«Ό,τι και αν αλλάξει στη μετάδοση των ειδήσεων, η ανάγκη για αλήθεια δεν μεταδίδεται. Απλώς υπάρχει», έχει πει η δημοσιογράφος Μάρτα Γκάρι στην El País και αυτό είναι η μεγάλη αρχή μας. Μα ενώ οι περισσότεροι δημοσιογράφοι συνεχίζουν -συνεχίζουμε- να συντάσσουν δελτία και να μετράνε αναρτήσεις σε site, το αναγνωστικό κοινό, μοιάζει να έχει μεταφερθεί αλλού! Που;
… Στο TikTok, που καταπίνει την προσοχή σαν τρύπα βαρύτητας. Στο YouTube, που μετατρέπει κάθε σχολιαστή σε μικρομέσο. Στο podcast, όπου η πληροφορία σιγοβράζει με ρυθμούς που δεν ταιριάζουν στο timeline, αλλά στην κουζίνα. Δεν είναι απλώς νέα κανάλια, είναι διαφορετικός πολιτισμός πληροφορίας. Και η δημοσιογραφία τρέχει, ή προσπαθεί να τρέξει, πίσω τους.
Από την αίθουσα σύνταξης στο υπόγειο του σπιτιού, με ηχομόνωση
Το 47% των νέων κάτω των 30 ετών δηλώνει ότι ενημερώνεται κυρίως από το TikTok, το Instagram και το YouTube, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Reuters Institute για το 2024. Δεν πρόκειται για μια τάση, που θα περάσει, αλλά είναι ο κυρίαρχος μηχανισμός πρόσληψης πληροφορίας για σχεδόν τους μισούς από τη γενιά που θα ψηφίζει, θα εργάζεται και θα αποφασίζει τις επόμενες δεκαετίες. Το podcasting ανεβαίνει επίσης εντυπωσιακά και στις ΗΠΑ, 64% των ατόμων 18-34 ετών ακούν τουλάχιστον ένα podcast την εβδομάδα. Μέσα σε αυτή τη μετατόπιση, η παραδοσιακή δημοσιογραφία μοιάζει να έχει μείνει με το βλέμμα στο παρελθόν. Οι δομές των ειδησεογραφικών οργανισμών, τα στυλ γραφής, ακόμη και τα formats των ρεπορτάζ, αδυνατούν να ενσωματωθούν στα 30 δευτερόλεπτα ενός TikTok ή στα 45 λεπτά ενός conversational podcast. Η νέα πραγματικότητα απαιτεί οι δημοσιογράφοι να ελέγχουν την είδηση, να διασταυρώνουν τις πηγές, να επεξεργάζονται τις πληροφορίες τους, όπως πάντα αλλά και να παρουσιάζουν, να μιλούν, να είναι παρόντες σωματικά, φωνητικά, με την προσωπικότητα τους, ολόκληρη και το πρόσωπο τους να είναι η υπογραφή και το ίδιο το μέσο τους.
Νέα πρόσωπα, νέοι ρόλοι
Το πιο επιδραστικό, δημοφιλές και αξιόπιστο πρόσωπο στην ενημέρωση των νέων στις ΗΠΑ το 2023 δεν ήταν δημοσιογράφος, αλλά δημιουργός περιεχομένου. Πρόκειται για τον Χασάν Πάικερ, πρώην παραγωγό του Young Turks και πλέον ανεξάρτητο YouTuber και streamer στο Twitch, τη διαδικτυακή πλατφόρμα live streaming της Amazon, όπου τον παρακολουθούν κατά μέσο όρο 37.000 θεατές ταυτόχρονα, με peak τους 116.000, ενώ τα βίντεό του στο YouTube συγκεντρώνουν περίπου 320.000 προβολές ανά ανάρτηση, φτάνοντας συχνά και τις 600.000. Στην Ευρώπη, δημιουργοί όπως ο Ούγκο Ντεκρίπτ στη Γαλλία και η Σοφία Σμιθ Γκάλερ στο Ηνωμένο Βασίλειο μεταμορφώνουν την ειδησεογραφία παρουσιάζοντας πολύπλοκα ζητήματα με τρόπο απλό, άμεσο και ελκυστικό. Ο Ντεκρίπτ ειδικεύεται σε καθημερινή σύνοψη ειδήσεων, διεθνείς εξελίξεις, πολιτική ανάλυση, καθώς και συνεντεύξεις με πολιτικούς και προσωπικότητες. Η Σμιθ Γκάλερ εστιάζει σε κοινωνικά και πολιτισμικά θέματα, με έμφαση σε δικαιώματα, θρησκεία, παραπληροφόρηση και μειονότητες, πάντα με τεκμηρίωση και ευαισθησία. Με σύντομα βίντεο και σαφή θεματολογία, κατορθώνουν να εξηγούν από γεωπολιτική έως κοινωνική πολιτική σε μορφή που χωρά σε μία ανάσα. Ο Ντεκρύπτ αριθμεί περίπου 7,3 εκατομμύρια ακόλουθους στο TikTok, συγκεντρώνοντας πάνω από 200 εκατομμύρια προβολές μηνιαίως, ενώ έχει ξεπεράσει τα 3,4 εκατομμύρια συνδρομητές στο YouTube, με σύνολο άνω του 1,3 δισεκατομμυρίου προβολών. Η Σμιθ Γκάλερ έχει περισσότερους από 550.000 ακολούθους στο TikTok, με συνολικά πάνω από 140 εκατομμύρια προβολές και περιεχόμενο που φτάνει τις 20 εκατομμύρια θεάσεις σε μία ημέρα. Αυτοί οι δημιουργοί αποδεικνύουν ότι η ενημέρωση στην ψηφιακή εποχή απαιτεί όχι απλώς παρουσία στα social αλλά ρυθμό, ακρίβεια κι επιρροή σε αριθμούς που ξεπερνούν κατά πολύ τα παραδοσιακά μέσα.Το κοινό δεν αναζητά πλέον μόνο εγκυρότητα. Ζητά ρυθμό, οικειότητα, στυλ, πρόσωπα με τα οποία συνδέεται. Η ανάγκη για αλήθεια ή για διασταύρωση είναι πάντα η πιο σημαντική προϋπόθεση της δημοσιογραφίας, όσο και αν η εμπιστοσύνη οικοδομείται, πλέον, αλλιώς. Όπως έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο, «στην εποχή της υπερπληροφόρησης, η επιλογή της πληροφορίας είναι πράξη εξουσίας». Η εξουσία αυτή δεν ανήκει πια μόνο στους αρχισυντάκτες, τους ιδιοκτήτες μέσων, τους καναλάρχες, αλλά την μοιράζονται εκατομμύρια μικροί δημιουργοί περιεχομένου, με λιγοστά μέσα και τεράστιο κοινό!
Δημοσιογράφοι πολυμεσικοί και αυτόνομοι χωρίς αφεντικά και ιδιοκτήτες ΜΜΕ
Η έντυπη δημοσιογραφία υποχωρεί. Οι πωλήσεις μειώνονται, η κυκλοφορία μετατοπίζεται online και το χαρτί χάνει τη μάχη της ταχύτητας. Όμως η δημοσιογραφία, στον πυρήνα της, παραμένει γραπτός λόγος. Είναι η τέχνη του να συγκροτείς πληροφορία με δομή, ακρίβεια και ρυθμό. Είτε, εμφανίζεται σε άρθρο, είτε σε νήμα στο X, είτε σε σενάριο podcast, είναι πάντα το κείμενο που οργανώνει τη σκέψη. Η υπαρκτή μετάβαση, βέβαια, δεν αφορά μόνο το κανάλι διανομής, αλλά και τη μορφή του μηνύματος. Η γραπτή δημοσιογραφία υποχωρεί από ταχύτητα, από εμβέλεια, αλλά και από επιρροή. Ο ακροατής, που πλένει πιάτα ακούγοντας ένα podcast για τη γεωπολιτική στο Σουδάν είναι διαφορετικός από τον αναγνώστη μιας εφημερίδας. Ο θεατής που καταναλώνει ανάλυση 90 δευτερολέπτων για τις εκλογές στο Ιράν μέσω TikTok δεν έχει την ίδια πρόσβαση σε πλαίσιο, αλλά έχει πιο άμεση σχέση με το πρόσωπο που μιλά. Το κείμενο δεν εξαφανίζεται. Μεταφράζεται. Γίνεται σενάριο, λεζάντα, τίτλος, bullet point. Χάνει όγκο, κρατά νόημα. Και μαζί του αλλάζει η μορφή της δημοσιογραφικής επιρροής. Ο θεατής του TikTok με το κινητό στο μετρό δεν θα διαβάσει 1.200 λέξεις. Αλλά μπορεί να θυμάται ένα όνομα, μία ατάκα, μία ανατροπή. Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι μετατρέπονται σταδιακά σε πολυμεσικούς επαγγελματίες. Εκπαιδεύονται σε μοντάζ, σε παρουσιάσεις, σε χρήσεις εργαλείων ήχου και εικόνας. Όμως αυτό απαιτεί χρόνο, επένδυση, και κυρίως αναθεώρηση ταυτότητας. Ο Τζορτζ Στάινερ, κορυφαίος φιλόσοφος της γλώσσας και κριτικός πολιτισμού, έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος του έργου του στη σημασία του λόγου ως εργαλείου κατανόησης του κόσμου. Στο κλασικό του βιβλίο After Babel αναλύει εις βάθος τη φράση του Μάρτιν Χάιντεγκερ πως «η γλώσσα είναι το σπίτι της ύπαρξης», επισημαίνοντας ότι η γλώσσα δεν είναι μόνο μέσο επικοινωνίας, αλλά το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώνεται το ανθρώπινο νόημα και η εμπειρία. Λοιπόν, έτσι ακριβώς, η δημοσιογραφία «αλλάζει γλώσσα» στην εποχή των νέων μέσων, αλλά δεν εγκαταλείπει τη δομή, τη σαφήνεια, την ευθύνη ή τη γραπτή σκέψη. Αλλάζει τρόπο μετάδοσης, αλλά όχι αρχές. Μιλά διαφορετικά, όχι άλλη γλώσσα. Αντί να μεταδίδεται μέσα από κλειστά συστήματα και ιεραρχίες, εκφράζεται ελεύθερα, χωρίς αρχισυντάκτες να επιλέγουν τι χωρά και τι όχι, χωρίς αφεντικά να ελέγχουν πού τελειώνει η είδηση. Η γλώσσα παραμένει ο πυρήνας. Το σπίτι της δημοσιογραφίας δεν αλλάζει. Ανοίγουν όμως, διάπλατα πόρτες και παράθυρα και κυρίως, τα μικρόφωνα.
Πάντα η εγκυρότητα, η επαλήθευση, η έρευνα, η ακεραιότητα
Το YouTube, το TikTok και τα podcast είναι ανεξέλεγκτα πεδία. Αυτό δεν είναι αυτονόητα κακό, αλλά σίγουρα, δεν είναι αθώο. Τα fake news εξαπλώνονται ταχύτερα στο TikTok από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο μέσο, σύμφωνα με το MIT. Ο μέσος χρήστης βλέπει 35% παραπάνω ψευδείς ειδήσεις εκεί σε σχέση με το Twitter ή το Facebook. Η αμεσότητα, η ελκυστικότητα και η ταχύτητα μετατρέπουν την παραπληροφόρηση σε σχεδόν διασκεδαστική εμπειρία. Αυτό σημαίνει πως η δημοσιογραφία δεν πρέπει απλώς να πάει εκεί που είναι το κοινό. Πρέπει να φέρει μαζί της τις θεμελιώδεις αρχές της, δηλαδή την επαλήθευση, τη δομή, την έρευνα, την ακεραιότητα. Χωρίς αυτά, το πέρασμα στον νέο κόσμο της ενημέρωσης είναι απλώς αυτοδιάλυση.Το στοίχημα δεν είναι να σώσουμε τη δημοσιογραφία όπως την ξέραμε, αλλά να τη αλλάξουμε χωρίς να προδώσουμε τον λόγο ύπαρξής της κάνοντας τα μέσα που αλλάζουν και τις τεχνολογίες που τρέχουν, να μας δώσουν περισσότερη αυτονομία, ανεξαρτησία, ελευθερία για να ειπωθεί, αυτό που ως θεσμός δημιουργήθηκε για να κάνει…
… Να λέει, δηλαδή, η δημοσιογραφία πάντα την αλήθεια και όπως όριζε ο Φίνλεϊ Πίτερ Νταν, από τον 19ο αιώνα «να παρηγορεί τους ανήσυχους και να ανησυχεί τους βολεμένους»
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.