Οι φυσικές καταστροφές δεν θεωρούνται ένα σπάνιο ή εποχικό φαινόμενο, αλλά ένας διαρκής και ολοένα πιο επιβαρυντικός οικονομικός παράγοντας. Επηρεάζουν νοικοκυριά, επιχειρήσεις, ασφαλιστικές αγορές και δημόσια οικονομικά, με έναν τρόπο που δεν αφήνει κανένα περιθώριο υποτίμησης του κινδύνου.
Σύμφωνα με ανάλυση της Gallagher Re που αναφέρεται από το Insurance Journal, οι ασφαλισμένες απώλειες από φυσικές καταστροφές παγκοσμίως στο πρώτο εννεάμηνο του 2025 εκτιμώνται σε περίπου 105 δισεκατομμύρια δολάρια. Πρόκειται για την έκτη συνεχόμενη χρονιά όπου οι ασφαλισμένες απώλειες ξεπερνούν το όριο των 100 δισ. δολαρίων και την όγδοη χρονιά από το 2017 κατά την οποία συμβαίνει το ίδιο. Το φαινόμενο αυτό δεν αποτελεί πια εξαίρεση, αλλά έχει εξελιχθεί σε ένα είδος νέας κανονικότητας για την ασφαλιστική αγορά. Αυτό που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν ακραία στατιστική παρέκκλιση, έχει μετατραπεί σε σταθερή παράμετρο που διαμορφώνει τον τρόπο λειτουργίας του κλάδου και την αποτίμηση του κινδύνου.
Το 2025 παρουσιάζει μια πολύ χαρακτηριστική ανομοιομορφία στην κατανομή των ζημιών. Ενώ το συνολικό ύψος των ασφαλισμένων απωλειών παραμένει πολύ υψηλό, πέντε μόνο γεγονότα, όλα μέσα στον Ιανουάριο, συγκεντρώνουν το 53% της συνολικής ζημίας. Οι δύο μεγάλες δασικές πυρκαγιές στην περιοχή του Λος Άντζελες, μαζί με τρεις εξαιρετικά ισχυρές καταιγίδες στις ΗΠΑ, αποδεικνύουν πόσο ραγδαία μπορεί να εκτοξευθεί το κόστος μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Η εικόνα αυτή παρουσιάζει μια βασική διάσταση της σύγχρονης κλιματικής απειλής, όπου λίγα γεγονότα υπερβολικής έντασης αρκούν για να καθορίσουν την πορεία μιας ολόκληρης χρονιάς.
Στον αντίποδα, το τρίτο τρίμηνο του έτους καταγράφηκε εντυπωσιακά «ήσυχο». Οι απώλειες από Ιούλιο έως Σεπτέμβριο εκτιμώνται σε λιγότερο από 15 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας το φθηνότερο τρίτο τρίμηνο για την ασφαλιστική αγορά από το 2016. Οι μετεωρολογικές συνθήκες σε Ατλαντικό και Ειρηνικό έδειξαν πολύ μειωμένη τροπική δραστηριότητα, ενώ δεν σημειώθηκαν μεγάλα πλημμυρικά επεισόδια διεθνώς. Παρότι αυτό μπορεί να δίνει την ψευδαίσθηση αποκλιμάκωσης, στην πραγματικότητα δεν αποτελεί ένδειξη αλλαγής της τάσης, αλλά μια πρόσκαιρη απόσταση από την ένταση των προηγούμενων περιόδων.
Το συνολικό οικονομικό κόστος των φυσικών καταστροφών, δηλαδή ασφαλισμένο και μη, ανέρχεται ήδη στα 214 δισεκατομμύρια δολάρια για το πρώτο εννεάμηνο.
Το ποσό αυτό είναι σαφώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας, ο οποίος κινήθηκε στα 338 δισ. δολάρια, όμως εξακολουθεί να αποτελεί έναν τεράστιο λογαριασμό για τον παγκόσμιο οικονομικό ιστό. Η διαφορά οφείλεται περισσότερο στην απουσία ενός καταστροφικού συμβάντος μέσα στο καλοκαίρι και όχι σε κάποια ουσιαστική μείωση της επικινδυνότητας σε βάθος χρόνου.
Για την αγορά των αντασφαλίσεων, το 2025 αποτελεί ένα σημείο παρατήρησης με διπλή ανάγνωση. Από τη μία πλευρά, η Gallagher Re υπογραμμίζει ότι τα διαθέσιμα κεφαλαιακά αποθέματα είναι αρκετά ενισχυμένα ώστε μια μεμονωμένη καταστροφή της τάξης των 100 δισ. δολαρίων να μην ανατρέψει τη σταδιακή αποκλιμάκωση των τιμών στα συμβόλαια αντασφάλισης περιουσίας. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, θα απαιτούνταν απώλειες τουλάχιστον 115 δισ. δολαρίων για να προκύψει κλονισμός της τρέχουσας πορείας της αγοράς.
Από την άλλη όμως, η φαινομενική ανθεκτικότητα των ισολογισμών δεν πρέπει να δημιουργεί εφησυχασμό. Η κλιματική αλλαγή μεταβάλλει διαρκώς τη γεωγραφία του κινδύνου, αυξάνει τη συχνότητα των ακραίων φαινομένων και μειώνει την προβλεψιμότητα. Τα μοντέλα κινδύνου που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των ασφαλίστρων και των αποθεματικών χρειάζονται συνεχείς αναθεωρήσεις, γεγονός που αυξάνει το λειτουργικό και χρηματοοικονομικό βάρος των εταιρειών.
Επιπλέον, η φετινή εικόνα δείχνει ότι τα περισσότερα γεγονότα υψηλού κόστους εντοπίζονται σε περιοχές με μεγάλο επίπεδο ασφαλιστικής κάλυψης, όπως οι ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι σε άλλες χώρες όπου η κάλυψη είναι πολύ χαμηλότερη, οι ζημίες παραμένουν σε μεγάλο βαθμό «αόρατες» για τα ασφαλιστικά στατιστικά, αλλά βαραίνουν δυσανάλογα τον κρατικό προϋπολογισμό και τα νοικοκυριά.
Σε κάθε περίπτωση, πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι, περιουσίες και υποδομές που καταστρέφονται. Το κόστος των φυσικών καταστροφών είναι πρωτίστως κοινωνικός δείκτης και δευτερευόντως οικονομικός. Αποτυπώνει την τρωτότητα ενός πλανήτη που καλείται να προσαρμοστεί γρηγορότερα απ’ ό,τι είχε ποτέ φανταστεί. Η ασφαλιστική αγορά βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της πρόκλησης και οφείλει να διατηρήσει μια λεπτή ισορροπία, με ασφάλιστρα προσιτά για τους πολίτες και παράλληλη ενίσχυση των αποθεμάτων ασφαλείας, ώστε η κάλυψη να παραμένει βιώσιμη και λειτουργική.
Στο πλαίσιο αυτό, το 2025 λειτουργεί σαν καμπανάκι επαγρύπνησης. Δείχνει ότι ακόμη και σε περιόδους συγκυριακά χαμηλότερων ζημιών, η συνολική εικόνα παραμένει βαριά και οι απειλές πιο παρούσες από ποτέ. Η ανθεκτικότητα δεν αποτελεί θεωρητικό στόχο, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα στο μέλλον.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.