Το καλοκαίρι ήταν για χρόνια συνώνυμο με την παραλία, τον ήλιο και τους μεσογειακούς προορισμούς. Όμως τα τελευταία χρόνια, πολλοί ταξιδιώτες αρχίζουν να στρέφονται σε εναλλακτικές επιλογές. Οι κλασικές εικόνες της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Ισπανίας εξακολουθούν να γοητεύουν, αλλά η έντονη ζέστη, οι μεγάλες τιμές και οι συνωστισμοί απομακρύνουν αρκετούς από την παραδοσιακή καλοκαιρινή «συνταγή».
Μια νέα τάση, που αποκτά ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές, είναι αυτή των «δροσερών διακοπών», ταξίδια δηλαδή σε μέρη με πιο ήπιο καλοκαίρι, λιγότερη κίνηση και μεγαλύτερη σύνδεση με τη φύση. Οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης, οι περιοχές των Άλπεων, τα νησιά του Ατλαντικού και ορισμένα βουνά στη νότια Ευρώπη γίνονται νέοι ελκυστικοί προορισμοί. Οι επισκέπτες αναζητούν καθαρό αέρα, δάση, λίμνες και χώρους πιο ήρεμους, αντί για πολυσύχναστες παραλίες.
Δεν πρόκειται απλά για «μόδα». Η κλιματική αλλαγή έχει ενισχύσει την ανάγκη για προσαρμογή. Οι υψηλές θερμοκρασίες και οι πυρκαγιές που σημειώθηκαν τα τελευταία καλοκαίρια σε πολλές χώρες επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ταξιδιωτών. Ο κόσμος δείχνει να προτιμά περιόδους με λιγότερο τουρισμό (άνοιξη, φθινόπωρο) για τους κλασικούς καλοκαιρινούς προορισμούς, και να επιλέγει πιο δροσερές περιοχές για τις μέρες του Ιουλίου και του Αυγούστου.
Το φαινόμενο δεν περιορίζεται σε μια ηλικιακή ομάδα. Ταξιδιώτες μεγαλύτερης ηλικίας, που έχουν περισσότερο χρόνο και λιγότερες οικογενειακές υποχρεώσεις, αλλά και νέοι άνθρωποι που επιλέγουν εμπειρίες αντί για υλικά αγαθά, συμμετέχουν ενεργά στη μετατόπιση αυτή. Αντί για πολυτελή θέρετρα, πολλοί προτιμούν πεζοπορίες, υπαίθριες δραστηριότητες και μικρότερες, πιο τοπικές μορφές φιλοξενίας.
Σύμφωνα με ταξιδιωτικά πρακτορεία, η αύξηση στις κρατήσεις για χώρες όπως η Ισλανδία, η Νορβηγία και η Εσθονία είναι αξιοσημείωτη. Παράλληλα, πολλοί τουρίστες μετακινούν τις κρατήσεις τους σε μεσογειακές χώρες προς την άνοιξη και το φθινόπωρο, αποφεύγοντας τη ζέστη του καλοκαιριού. Αυτή η μετατόπιση προσφέρει και στις τουριστικές επιχειρήσεις μια νέα πρόκληση, αλλά και ευκαιρία για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Ακόμα και τα ταξίδια στο εσωτερικό των χωρών κερδίζουν έδαφος. Περιοχές που προσφέρουν εναλλακτικές μορφές τουρισμού, όπως η πεζοπορία, η ποδηλασία, τα ιαματικά λουτρά ή οι επισκέψεις σε εθνικά πάρκα, προσελκύουν νέο κοινό. Οι ταξιδιώτες δείχνουν ενδιαφέρον για εμπειρίες που συνδυάζουν χαλάρωση με εξερεύνηση, αποφεύγοντας τους έντονα τουριστικούς προορισμούς.
Η αλλαγή αυτή μπορεί να αποβεί θετική όχι μόνο για τους ίδιους τους ταξιδιώτες, αλλά και για τις τοπικές οικονομίες. Περιοχές που παλαιότερα δεν είχαν τουριστική προβολή αποκτούν νέα δυναμική, ενώ τα δημοφιλή θέρετρα μπορούν να διαχειριστούν καλύτερα την τουριστική κίνηση κατά τη διάρκεια του χρόνου, μειώνοντας την πίεση σε υποδομές και φυσικούς πόρους. Επιπλέον, η διασπορά της τουριστικής δραστηριότητας συμβάλλει και στη βιωσιμότητα των προορισμών μακροπρόθεσμα.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δηλώνουν πως, πλέον, αξιολογούν διαφορετικά τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους σε σχέση με τις διακοπές. Οι προτιμήσεις διαφοροποιούνται από την υπερκατανάλωση και την επίδειξη, προς την απλότητα και τη βιωματική απόλαυση. Ένα μικρό κατάλυμα στο βουνό ή μια εξερεύνηση στη σκανδιναβική φύση μπορεί να προσφέρει περισσότερη ξεκούραση και ουσία, απ’ ό,τι ένα γεμάτο ξενοδοχείο σε κοσμοπολίτικο νησί.
Παράλληλα, ο σχεδιασμός των διακοπών γίνεται πιο συνειδητός. Οι ταξιδιώτες αναζητούν την ποιότητα αντί για την ποσότητα, θέλουν να αποφύγουν το άγχος του συνωστισμού και επιδιώκουν να βιώσουν τον τόπο που επισκέπτονται πιο αυθεντικά. Οι επιλογές τους προσανατολίζονται στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη, τόσο για λόγους οικολογικής ευαισθησίας όσο και για προσωπική ευημερία.
Οι τοπικές κοινότητες, σε πολλές περιπτώσεις, ανταποκρίνονται θετικά. Μικροί ξενώνες, οικοτουριστικές πρωτοβουλίες, δράσεις πολιτιστικής επαφής και αγροτουρισμός δίνουν ώθηση σε τομείς της οικονομίας που ήταν μέχρι πρότινος στο περιθώριο. Η τουριστική εμπειρία γίνεται περισσότερο συμμετοχική και λιγότερο καταναλωτική, ενισχύοντας το αίσθημα σύνδεσης του επισκέπτη με τον προορισμό.
Αξιοσημείωτο είναι πως οι αλλαγές αυτές δεν εκδηλώνονται απλώς ως τάση των τουριστών, αλλά επηρεάζουν και τις πολιτικές στρατηγικές πολλών χωρών που στοχεύουν στη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη. Μεγάλα τουριστικά γραφεία και οργανισμοί αρχίζουν να ενσωματώνουν στις προτάσεις τους λιγότερο γνωστούς προορισμούς, προσφέροντας πακέτα με περιβαλλοντικά υπεύθυνες πρακτικές και συνεργασίες με τοπικές επιχειρήσεις.
Η τάση για «δροσερές διακοπές» αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη αλλαγή φιλοσοφίας. Οι ταξιδιώτες δείχνουν να αναζητούν ποιότητα αντί για ποσότητα, εμπειρία αντί για εικόνα, ηρεμία αντί για πολυκοσμία. Σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον όπου η σταθερότητα του κλίματος δεν θεωρείται δεδομένη, ίσως αυτή η στροφή να αποτελεί μια σοφότερη και μακροπρόθεσμα ωφέλιμη επιλογή για το μέλλον των καλοκαιρινών αποδράσεων.
Καθώς οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες μεταβάλλονται, και οι προσωπικές προτεραιότητες των ανθρώπων επαναξιολογούνται, ίσως η ιδέα των «δροσερών διακοπών» να μετατραπεί από εναλλακτική σε κανόνα. Και τότε, το καλοκαίρι να συνεχίσει να σημαίνει ελευθερία και ξεκούραση, απλώς με άλλες εικόνες, άλλους ήχους και πιο γήινη, ανθρώπινη κλίμακα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.