20 Ιούλ 2025
READING

Ο πόλεμος του ήχου και η νέα φωνή του branding

5 MIN READ

Ο πόλεμος του ήχου και η νέα φωνή του branding

Ο πόλεμος του ήχου και η νέα φωνή του branding

Το κουδούνισμα ενός iPhone, η μουσική είσοδος του Netflix, το τεσσάρων νοτών ba-da-ba-ba-ba της McDonald’s. Τίποτα από αυτά δεν γράφτηκε τυχαία…

… Ο ήχος, κάποτε συνοδευτικός της εικόνας, είναι πλέον το ίδιο το μήνυμα και έχοντας πάψει να είναι, απλώς, συνοδευτικός, τώρα σχεδιάζεται, αγοράζεται, κατοχυρώνεται. Γιατί με την επανάληψη, γίνεται εμμονή και μένει στο μυαλό για πάντα.

Από το βλέμμα στο αυτί

Ο κόσμος της διαφήμισης βασίστηκε για δεκαετίες στην εικόνα. Το μάτι ήταν ο στόχος, η προσοχή ήταν το ζητούμενο. Όμως, το σημερινό ψηφιακό περιβάλλον είναι κορεσμένο από οπτικά ερεθίσματα. Καθώς οι χρήστες scrollάρουν χωρίς να κοιτάζουν πραγματικά, το αυτί εμφανίζεται ως νέο πεδίο επιρροής. Το ηχητικό branding δεν είναι πια απλώς μουσική υπόκρουση. Είναι εταιρική ταυτότητα. Σύμφωνα με έρευνα της Edison Research του 2023, το 64% των χρηστών που ακούνε καθημερινά podcasts δηλώνουν ότι θυμούνται πιο εύκολα τα brands που άκουσαν, παρά αυτά που είδαν σε banner ή social ads. Στον ήχο δεν υπάρχει skip button. Η αλληλεπίδραση είναι πιο παθητική, αλλά και πιο αποδοτική. Ο Ζακ Ντεριντά, έχει προλάβει να ορίσει ότι ο ήχος είναι το μέσο της εγγύτητας και βρίσκεται πιο κοντά στο σώμα από ό,τι η εικόνα κι αυτό, σήμερα, το αξιοποιούν πρώτοι οι διαφημιστές και μετά οι μουσικοί.

Τα podcasts ως format επιρροής και υποβολής

Το podcast ήταν για αρκετό καιρό, κάτι σαν το νέο ραδιόφωνο και για πολλούς ένα ανώδυνο χόμπι. Τώρα είναι εργαλείο επιρροής, και συναισθηματικής οικειότητας, που μοιάζει να  απευθύνεται στον καθένα πολύ προσωπικά, χαμηλόφωνα, συνειρμικά, συναισθηματικά. Το brand που κάνει podcast, δεν διεκδικεί διαφημιστικό ραδιοφωνικό χρόνο σαν προϊόν, αλλά μιλά ανθρώπινα και προσωπικά. Το Spotify, η Amazon μέσω του Audible, και τώρα η TikTok Music, επενδύουν τεράστια κεφάλαια στην ανάπτυξη αποκλειστικού audio περιεχομένου γιατί όποιος ελέγχει το αυτί, έχει χρόνο, γίνεται συνήθεια και αποκτά ρυθμό. Σύμφωνα με τη McKinsey, τα brands που επενδύουν σε voice-first ή ας πούμε φωνητικής προσέγγισης καμπάνιες παρουσιάζουν κατά 18% υψηλότερη αναγνωρισιμότητα σε σύγκριση με οπτικά formats. Η ακουστική μνήμη αποδεικνύεται πιο ανθεκτική από την οπτική.

Η παντοδυναμία του ήχου

Το ηχητικό λογότυπο,  αυτό που διεθνώς ονομάζεται sonic logo, δεν είναι τραγούδι, αλλά μια σύντομη μουσική ακολουθία, διάρκειας λίγων δευτερολέπτων, που έχει σχεδιαστεί, ώστε να προκαλεί αναγνώριση. Ο ήχος της Intel, το χαρακτηριστικό μουσικό κλείσιμο της McDonald’s ή το βαθύ τούκ του Netflix είναι παραδείγματα που δεν χρειάζονται εικόνα για να λειτουργήσουν. Η αγορά του ηχητικού branding, δηλαδή του σχεδιασμού εταιρικής ταυτότητας μέσω ήχου, ξεπερνά ήδη τα 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια σε ετήσιο κύκλο. Πρακτορεία διαφήμισης συνεργάζονται με μουσικούς, τεχνικούς ήχου και ακόμη και με ειδικούς της νευροεπιστήμης, για να δημιουργήσουν ήχους που όχι μόνο ξεχωρίζουν, αλλά συνδέονται με συναισθήματα. Μεγάλες μάρκες, όπως η Coca-Cola, η BMW και η Visa, έχουν αποκτήσει δικές τους υπογραφές ήχου. Χρησιμοποιούνται σε τηλεοπτικά σποτ, σε εφαρμογές κινητών, σε βίντεο, ακόμη και σε ειδοποιήσεις. Όπου υπάρχει σημείο επαφής με τον χρήστη, μπορεί να τοποθετηθεί ένας σύντομος, χαρακτηριστικός ήχος. Και με αυτόν, να δημιουργηθεί αίσθηση οικειότητας και αναγνωρισιμότητας, χωρίς να χρειαστεί καν να αναφερθεί το όνομα της εταιρείας.

Οι λίστες μουσικής ως εργαλείο marketing

Οι εταιρείες δεν επενδύουν πια μόνο σε διαφημίσεις ή χορηγίες. Δημιουργούν ολόκληρες μουσικές λίστες. Το Spotify συνεργάζεται με brands για να λανσάρει θεματικά playlists. Η Nike διαθέτει συλλογές για κάθε είδος προπόνησης. Η Glossier έχει λίστα που σχεδιάστηκε ειδικά για χρήση στο μπάνιο. Η McDonald’s φτιάχνει μουσικές ροές που παίζουν τόσο στα καταστήματά της όσο και στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτό το είδος μουσικής παρουσίας δεν λειτουργεί ως άμεση διαφήμιση. Δεν ζητά κάτι, δεν πουλά κάτι. Είναι τρόπος συνύπαρξης. Η μουσική χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει περιβάλλον. Να ενισχύσει τη μνήμη, να καλλιεργήσει σύνδεση, να αποδώσει ταυτότητα. Δεν υποστηρίζει απλώς το μήνυμα. Το ενσωματώνει.

Ήχος, εταιρείες και συμπεριφορά

Ηχητικό περιεχόμενο δεν σημαίνει απλώς μουσική ή αναγνώριση brand, αλλά και συλλογή δεδομένων. Δηλαδή,  πόση ώρα μένει κάποιος σε ένα κομμάτι, σε ποιο σημείο το αλλάζει, ποιον ρυθμό ακολουθεί κάθε μέρα. Το Spotify, με 615 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες παγκοσμίως, σύμφωνα με στοιχεία της Q1 για το 2025, διαθέτει το μεγαλύτερο dataset ακουστικής συμπεριφοράς στον κόσμο. Και αυτό πουλά στους διαφημιζόμενους δεν είναι τραγούδια, αλλά συναίσθημα για τα προϊόντα τους. Όταν, για παράδειγμα, ο χρήστης ακούει για δύο ώρες το μεσημέρι μια λίστα τύπου focus, δηλαδή, μουσικά κομμάτια, που βοηθούν στη συγκέντρωση και αργότερα επιλέγει μια λίστα με chill beats, δηλαδή ήχους για χαλάρωση, η πλατφόρμα καταγράφει όχι μόνο προτίμηση είδους, αλλά και ψυχολογικό ρυθμό μέσα στην ημέρα.

Τα ηχητικά μας δεδομένα και οι εταιρικοί κολοσσοί

Οι εταιρείες μπορούν να προσαρμόζουν το διαφημιστικό μήνυμα, όχι μόνο με βάση τον τόπο ή το φύλο, αλλά με βάση την ψυχική διάθεση του ακροατή. Η Amazon, μέσω της Alexa, κάνει ήδη δοκιμές στην ανίχνευση φωνητικού τόνου για να εκτιμά κούραση ή ένταση προτείνοντας ανάλογα περιεχόμενο, ή και προϊόντα. Από την πλευρά της, η Apple, με τη λειτουργία Apple Music Voice Plan, στρέφεται σε φωνητικά κατευθυνόμενο περιβάλλον ακρόασης, όπου η πλοήγηση δεν γίνεται με κουμπιά, αλλά με φράσεις του τύπου «παίξε κάτι για βραδινή χαλάρωση». Αυτό που χτίζεται δεν είναι μια «ηχητική αισθητική», αλλά ένα προφίλ που βασίζεται στον ήχο. Και όσο περισσότερη φωνή ή μουσική δίνουμε, τόσο πιο προβλέψιμοι γινόμαστε.

Η μουσική και οι φωνές λειτουργούν πλέον σαν ίχνη που δείχνουν τι θέλουμε, πότε το θέλουμε και πάνω απ όλα, σε ποια διάθεση είμαστε έτοιμοι να το αγοράσουμε.

 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.