Κρατιούνται στα χέρια σαν προέκταση του σώματος, μπαίνουν στην τσέπη, στο κομοδίνο, στο τραπέζι του καφέ, στο κρεβάτι. Ανοίγουν κάθε λίγα λεπτά, συχνά χωρίς λόγο, απλώς επειδή η παλάμη, πια, τα ζητά…
…Τα βλέμματα πέφτουν στην οθόνη πριν καν το μυαλό το συνειδητοποιήσει. Το πρώτο και το τελευταίο πράγμα κάθε ημέρας είναι ένα smartphone. Δεν είναι απλώς εργαλείο. Είναι ανάγκη, αντανακλαστικό, εθισμός. Οι αριθμοί δεν το κρύβουν. Ο μέσος άνθρωπος αγγίζει το κινητό του πάνω από 2600 φορές την ημέρα. Πάνω από το 90% των ενηλίκων δηλώνουν ότι κοιτούν την οθόνη τους μέσα στα πρώτα δέκα λεπτά αφού ξυπνήσουν. Ο μέσος χρόνος χρήσης ξεπερνά τις 4,5 ώρες ημερησίως. Αυτά τα νούμερα δεν μιλούν για μια απλή συνήθεια αλλά για μια συμπεριφορά που έχει εισχωρήσει σε κάθε πτυχή της ζωής, από την επικοινωνία και την ενημέρωση μέχρι την εργασία και τη χαλάρωση. Το smartphone δεν είναι πλέον τεχνολογία. Είναι περιβάλλον. Μέσα από αυτό περνούν τα πάντα: οι σχέσεις, η ψυχαγωγία, οι ειδήσεις, οι συναλλαγές, οι σκέψεις. Η διαρκής συνδεσιμότητα έχει μετατραπεί σε βασική προϋπόθεση ύπαρξης. Και μαζί της έχει έρθει κάτι πιο ύπουλο: μια εξάρτηση που μοιάζει να μην έχει διέξοδο.
Η εξάρτηση που δεν μοιάζει με εξάρτηση
Ο εθισμός στα smartphones δεν μοιάζει με εκείνον που προκαλεί μια ουσία. Δεν αφήνει ορατά σημάδια στο σώμα, δεν προκαλεί σωματική στέρηση, δεν αναγνωρίζεται εύκολα. Είναι πιο ύπουλος, γιατί ντύνεται με τον μανδύα της αναγκαιότητας. Το τηλέφωνο είναι εργασία, κοινωνικότητα, ενημέρωση, ασφάλεια. Ποιος θα μπορούσε να πει όχι σε όλα αυτά; Κι όμως, οι μηχανισμοί που κρύβονται πίσω από αυτή τη διαρκή χρήση είναι οι ίδιοι που συναντώνται και σε άλλες μορφές εθισμού. Οι ειδοποιήσεις, οι ήχοι, τα κόκκινα σήματα, τα likes, τα μηνύματα, οι ατέλειωτες ροές περιεχομένου είναι εργαλεία που ενεργοποιούν το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Η ντοπαμίνη εκκρίνεται κάθε φορά που η οθόνη ανάβει. Και όπως κάθε ανταμοιβή, έτσι και αυτή ζητά επανάληψη. Αυτός ο κύκλος δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ελέγχου. Ο χρήστης θεωρεί ότι επιλέγει πότε θα κοιτάξει την οθόνη, ενώ στην πραγματικότητα η οθόνη έχει ήδη επιλέξει για εκείνον. Το smartphone έχει σχεδιαστεί για να είναι ακαταμάχητο. Όσο περισσότερο χρησιμοποιείται, τόσο πιο δύσκολο είναι να το αφήσει κάποιος στην άκρη. Και όσο πιο δύσκολο είναι να το αφήσει, τόσο περισσότερο το χρειάζεται.
Η κόπωση της υπερσυνδεδεμένης ζωής
Η συνεχής επαφή με το κινητό έχει συνέπειες που ξεπερνούν την απλή διάσπαση προσοχής. Επηρεάζει τον ύπνο, την ψυχική υγεία, την ικανότητα συγκέντρωσης, την κοινωνική ζωή. Οι έρευνες δείχνουν ότι η υπερβολική χρήση smartphone συνδέεται με αυξημένα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες. Ο εγκέφαλος, βομβαρδισμένος από ερεθίσματα, δυσκολεύεται να διαχειριστεί την πληροφορία και να ξεχωρίσει το σημαντικό από το ασήμαντο. Η διαρκής σύνδεση επηρεάζει και τις ανθρώπινες σχέσεις. Οι συζητήσεις διακόπτονται από ειδοποιήσεις, τα βλέμματα πέφτουν στην οθόνη αντί στα μάτια του συνομιλητή, οι στιγμές βιώνονται μέσα από τον φακό της κάμερας αντί να βιώνονται πραγματικά. Η καθημερινότητα γεμίζει με μικρές παρεμβολές που κόβουν τον ρυθμό και διαλύουν τη συγκέντρωση. Αυτή η συνεχής διάσπαση έχει και ένα ακόμη αποτέλεσμα: την απώλεια της πλήξης. Ο χρόνος που κάποτε γέμιζε με σκέψη, παρατήρηση ή απλή αδράνεια, σήμερα γεμίζει με scroll. Και η πλήξη, όσο κι αν θεωρείται αρνητική, είναι ο χώρος όπου γεννιέται η δημιουργικότητα. Χωρίς αυτήν, το μυαλό δεν έχει χώρο να περιπλανηθεί, να συνδέσει ιδέες, να φανταστεί.
Επιστροφή στο απλό
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον υπερσυνδεσιμότητας, κάτι παράδοξο συμβαίνει. Εμφανίζεται μια αντίστροφη τάση. Τα λεγόμενα dumbphones, τα κινητά που προσφέρουν μόνο βασικές λειτουργίες, επιστρέφουν. Οι πωλήσεις τους αυξάνονται, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους. Δεν πρόκειται για νοσταλγία αλλά για ανάγκη. Για επιθυμία να ξανακερδηθεί ο χρόνος, η προσοχή, ο έλεγχος. Η επιλογή ενός dumbphone είναι πράξη αντίστασης. Είναι απόφαση να ανακτηθεί η ηρεμία που χάθηκε μέσα στον κυκεώνα των ειδοποιήσεων. Να υπάρξει χώρος για πραγματικές συνομιλίες, για διάβασμα χωρίς περισπασμούς, για περίπατο χωρίς οθόνη. Είναι μια επιστροφή στην απλότητα που μοιάζει σήμερα σχεδόν επαναστατική. Η αγορά το αντιλαμβάνεται. Εταιρείες παρουσιάζουν πλέον μοντέλα που θυμίζουν τις πρώτες δεκαετίες της κινητής τηλεφωνίας. Μικρές οθόνες, πληκτρολόγια, βασικές λειτουργίες. Δεν απευθύνονται μόνο σε ηλικιωμένους ή τεχνοφοβικούς. Αντιθέτως, πολλοί από τους αγοραστές είναι επαγγελματίες υψηλής τεχνολογίας ή νέοι που έχουν μεγαλώσει με τα social media και αναζητούν έναν τρόπο να τα απομακρύνουν από την καθημερινότητά τους.
Ο χρόνος είναι πολυτέλεια
Η αξία των dumbphones δεν βρίσκεται στην τεχνολογία τους αλλά σε αυτό που υπόσχονται να επιστρέψουν. Τον χρόνο που χάνεται μέσα στα ατελείωτα scroll, την προσοχή που διασκορπίζεται, τη διάθεση που απομυζάται από τον ψηφιακό θόρυβο. Σε έναν κόσμο που απαιτεί διαρκή διαθεσιμότητα, η αποσύνδεση γίνεται πράξη πολυτέλειας. Η ιδέα της αποσύνδεσης δεν σημαίνει άρνηση της τεχνολογίας. Σημαίνει επαναπροσδιορισμό της σχέσης μαζί της. Το smartphone δεν είναι εχθρός, αλλά δεν χρειάζεται να είναι και αφέντης. Το dumbphone λειτουργεί σαν υπενθύμιση ότι ο έλεγχος μπορεί να επιστρέψει στον χρήστη, ότι η τεχνολογία μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες του και όχι το αντίστροφο. Η υιοθέτηση ενός απλού κινητού δεν είναι για όλους. Αλλά η ύπαρξή του ως επιλογή δείχνει ότι η κοινωνία αρχίζει να συνειδητοποιεί το τίμημα της συνεχούς συνδεσιμότητας. Ότι το να είναι κάποιος πάντα διαθέσιμος δεν είναι προϋπόθεση επιτυχίας αλλά βάρος. Και ότι η τεχνολογία μπορεί να είναι πραγματικά απελευθερωτική μόνο όταν χρησιμοποιείται με μέτρο. Η σχέση με την τεχνολογία βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Τα smartphones έχουν καταφέρει να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής, αλλά ταυτόχρονα έχουν περιορίσει την ελευθερία που υποσχέθηκαν να προσφέρουν.
Η αναζήτηση της ισορροπίας δεν είναι εύκολη, αλλά ίσως αρχίζει από κάτι τόσο απλό όσο ένα τηλέφωνο που δεν κάνει τίποτα παραπάνω από όσα χρειάζεται.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.