14 Ιούλ 2025
READING

Η στέγαση ως πρόβλημα κοινωνικής και οικονομικής επιβίωσης

4 MIN READ

Η στέγαση ως πρόβλημα κοινωνικής και οικονομικής επιβίωσης

Η στέγαση ως πρόβλημα κοινωνικής και οικονομικής επιβίωσης

Η κατοικία υπήρξε για δεκαετίες ακλόνητο θεμέλιο της ελληνικής κοινωνίας. Η ιδιοκατοίκηση δεν ήταν μόνο μια επιθυμία, αλλά ένα κοινωνικό δεδομένο. Συνδεόταν με την ασφάλεια, τη σταθερότητα, την ανεξαρτησία, αλλά και με την κοινωνική καταξίωση.

Σήμερα, όμως, αυτή η εικόνα έχει ανατραπεί ριζικά. Η απόκτηση στέγης δεν είναι πια αυτονόητη. Αντίθετα, μετατρέπεται σε στόχο που απομακρύνεται όλο και περισσότερο για τη μέση οικογένεια, καθιστώντας τη στέγαση είδος πολυτελείας, προνόμιο για τους οικονομικά ισχυρότερους και όχι ένα κατοχυρωμένο δικαίωμα για όλους.

Η σταδιακή αυτή μεταβολή αντανακλάται στην εκρηκτική αύξηση των τιμών των ακινήτων. Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, το κόστος αγοράς μιας κατοικίας έχει εκτιναχθεί, ενώ τα εισοδήματα παραμένουν στάσιμα ή αυξάνονται με πολύ βραδύτερους ρυθμούς. Η απόσταση μεταξύ των δύο αυτών μεγεθών διαρκώς μεγαλώνει, διαμορφώνοντας ένα ασφυκτικό πλαίσιο για όσους θέλουν να στεγαστούν με αξιοπρέπεια. Τα στατιστικά στοιχεία αποτυπώνουν με ακρίβεια αυτή την εικόνα, καθώς μέσα στο 2023, οι τιμές κατοικιών αυξήθηκαν σχεδόν κατά 14%, ενώ τα εισοδήματα αυξήθηκαν κατά μόλις 9% (Τράπεζα της Ελλάδος, Επισκόπηση του Χρηματοπιστωτικού Συστήματος, 12/2023). Το 2022, το χάσμα ήταν μικρότερο, ωστόσο η κατεύθυνση παραμένει σταθερά ανησυχητική. Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή απομάκρυνση των πολιτών από τη δυνατότητα αγοράς ακινήτου, ακόμη και με την υποστήριξη στεγαστικού δανείου.

Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτική όταν εξεταστεί ο Δείκτης Στεγαστικής Προσιτότητας, ο οποίος αποτυπώνει την ικανότητα ενός νοικοκυριού να ανταπεξέλθει στις δόσεις ενός δανείου για κατοικία μέσης αξίας. Ο δείκτης αυτός, που βασίζεται σε κρίσιμες μεταβλητές, όπως η τιμή ακινήτου, το μέσο εισόδημα, τα επιτόκια και η διάρκεια του δανείου, δείχνει ξεκάθαρα το μέγεθος του προβλήματος. Στην Ελλάδα, ο δείκτης αυτός βρίσκεται στο επίπεδο των 60 μονάδων, πολύ κάτω από το όριο των 100 που σηματοδοτεί την ελάχιστη επάρκεια εισοδήματος για αγορά κατοικίας (Eurostat, Housing Affordability Index, 2023). Συγκριτικά, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, ο δείκτης κυμαίνεται σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα. Αυτό μεταφράζεται στο ότι ο μέσος Έλληνας πολίτης δεν πληροί τις βασικές προϋποθέσεις ώστε να μπορεί να αποκτήσει ιδιόκτητη στέγη.

Πίσω από αυτή την κρίση προσιτότητας υπάρχουν πολλαπλές αιτίες. Αφενός, η έντονη επενδυτική κινητικότητα, με κίνητρα όπως η «Χρυσή Βίζα», στρέφει τη ζήτηση σε ακίνητα υψηλής αξίας, τα οποία απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά σε ξένους αγοραστές. Αφετέρου, η εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, κυρίως σε τουριστικά και κεντρικά αστικά σημεία, μειώνει δραστικά την προσφορά κατοικιών για ιδιοκατοίκηση ή μακροχρόνια ενοικίαση. Αυτή η συρρίκνωση της διαθεσιμότητας οδηγεί σε ανατιμήσεις, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο στον οποίο τα ακίνητα μετατρέπονται από κοινωνικό αγαθό σε επενδυτικό προϊόν, αποξενωμένο από τις ανάγκες των ντόπιων.

Οι συνέπειες αυτής της κατάστασης είναι πολυεπίπεδες και επηρεάζουν τόσο τα οικονομικά όσο και τα κοινωνικά θεμέλια της χώρας. Η αδυναμία πρόσβασης σε στέγη υπονομεύει την προσωπική και οικογενειακή σταθερότητα. Πολλοί νέοι αδυνατούν να ανεξαρτητοποιηθούν, παραμένοντας στην πατρική εστία μέχρι την τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Η έλλειψη μόνιμης στέγης λειτουργεί αποτρεπτικά για τη δημιουργία οικογένειας, επιβαρύνει την ψυχική υγεία και εντείνει το αίσθημα κοινωνικής ανασφάλειας. Η ενοικίαση γίνεται εξίσου δύσκολη, καθώς τα ενοίκια αυξάνονται ανεξέλεγκτα και η έλλειψη ρύθμισης οδηγεί σε επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης.

Η υφιστάμενη κρίση στέγασης συνιστά ένα σύνθετο διαρθρωτικό πρόβλημα, που δεν αντιμετωπίζεται με περιορισμένες ή αποσπασματικές παρεμβάσεις. Απαιτείται ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός στεγαστικής πολιτικής, βασισμένος σε τεκμηριωμένα δεδομένα, θεσμική συνέχεια και αξιολόγηση επιπτώσεων. Η ανάπτυξη ενός σταθερού πλαισίου για την κοινωνική κατοικία, η ενίσχυση της προσφοράς προσιτών κατοικιών μέσω δημόσιων-ιδιωτικών συνεργασιών, η αυστηρή ρύθμιση της βραχυχρόνιας μίσθωσης και η στοχευμένη στήριξη ευάλωτων ομάδων είναι κρίσιμες παράμετροι μιας βιώσιμης στρατηγικής. Επιπλέον, η αντιστοίχιση των μισθών με το κόστος στέγασης και η ενίσχυση της σταθερής απασχόλησης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της λύσης.

Η κατοικία αποτελεί βασικό άξονα κοινωνικής σταθερότητας, ψυχικής υγείας και οικονομικής παραγωγικότητας. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά με όρους επενδυτικής απόδοσης. Η εξασφάλιση πρόσβασης σε αξιοπρεπή στέγη για το σύνολο του πληθυσμού δεν είναι μόνο ηθική υποχρέωση, αλλά και προϋπόθεση για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, της πολιτικής σταθερότητας και της δημοκρατικής νομιμοποίησης του συστήματος.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.