Η ελληνική αγορά ακινήτων συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς για διεθνείς επενδυτές και αγοραστές, κυρίως λόγω της τουριστικής ανάπτυξης, του ήπιου κλίματος και των επενδυτικών κινήτρων που προσφέρει.
Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν πρόσφατα από την πλατφόρμα Spitogatos Insights καταγράφουν τη δυναμική που παρατηρείται στην αγορά κατοικίας και αναδεικνύουν τις πέντε βασικές χώρες προέλευσης της ζήτησης. Οι χώρες αυτές είναι η Σερβία, η Βουλγαρία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Σερβία εμφανίζει τη χαμηλότερη μέση τιμή αναζήτησης, γύρω στα 155.000 ευρώ. Οι Σέρβοι αγοραστές παρουσιάζουν ένα πιο οικονομικό προφίλ, με ιδιαίτερη έμφαση στις value-for-money επιλογές. Επικεντρώνονται κυρίως στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, όπου η ποικιλία των ακινήτων και οι σχετικά προσιτές τιμές εξυπηρετούν μεσαίους επενδυτικούς προϋπολογισμούς. Για πολλούς, η αγορά ακινήτου αποτελεί είτε μορφή επένδυσης είτε επιλογή εξοχικής κατοικίας.
Η Βουλγαρία, με μέση τιμή αναζήτησης περίπου 181.000 ευρώ, παρουσιάζει σταθερό ενδιαφέρον για περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, όπως η Καβάλα, η Δράμα και η Αλεξανδρούπολη. Η γεωγραφική εγγύτητα, η εύκολη οδική πρόσβαση και οι οικογενειακοί ή επαγγελματικοί δεσμοί είναι σημαντικοί παράγοντες που ευνοούν την επενδυτική κινητικότητα των Βούλγαρων πολιτών προς την ελληνική αγορά.
Η Γερμανία, μια χώρα με σταθερή παρουσία στην αγορά ακινήτων της Ελλάδας, εμφανίζει μέση τιμή αναζήτησης γύρω στα 213.000 ευρώ. Οι Γερμανοί δείχνουν προτίμηση τόσο σε νησιά όσο και στην ηπειρωτική Ελλάδα, με την επιλογή κατοικίας να καθοδηγείται συχνά από συναισθηματικούς και προσωπικούς λόγους, καθώς πολλοί διαθέτουν ήδη εξοχικά ή οικογενειακές ρίζες στη χώρα. Επιπλέον, η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη που έχουν αναπτύξει απέναντι στην ελληνική αγορά διατηρούν την υψηλή ζήτηση.
Το Ηνωμένο Βασίλειο καταγράφει μέση τιμή αναζήτησης στα 275.000 ευρώ, αντανακλώντας ένα υψηλότερο οικονομικό προφίλ σε σχέση με τις βαλκανικές χώρες. Οι Βρετανοί εστιάζουν κυρίως σε δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς, με στόχο την απόκτηση δεύτερης κατοικίας ή μόνιμης ημιδιαμονής. Η επιθυμία για ζωή σε ηπιότερο κλίμα, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις μετά το Brexit, ενισχύουν το ενδιαφέρον για την ελληνική ακίνητη περιουσία.
Στην κορυφή της λίστας βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τη μέση τιμή αναζήτησης να φτάνει τα 350.000 ευρώ. Οι Αμερικανοί διαθέτουν τη μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη και αναζητούν κυρίως πολυτελή ακίνητα, υψηλής αξίας, σε τουριστικά «φιλέτα». Η αυξανόμενη δημοτικότητα της Ελλάδας ως προορισμού για παραθερισμό, αλλά και ως πιθανός τόπος μόνιμης κατοικίας, ενισχύεται και από προγράμματα, όπως η Golden Visa, που προσφέρει άδεια παραμονής σε αγοραστές ακινήτων άνω των 250.000 ευρώ.
Η εικόνα που διαμορφώνεται δείχνει μια πολυμορφία στη ζήτηση, τόσο ως προς την οικονομική δυνατότητα των αγοραστών όσο και ως προς τα κίνητρα της αγοράς, είτε πρόκειται για επενδυτική τοποθέτηση, είτε για εξοχική ή μόνιμη κατοικία.
Οι Κυκλάδες, η Αθήνα και η Κρήτη παραμένουν οι πιο ακριβές περιοχές, με τις τιμές να ξεπερνούν τα 2.500 ευρώ/τ.μ. από το 2023 και έπειτα. Αυτό οφείλεται στην υψηλή ζήτηση, την τουριστική εκμετάλλευση και τις επενδύσεις για βραχυχρόνιες μισθώσεις (τύπου Airbnb). Αντίθετα, περιοχές όπως η Θράκη, η Θεσσαλία και η Ήπειρος παραμένουν στις φθηνότερες, με τιμές κάτω από 1.000 ευρώ/τ.μ., εξαιτίας χαμηλής τουριστικής δραστηριότητας και περιορισμένων επενδύσεων.
Από το 2018 και κυρίως μετά το 2020, η αγορά παρουσιάζει γενική άνοδο. Η πανδημία ενίσχυσε τη ζήτηση για καλύτερες κατοικίες, ενώ η επιστροφή των επενδυτών δημιούργησε ένα νέο δυναμικό κύμα ενδιαφέροντος. Η εξέλιξη της αγοράς τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί από τις ρυθμίσεις στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, τη νέα οικοδομική δραστηριότητα και την ικανότητα απορρόφησης της εγχώριας ζήτησης.
Στην άλλη όψη του νομίσματος, η ραγδαία άνοδος της ζήτησης για ακίνητα στην Ελλάδα από ξένους επενδυτές έχει προκαλέσει σημαντικές δυσκολίες στους Έλληνες πολίτες, ειδικά στη δυνατότητα απόκτησης πρώτης κατοικίας και στην εξεύρεση προσιτής στέγης. Η εισροή διεθνούς κεφαλαίου, η άνθηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων (Airbnb) και η περιορισμένη οικοδομική δραστηριότητα για κατοικίες προσιτού κόστους έχουν οδηγήσει σε εκρηκτική άνοδο των τιμών πώλησης και ενοικίασης, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε τουριστικές περιοχές.
Η ελληνική αγορά ακινήτων βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο ενός κρίσιμου σταυροδρομιού. Από τη μία πλευρά, αποτελεί μαγνήτη για ξένες επενδύσεις, οι οποίες συμβάλλουν στην αναβάθμιση του οικιστικού αποθέματος, στην ενίσχυση της τουριστικής οικονομίας και στη γενικότερη ανάδειξη της Ελλάδας ως ελκυστικού προορισμού διαβίωσης και αναψυχής. Από την άλλη, όμως, η αυξανόμενη εξάρτηση από τη διεθνή ζήτηση και η περιορισμένη παραγωγή νέων κατοικιών διαμορφώνουν ένα τοπίο έντονων ανισοτήτων.
Η δυνατότητα απόκτησης πρώτης κατοικίας ή ακόμα και η πρόσβαση σε αξιοπρεπή ενοικιαζόμενη στέγη εξελίσσεται σε πρόκληση για σημαντικό μέρος του ελληνικού πληθυσμού, ιδιαίτερα για τους νέους και τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα. Η εξέλιξη της αγοράς θα εξαρτηθεί από την ισορροπία που θα καταφέρει να επιτευχθεί ανάμεσα στη διατήρηση της ελκυστικότητας για επενδυτές και στη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής μέσα από τη διαθεσιμότητα στέγης που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις δυνατότητες του εγχώριου πληθυσμού.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.