιο προσεκτικός είναι και ο τρόπος διαχείρισης του νερού. Το νερό της βροχής θα συλλέγεται και επαναχρησιμοποιείται για το πότισμα, μέσω αυτοματοποιημένων, «έξυπνων» αρδευτικών συστημάτων που προσαρμόζονται ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες του εδάφους και του μικροκλίματος. Η χρήση πόσιμου νερού για άρδευση θα αποφεύγεται πλήρως. Σε μια χώρα όπου η λειψυδρία είναι μια ολοένα και πιο έντονη πραγματικότητα, τέτοιες επιλογές δεν είναι καινοτομία, αλλά θεωρούνται πλέον είναι αναγκαιότητα.
Η κινητικότητα εντός του Ελληνικού σχεδιάζεται με γνώμονα την πλήρη αποσύνδεση από το ΙΧ. Πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι, δίκτυα μικροκινητικότητας και ηλεκτρικά οχήματα εντός της περιοχής αντικαθιστούν τη λογική της τσιμεντένιας πόλης που λειτουργεί αποκλειστικά με βάση το αυτοκίνητο. Φορτιστές για ηλεκτροκίνητα οχήματα, δίκτυα μεταφορών που συνδέονται με το μετρό και βιώσιμα μέσα μεταφοράς σχεδιάζονται για να ενισχύσουν την προσβασιμότητα χωρίς να επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Η τεχνολογία, αντί να λειτουργεί ως αυτοσκοπός, αξιοποιείται για να διευκολύνει τη βιωσιμότητα, όπως αισθητήρες που παρακολουθούν σε πραγματικό χρόνο την ποιότητα του αέρα, την κατανάλωση ενέργειας, τη διαχείριση απορριμμάτων και τη ροή των ανθρώπων και των οχημάτων, βοηθούν στην καλύτερη διαχείριση της καθημερινότητας.
Το Ελληνικό είναι, αναμφισβήτητα, μια επένδυση. Αλλά αποτελεί ταυτόχρονα και μια υπόσχεση. Υπόσχεση ότι μπορούμε να σχεδιάζουμε με προσοχή, να κατασκευάζουμε με φροντίδα και να κατοικούμε με σεβασμό. Είναι ένα στοίχημα όχι μόνο οικονομικό, αλλά κυρίως περιβαλλοντικό και κοινωνικό.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.