12 Ιούλ 2025
READING

Η κυβερνοασφάλεια ως στρατηγική προτεραιότητα για τις τράπεζες το 2025

4 MIN READ

Η κυβερνοασφάλεια ως στρατηγική προτεραιότητα για τις τράπεζες το 2025

Η κυβερνοασφάλεια ως στρατηγική προτεραιότητα για τις τράπεζες το 2025

Το 2025, η κυβερνοασφάλεια αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους τομείς επενδύσεων στον παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κλάδο. Οι τράπεζες, υπό την πίεση της αυξανόμενης πολυπλοκότητας των ψηφιακών απειλών και της επιταχυνόμενης ψηφιοποίησης, εντείνουν τις προσπάθειές τους για προστασία των δεδομένων, των πελατών και της επιχειρησιακής τους συνέχειας.

Σύμφωνα με διεθνείς προβλέψεις, οι συνολικές παγκόσμιες δαπάνες για κυβερνοασφάλεια αναμένεται να αγγίξουν τα 377 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση άνω του 12% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Από αυτό το ποσό, ένα σημαντικό ποσοστό προέρχεται από τον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα, ο οποίος διαχειρίζεται μεγάλο όγκο ευαίσθητων πληροφοριών και παραμένει σταθερά στο στόχαστρο των κυβερνοεπιθέσεων.

Οι ίδιες οι τράπεζες, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη, επενδύουν επιθετικά σε αυτόν τον τομέα. Ο προϋπολογισμός τους για κυβερνοασφάλεια εκτιμάται ότι φτάνει τα 32 δισ. δολάρια παγκοσμίως, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 11% των συνολικών δαπανών πληροφορικής (IT) τους. Οι μεγαλύτερες τράπεζες, όπως η JPMorgan και η Bank of America, διαθέτουν ετησίως πάνω από 600 εκατομμύρια και 1 δισεκατομμύριο δολάρια αντίστοιχα για την ασφάλεια των πληροφοριακών τους συστημάτων.

Παράλληλα, έρευνες δείχνουν ότι η πλειονότητα των τραπεζών (πάνω από 85%) σκοπεύει να αυξήσει περαιτέρω το IT budget της μέσα στο 2025, δίνοντας προτεραιότητα στην ενίσχυση της ψηφιακής προστασίας. Οι νέες επενδύσεις επικεντρώνονται σε τεχνολογίες όπως συστήματα SIEM και SOAR, firewall επόμενης γενιάς, καθώς και λύσεις που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη για την έγκαιρη ανίχνευση και απόκριση σε απειλές.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται επίσης στην ανθεκτικότητα των υποδομών. Οι τράπεζες δοκιμάζουν τις άμυνές τους με προσομοιωμένα σενάρια κυβερνοεπιθέσεων (CBEST, SIMEX), ενώ παράλληλα εκπαιδεύουν συνεχώς το προσωπικό τους για την αντιμετώπιση περιστατικών, με έμφαση στο phishing και τις νέες μορφές ψηφιακής απάτης που αξιοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη.

Η στρατηγική κυβερνοασφάλειας δεν περιορίζεται πλέον στην πρόληψη. Επεκτείνεται στη δυνατότητα ταχείας ανάκαμψης και επιχειρησιακής συνέχειας, ενώ ενσωματώνει και ασφαλιστικά εργαλεία (cyber insurance) για την κάλυψη του αυξανόμενου κινδύνου. Με την κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων και την αυξανόμενη εξάρτηση από εξωτερικούς παρόχους, η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο αποτελεί πλέον κρίσιμο πυλώνα βιωσιμότητας και εμπιστοσύνης για κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

Η γενική εικόνα δείχνει ότι οι τράπεζες παγκοσμίως αυξάνουν τις επενδύσεις τους στην κυβερνοασφάλεια το 2025 με ταχύτερους ρυθμούς από ποτέ. Όχι μόνο για να αντιμετωπίσουν εξελιγμένες απειλές, αλλά και για να διασφαλίσουν τη φήμη, την αξιοπιστία και την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τους οικοσυστήματος.

Την ίδια στιγμή, ο οίκος αξιολόγησης DBRS επισημαίνει ότι οι κυβερνοαπειλές δεν αποτελούν πλέον απλώς έναν τεχνικό κίνδυνο, αλλά έναν συστημικό παράγοντα με σοβαρές επιπτώσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η έκθεση των τραπεζών σε λειτουργικά και τεχνολογικά περιστατικά αυξάνεται διαρκώς, εξαιτίας της μεγάλης εξάρτησης από ψηφιακές υποδομές και εξωτερικούς παρόχους.

Οι κυβερνοεπιθέσεις στοχεύουν συχνά στη διαρροή ευαίσθητων δεδομένων ή στην πρόκληση διακοπής κρίσιμων υπηρεσιών, με σημαντικό οικονομικό και λειτουργικό κόστος. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται ποικίλουν: ransomware, malware, phishing, DDoS και, πλέον, τεχνικές που αξιοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη, όπως το spoofing και το vishing. Τα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εμφανίζονται ιδιαίτερα ευάλωτα, δεχόμενα συνδυασμένες και εξελιγμένες επιθέσεις, πολλές από τις οποίες έχουν και πολιτικά κίνητρα, ειδικά μετά την κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία.

Αντιμέτωπες με αυτές τις προκλήσεις, οι τράπεζες υιοθετούν ένα πολυεπίπεδο πλαίσιο άμυνας, επενδύοντας σε τεχνολογίες εντοπισμού, απόκρισης και ανάκαμψης. Εφαρμόζουν συστήματα SIEM και SOAR, διεξάγουν προσομοιώσεις περιστατικών, υλοποιούν σχέδια αποκατάστασης λειτουργίας και συνάπτουν συμβόλαια ασφάλισης κυβερνοκινδύνου. Παράλληλα, ενισχύεται και η ετοιμότητα απέναντι σε απειλές που προκύπτουν από αδυναμίες τρίτων παρόχων, λόγω outsourcing.

Σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των κινδύνων αυτών αναλαμβάνουν και οι εποπτικές αρχές. Το 2024, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διενήργησε την πρώτη πανευρωπαϊκή άσκηση αξιολόγησης κυβερνοανθεκτικότητας, σε 109 τράπεζες, προκειμένου να μετρήσει τον χρόνο απόκρισης και ανάκαμψης από ένα σοβαρό περιστατικό. Η άσκηση ανέδειξε περιθώρια βελτίωσης, ιδίως στα επιχειρησιακά πλαίσια ανθεκτικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, από τον Ιανουάριο του 2025 τέθηκε σε ισχύ ο Κανονισμός DORA (Digital Operational Resilience Act), που στοχεύει στη θωράκιση της ψηφιακής λειτουργίας των τραπεζών έναντι κάθε μορφής τεχνολογικού κινδύνου. Ο DORA εισάγει αυστηρότερους κανόνες για τη διαχείριση κινδύνων ICT, τις δοκιμές αντοχής, την αναφορά περιστατικών και την εποπτεία τρίτων παρόχων.

Η συμμόρφωση με τον DORA αναμένεται να επιφέρει νέο κύμα επενδύσεων στις υποδομές και τα πληροφοριακά συστήματα των ευρωπαϊκών τραπεζών, ενώ θα επιβάλει και αυξημένη διαφάνεια προς τις αρχές και το κοινό. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο η αποτροπή των επιθέσεων, αλλά η ικανότητα ταχείας αποκατάστασης και διατήρησης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.