Έχει τύχει ποτέ να παραγγείλεις σαλάτα σε ένα πρώτο ραντεβού, ενώ στην πραγματικότητα λαχταρούσες ένα μπέργκερ; Δεν είσαι ο μόνος. Πολλοί άνθρωποι τρώνε διαφορετικά όταν βρίσκονται με άλλους, χωρίς να το αντιλαμβάνονται.
Οι διατροφικές μας επιλογές αλλάζουν ανάλογα με το ποιος κάθεται απέναντι, ποιος μας παρακολουθεί ή ποιος μπορεί να δει το φαγητό μας αν το αναρτήσουμε στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν πρόκειται για κίνηση ευγένειας ή συγκράτηση της όρεξης, αλλά για μια πιο σύνθετη κοινωνική συμπεριφορά που οι ειδικοί αποκαλούν επιτελεστική διατροφή (performative eating), ένα φαινόμενο που, σύμφωνα με το The Conversation, προσελκύει ολοένα και περισσότερο το ενδιαφέρον των ψυχολόγων και των ερευνητών διατροφής.
Ο όρος περιγράφει την τάση να επιλέγουμε ή να αποφεύγουμε συγκεκριμένες τροφές όχι επειδή μας αρέσουν ή μας ωφελούν, αλλά επειδή θεωρούμε ότι λένε κάτι για εμάς. Το φαγητό μετατρέπεται σε μέσο επικοινωνίας και κοινωνικής ταυτότητας. Κάποιοι επιλέγουν τη σαλάτα για να δείχνουν πειθαρχημένοι και ότι ακολουθούν υγιεινή διατροφή, άλλοι προτιμούν μια μπριζόλα ή μια μπίρα για να φανούν πιο δυναμικοί, ενώ υπάρχουν και όσοι αποφεύγουν τα επιδόρπια ή τα κοκτέιλ που θεωρούνται «θηλυκά». Άλλοι πάλι στρέφονται στα φυτικά προϊόντα για να εκφράσουν περιβαλλοντική ευαισθησία ή φροντίζουν το πιάτο τους να δείχνει άψογο στο Instagram. Το πώς τρώμε, λοιπόν, δεν καθορίζεται μόνο από το στομάχι μας, αλλά και από την εικόνα που θέλουμε να προβάλουμε προς τα έξω.
Η επιτελεστική διατροφή δεν είναι νέο φαινόμενο. Από τα επίσημα δείπνα των βασιλικών οικογενειών έως τις σημερινές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το φαγητό υπήρξε πάντοτε ένα μέσο προβολής και κοινωνικής διάκρισης. Ωστόσο, οι ψηφιακές πλατφόρμες έχουν πολλαπλασιάσει τη δύναμη αυτής της συμπεριφοράς. Στο Instagram και το TikTok, εκατομμύρια βίντεο και φωτογραφίες παρουσιάζουν αισθητικά επιμελημένα γεύματα, ροφήματα matcha ή καθημερινές «ρουτίνες» διατροφής. Αυτές οι εικόνες δεν είναι απλά διασκεδαστικές, αλλά επηρεάζουν πραγματικά τις διατροφικές συνήθειες, καθώς οι χρήστες συχνά μιμούνται τα γεύματα, τον τρόπο ζωής ή ακόμη και τις αξίες των δημιουργών που θαυμάζουν. Έτσι, τα κοινωνικά δίκτυα δεν αντικατοπτρίζουν μόνο τις τάσεις της διατροφής, αλλά συμβάλλουν στη δημιουργία και την παγίωσή τους.
Οι διατροφικές μας συνήθειες είναι βαθιά κοινωνικές. Οι άνθρωποι τείνουν να προσαρμόζουν τι και πόσο τρώνε ανάλογα με την παρέα τους. Έρευνες έχουν δείξει ότι γνωρίζοντας τι τρώνε οι άλλοι, είναι πιο πιθανό να επιλέξουμε κάτι παρόμοιο, ενώ τρώμε συνήθως περισσότερο όταν είμαστε με φίλους ή με την οικογένεια παρά όταν είμαστε μόνοι. Οι πολιτισμικές αντιλήψεις, από την άλλη, ορίζουν τι θεωρείται «σωστό» ή «λάθος» φαγητό. Από τις τάσεις επιστροφής στην παράδοση και το χειροποίητο μέχρι τα προγράμματα αποτοξίνωσης και τις δίαιτες ωμοφαγίας που εξυμνούν την «καθαρή» διατροφή και τον φυσικό τρόπο ζωής, το φαγητό εκφράζει πια αξίες, στάσεις ζωής και κοινωνικά πρότυπα. Στον αντίποδα, η κουλτούρα της υπερβολής εκφράζεται μέσα από τα γνωστά mukbangs, όπου δημιουργοί καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες φαγητού μπροστά στην κάμερα, μετατρέποντας το φαγητό σε θεαματική εμπειρία.
Η επίδραση αυτών των τάσεων είναι συχνά αντιφατική. Για κάποιους, τα mukbangs έχουν θετικό αντίκτυπο, καθώς ενθαρρύνουν τη σταθερή λήψη γευμάτων και μειώνουν τη μοναξιά, ιδιαίτερα σε άτομα που τρώνε μόνα τους. Για άλλους, όμως, μπορούν να οδηγήσουν σε ανθυγιεινές συνήθειες, υπερφαγία ή ακόμη και σε ενοχικές συμπεριφορές απέναντι στο φαγητό. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την επιτελεστική διατροφή, καθώς μπορεί να λειτουργεί αθώα, ως τρόπος σύνδεσης και κοινωνικότητας, αλλά γίνεται προβληματική όταν μετατρέπεται κυρίως σε μέσο εντυπωσιασμού ή επίδειξης. Το φαινόμενο αυτό είναι πιο έντονο στους εφήβους και στους νέους ενήλικες που αναζητούν αποδοχή και διαμορφώνουν την ταυτότητά τους. Σε ακραίες περιπτώσεις, η προσπάθεια να προβάλλουμε μια «τέλεια» διατροφή μπορεί να οδηγήσει σε άγχος, ενοχές ή δυσλειτουργικές σχέσεις με το φαγητό και το σώμα μας, στερώντας την απλότητα και την απόλαυση μιας καθημερινής πράξης.
Η επιτελεστική διατροφή δεν είναι εξ ορισμού επιβλαβής, ωστόσο αξίζει να αναρωτηθούμε για τις προθέσεις μας. Τρώμε επειδή πραγματικά το θέλουμε ή επειδή θέλουμε να το δείχνουμε με έναν συγκεκριμένο τρόπο; Παραγγέλνουμε ό,τι μας ευχαριστεί ή ό,τι θεωρούμε κοινωνικά αποδεκτό; Πώς μας κάνει να νιώθουμε η συνεχής έκθεση σε περιεχόμενο φαγητού στα κοινωνικά δίκτυα; Οι γονείς και οι φροντιστές μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να καλλιεργήσουν μια υγιή σχέση με το φαγητό, προσφέροντάς τους ελευθερία επιλογής και αποφεύγοντας υπερβολικούς περιορισμούς.
Το φαγητό δεν είναι μόνο ανάγκη ή απόλαυση. Είναι μια μορφή έκφρασης, ένας τρόπος επικοινωνίας και σύνδεσης με τους άλλους. Όσο περισσότερο αναγνωρίζουμε αυτή τη διάσταση, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να απολαμβάνουμε το φαγητό για αυτό που πραγματικά είναι, χωρίς να το μετατρέπουμε σε μέσο επίδειξης ή σύμβολο κοινωνικού κύρους.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.