Με την πρόσφατη είσοδο της ΔΕΗ στις τηλεπικοινωνίες και στην λιανική (internet), τα δεδομένα αλλάζουν για ακόμα μια φορά στον κλάδο.
Η Ελλάδα, μια χώρα των 11 εκατ. κατοίκων, με τα πολλά νησιά της και τα ορεινά χωριά της, διαθέτει πλέον 4 μεγάλους και άλλους 2 μικρότερους τηλεπικοινωνιακούς παίκτες, οι οποίοι όλοι διεκδικούν μερίδια από την μικρή (ομολογουμένως) αλλά ενδιαφέρουσα ελληνική αγορά.
ΟΤΕ, Νova, Vodafone, ΔΕΗ «συγκρούονται» μεταξύ τους, η Inalan μπαίνει αθόρυβα, αλλά με επιτυχία ανάμεσά τους, πριν λίγους μήνες ξεκίνησε και η Volton και όλοι αυτοί ανησυχούν για την είσοδο της Starlink του Elon Musk. Η οποία, αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, οι πληροφορίες λένε ότι έχει περισσότερους από 60.000 πελάτες στην Ελλάδα (και αυξάνονται).
Όσοι χρησιμοποιούν Starlink είναι πολύ ικανοποιημένοι. Γρήγορο και φθηνό ίντερνετ, σε περιοχές που ακόμα η οπτική ίνα δεν έχει φτάσει αλλά και στα αστικά κέντρα. Με αποτέλεσμα οι μεγάλοι operators να ακολουθήσουν και να βγάλουν προϊόντα όπως Fixed Wireless Access της Cosmote. Προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες στις «δύσκολες» -και όχι μόνο- περιοχές.
Στην Ελλάδα, μια αγορά μικρή συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές, γίνεται μια μάχη μεριδίων στις τηλεπικοινωνίες. Ωστόσο εφαρμόζεται μία στρατηγική η οποία έχει υιοθετηθεί από όλη την ΕΕ. Αυτή των πολλών παρόχων. Πράγμα που έχει κοστίσει στη Γηραιά Ήπειρο και δεν την βοηθάει ιδιαίτερα στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και την Κίνα, οι οποίες έχουν ξεφύγει έτη φωτός μπροστά.
Αυτή την άποψη εξέφρασε προσφάτως, στην πρώτη του συνέντευξη τύπου ως CEO της Vodafone Ελλάδας ο Αχιλλέας Κανάρης. Λέγοντας ότι αυτό το μοντέλο των πολλών παικτών, δεν μπορεί να συνεχιστεί, εάν θέλουμε να αναπτυχθούμε. Τόσο ως χώρα αλλά και ως Ευρώπη.
«Η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να έχει 6 παίκτες. Στο τέλος θα αντέξει αυτός ο οποίος θα έχει την μεγαλύτερη οικονομική δύναμη και ενίσχυση. Η Ελλάδα παραμένει μια πολύ καλή αγορά για την Vodafone. Και φείλει να είναι ανταγωνιστική. Παρακολουθεί στενά τις κινήσεις των υπόλοιπων παικτών, δεν θα είναι όμως αυτή που θα ξεκινήσει πόλεμο τιμών» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Γιατί μένει πίσω η Ευρώπη
Ο κ. Κανάρης ανέλυσε τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη, επισημαίνοντας την έλλειψη οικονομιών κλίμακας ως έναν από τους πιο κρίσιμους παράγοντες. Συγκεκριμένα, όπως είπε, ο μέσος τηλεπικοινωνιακός πάροχος στην Ευρώπη διαθέτει περίπου 5 εκατομμύρια πελάτες, ενώ αντίστοιχα οι αμερικανικοί πάροχοι φτάνουν τους 107 εκατομμύρια πελάτες και οι κινεζικοί τους 460 εκατομμύρια. Αυτή η διαφορά στην κλίμακα δρα ανασταλτικά στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιρειών.
Επιπλέον, ο κ. Κανάρης τόνισε την ανισότητα στον ανταγωνισμό, που προκύπτει από το γεγονός ότι οι παίκτες Over-The-Top (OTT), όπως η Starlink, δεν υπόκεινται στους ίδιους φορολογικούς και ρυθμιστικούς κανόνες με τους παραδοσιακούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Αυτή η άνιση μεταχείριση δημιουργεί στρεβλώσεις στην αγορά και δυσχεραίνει τη βιωσιμότητα των εταιρειών που επενδύουν σε υποδομές.
Ένα επιπλέον σημαντικό ζήτημα είναι το κατακερματισμένο ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο επιβάλλει την ανάγκη για εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν τη διαχείριση φάσματος και τις διαδικασίες αδειοδότησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ενοποίηση αυτή θα διευκολύνει τη δημιουργία ενός πιο λειτουργικού και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, επιτρέποντας στους παρόχους να επεκτείνονται πιο εύκολα πέρα από τα εθνικά τους σύνορα.
Τέλος, ο κ. Κανάρης υπογράμμισε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο πρέπει να ενισχύει την επένδυση σε σύγχρονα δίκτυα οπτικής ίνας και όχι να προστατεύει υπερβολικά τους incumbents, δηλαδή τους παραδοσιακούς παρόχους που κατέχουν ήδη μεγάλο μερίδιο αγοράς. Η προστασία αυτή λειτουργεί ως φραγμός για την καινοτομία και την ανάπτυξη νέων υποδομών, ενώ παράλληλα περιορίζει τη δυναμική του ανταγωνισμού και την ευκαιρία για τους νέους παίκτες να εισέλθουν στην αγορά.
Η Ευρώπη και η Ελλάδα βρίσκονται σε σταυροδρόμι όσον αφορά τις τηλεπικοινωνίες. Η υστέρηση έναντι ΗΠΑ και Κίνας δεν είναι μόνο τεχνικό ζήτημα, αλλά έχει βαθιές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα, την καινοτομία και την κοινωνική συνοχή. Αν δεν γίνουν ριζικές αλλαγές σε πολιτική, επενδύσεις και στρατηγική, ο κίνδυνος η Ευρώπη να μετατραπεί σε τεχνολογικό δορυφόρο των μεγάλων δυνάμεων θα μεγαλώνει. Η Ελλάδα πρέπει να πρωτοστατήσει στην αποχαλκοποίηση και την ανάπτυξη δικτύων οπτικών ινών, ώστε να μην χάσει το ψηφιακό τρένο που ήδη αναπτύσσουν οι άλλοι.
Οι στόχοι των παρόχων
Ο ΟΤΕ κυριαρχεί βάσει αριθμών στην τηλεπικοινωνιακή αγορά, ενώ στόχος του CEO Κώστα Νεμπή είναι να γίνει ο κορυφαίος ψηφιακός πάροχος στην Ευρώπη.
Η κάλυψη του δικτύου οπτικών ινών FTTH έχει ξεπεράσει τις 1,8 εκατ. γραμμές, με την Cosmote Telekom να στοχεύει στις 2,1 εκατ. μέχρι το τέλος του 2025. Στην κινητή τηλεφωνία, η πληθυσμιακή κάλυψη του δικτύου 5G αγγίζει το 99%, ενώ το προηγμένο δίκτυο 5G+ (5G Stand Alone) καλύπτει ήδη πάνω από το 70% του πληθυσμού. Η Cosmote Telekom παραμένει, μέχρι στιγμής, ο μοναδικός πάροχος που προσφέρει εμπορικά υπηρεσίες μέσω του 5G+ δικτύου, ενώ ο κ. Κανάρης είπε ότι και η Vodafone μέχρι τέλος του χρόνου θα το διαθέτει εμπορικά.
Η ΔΕΗ έχει μπει δυνατά με τα νέα προγράμματα λιανικής, με την αγορά να μην απορρίπτει στο μέλλον να τα συνδυάζει και με ρεύμα. Ο στόχος του Ομίλου ΔΕΗ είναι να προσφέρει κάλυψη με οπτική ίνα μέχρι το σπίτι σε 3 εκατ. νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη τη χώρα εντός της επόμενης πενταετίας.
Η οπτική ίνα της Nova, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, έχει φτάσει σε 540.000 νοικοκυριά, με στόχο τα 830.000 μέχρι τέλος του χρόνου, ενώ στόχος της Vodafone τέλος του 2025 είναι να φτάσει σε 500.000 σπίτια, και σε 860.000 σπίτια έως τον Δεκέμβριο του 2027.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.