21 Σεπ 2025
READING

Όλο και λιγότεροι άνθρωποι στο κόσμο διαβάζουν βιβλία

6 MIN READ

Όλο και λιγότεροι άνθρωποι στο κόσμο διαβάζουν βιβλία

Όλο και λιγότεροι άνθρωποι στο κόσμο διαβάζουν βιβλία

Μπορεί ο Ουμπέρτο Έκο να έλεγε σοφά πως «όποιος δεν διαβάζει, στα 70 του θα έχει ζήσει μόνο μια ζωή, αλλά όποιος διαβάζει, θα έχει ζήσει 5.000», μα οι άνθρωποι σήμερα μοιάζουν να αρκούνται στον εαυτούλη και τις βεβαιότητές τους. Γιατί ποτέ άλλοτε στην ιστορία της, η ανθρωπότητα δεν είχε τέτοια πρόσβαση σε τόσα πολλά βιβλία, σε αμέτρητες σελίδες, σε τέτοιο πλούτο λέξεων αλλά και ποτέ άλλοτε δεν διάβαζε τόσο λίγο

… Στον 21ο αιώνα είναι ότι οι τίτλοι των εκδόσεων πολλαπλασιάζονται, τα βιβλία κυκλοφορούν σε κάθε γλώσσα και η τεχνολογία προσφέρει την ευκολία του ψηφιακού αναγνώσματος, ή ακόμα και των audiobooks, μα ο χρόνος που αφιερώνουμε στο διάβασμα ολοένα και συρρικνώνεται, συνέχεια ελαχιστοποιείται. Η εικόνα είναι θλιβερή και παγκόσμια. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η καθημερινή ανάγνωση ως επιλογή για ευχαρίστηση και προσωπική εξέλιξη, μειώθηκε κατά 40% μέσα στα τελευταία είκοσι χρόνια. Εκεί που στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ένας στους τρεις Αμερικανούς δήλωνε ότι διαβάζει βιβλία συστηματικά, σήμερα το κάνει λιγότερο από ένας στους πέντε. Στην Ευρώπη, η Eurostat καταγράφει ότι τα νοικοκυριά ξοδεύουν ολοένα και μικρότερο μέρος του εισοδήματός τους για βιβλία. Στη Μεγάλη Βρετανία, η μείωση της κατανάλωσης βιβλίων ξεπέρασε το 25% μέσα σε μόλις μια δεκαετία. Ακόμη πιο ανησυχητικά είναι τα ευρήματα σε έρευνες για τα παιδιά, που το βιβλίο αποτελούσε μέρος της εξέλιξης, του παιχνιδιού, του δεσίματος με τους γονιούς που τους τα διάβαζαν σε αγκαλιές και πριν τον ύπνο. Αποτέλεσμα είναι πως σε 20 χώρες οι βαθμολογίες κατανόησης κειμένου σε μαθητές υποχώρησαν δραματικά μετά το 2016. Στην Ελλάδα η εικόνα δεν είναι πολύ διαφορετική. Στην Ελλάδα, αν και η γνώση γραφής και ανάγνωσης είναι σχεδόν καθολική, η ανάγνωση βιβλίων εκτός σχολικού προγράμματος βρίσκεται χαμηλά. Σύμφωνα με πανελλαδική έρευνα του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού το 2023, το 51%, παραπάνω από το μισό, δηλαδή, των Ελλήνων δεν διάβασε ούτε… ένα βιβλίο το προηγούμενο έτος! Η ελληνική αγορά βιβλίου ζει κυρίως από τις σχολικές εκδόσεις και λίγες εμπορικές επιτυχίες, ενώ οι δημόσιες βιβλιοθήκες υπολειτουργούν. Στη χώρα διαβάουν κυρίως οι γυναίκες, άτομα με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο και άνθρωποι, που χρησιμοποιούν περισσότερο το διαδίκτυο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Ο χρόνος που οι άνθρωποι παλαιότερα αφιερωνόταν στο να διαβάσουν ένα βιβλίο δίνεται πια στις οθόνες. Το βίντεο, το streaming, τα social media, τα παιχνίδια, όλα ανταγωνίζονται ταυτόχρονα για προσοχή. Η αμεσότητα και η ταχύτητα κερδίζουν. Το διάβασμα απαιτεί συγκέντρωση και αργό χρόνο, δύο πράγματα που σπανίζουν στη σύγχρονη καθημερινότητα. Ακόμη, τα εκπαιδευτικά συστήματα, σε όλο τον κόσμο, έχουν μετατρέψει την ανάγνωση σε υποχρέωση, σε κανονιστική γνώση και όχι σε χαρά και ευχαρίστηση. Πολλά παιδιά συνδέουν τα βιβλία με την πίεση των εξετάσεων και την βαθμολογία και όχι με την ανακάλυψη. Βγαίνουν από το σχολείο χωρίς να έχουν αγαπήσει την ανάγνωση. Τέλος, πολιτισμικά, παντού η εικόνα, η εύκολη πληροφορία και το γρήγορο μήνυμα κυριαρχούν, το βιβλίο μοιάζει με πολυτέλεια μέσα στον καταιγιστικό ρυθμό που φτάνουν σε όλους μας πάσης φύσεως μηνύματα. Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε να διαβάζουμε, αλλά ότι συχνά θεωρούμε ότι δεν αξίζει τον κόπο να συγκεντρωθούμε σε ένα κείμενο εκατοντάδων σελίδων. Η προσοχή μας έχει εκπαιδευτεί στο σύντομο και το αποσπασματικό. Το ότι οι άνθρωποι δε διαβάζουν πια, έχει μεγάλο κόστος. Η ανάγνωση είναι το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος ασκεί την ικανότητα της σύνθετης σκέψης. Μέσα από τα βιβλία μαθαίνουμε να συγκροτούμε επιχειρήματα, να ακολουθούμε μακροσκελείς συλλογισμούς, να μπαίνουμε στον κόσμο των άλλων. Όταν αυτό αποδυναμώνεται, σταματά και η ίδια η δυνατότητα του δημόσιου διαλόγου, η συναίσθηση της ιστορίας, του ότι όλοι μοιραζόμαστε σαν είδος ιστορίες και μένουμε εκτεθειμένοι σε σκοτεινές και επικίνδυνες αντιλήψεις. Όπως γράφεται συχνά, άλλωστε, «τα ταξίδια γιατρεύουν τον ρατσισμό και τα βιβλία το φασισμό».

Με την μείωση της ανάγνωσης βιβλίων, βέβαια επηρεάζεται και η οικονομία. Η βιομηχανία του βιβλίου, οι εκδοτικοί οίκοι, τα βιβλιοπωλεία, οι συγγραφείς, οι διορθωτές και οι επιμελητές οι μεταφραστές και πολλοί άλλοι επαγγελματίες δοκιμάζονται από τη μείωση της ζήτησης. Όταν τα βιβλία πουλούν λιγότερο, η λογοτεχνία και η γνώση κινδυνεύουν να γίνουν αγαθά για μια μικρή ελίτ. Ο κίνδυνος δεν είναι μόνο η απώλεια πολιτιστικής κληρονομιάς αλλά και η ανισότητα στην πρόσβαση στην ίδια τη γνώση. Και ακόμη, πιο εφιαλτικό από όλα, ίσως είναι πως  η αδυναμία ανάγνωσης εκτενών κειμένων συνδέεται άμεσα, με τη δυσκολία κατανόησης περίπλοκων θεμάτων. Η πληροφορία μετατρέπεται σε συνθήματα, ο δημόσιος διάλογος σε εικόνες και ατάκες. Οι σημαντικοί ερευνητές επισημαίνουν πως οι κοινωνίες με χαμηλά ποσοστά ανάγνωσης είναι πιο ευάλωτες σε παραπληροφόρηση και έρμαιο δημαγωγών, λαϊκιστών και τυράννων ή έστω τυραννίσκων. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο πως τα πλέον ολιγαρχικά, δικτατορικά και απάνθρωπα καθεστώτα δεν θέλουν οι άνθρωποι να διαβάζουν βιβλία για να μη σκέφτονται και απαγορεύουν, εξαφανίζουν, καίνε τελετουργικά βιβλία. Μα, όπως έλεγε ο νομπελίστας Τζόζεφ Μπρόντσκι που γεννήθηκε, μεγάλωσε και εκδιώχθηκε από την τότε ΕΣΣΔ για να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ, «υπάρχουν χειρότερα εγκλήματα από το να καις βιβλία και ένα από αυτά είναι να μη τα διαβάζεις».

Αν αυτή η τάση της μη ανάγνωσης συνεχιστεί, θα βρεθούμε σε έναν κόσμο όπου τα βιβλία θα υπάρχουν παντού, αλλά θα είναι για να στολίζουν σαλόνια και να τα διαβάζουν λίγοι. Δεν πρόκειται μόνο για θέμα νοσταλγίας. Πρόκειται για το πώς θα διατηρήσουμε την ικανότητα να σκεφτόμαστε σε βάθος, να συνδεόμαστε με ιδέες και εμπειρίες έξω από τη δική μας. Οι κοινωνιολόγοι λένε ότι η συστηματική ανάγνωση συνδέεται με ανθεκτικότερες δημοκρατίες και πιο ενεργούς πολίτες. Όταν η ανάγνωση υποχωρεί, δεν χάνουμε μόνο μια μορφή ψυχαγωγίας αλλά και ένα εργαλείο κατανόησης του κόσμου. Οι εκπαιδευτικοί μιλούν για την ανάγκη σχολείων που καλλιεργούν την περιέργεια και βιβλιοθηκών που λειτουργούν ως ζωντανά κέντρα πολιτισμού. Η εκδοτική βιομηχανία, από την πλευρά της, αναζητά ήδη νέους τρόπους να συνδυάσει το βιβλίο με την εμπειρία της ψηφιακής εποχής, χωρίς να προδώσει την ουσία του. Όπως και να χει ακόμα και το λεξιλόγιο μας φτωχαίνει χωρίς τα βιβλία και όπως από μικροί μάθαμε -διαβάζοντας βιβλία!- όταν δεν υπάρχει η λέξη, δεν υπάρχει ούτε η ιδέα! Ο  Όργουελ για τη γλώσσα και τις λέξεις, στο 1984, εξηγεί πώς λειτουργεί το επιβεβλημένο και ύπουλο Newspeak του Μεγάλου Αδελφού. «Κάθε χρόνο λιγότερες λέξεις, και το εύρος της συνείδησης πάντα μικρότερο», γράφει, δείχνοντας ότι η στέρηση λεξιλογίου δεν είναι απλώς τεχνικό θέμα γλώσσας αλλά εργαλείο ελέγχου της σκέψης. Αν δεν γνωρίζεις τη λέξη για κάτι, είναι σχεδόν αδύνατο να το σκεφτείς, να το εκφράσεις ή να το διεκδικήσεις. Και έτσι μια κοινωνία με φτωχό λεξιλόγιο χάνει και την ικανότητα να φαντάζεται ή να συζητά εναλλακτικούς δρόμους…

…Είναι λοιπόν μια βαθιά πολιτική κίνηση το αν θα σκρολάρουμε συνέχεια οθόνες ή θα ξεφυλλίζουμε πιο συχνά σελίδες.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.