Η κλιματική κρίση επιταχύνει ήδη τις αλλαγές σε βασικούς τομείς της καθημερινότητας και ο τρόπος που δροσίζονται οι Ευρωπαίοι κατά τους θερμότερους μήνες του χρόνου αναδεικνύεται σε ένα από τα πιο εύγλωττα παραδείγματα.
Η χρήση κλιματισμού, που άλλοτε λογιζόταν ως προνόμιο ή επιλογή, μετατρέπεται πλέον σε αναγκαιότητα για όλο και περισσότερους πολίτες, ιδίως στη νότια Ευρώπη, όπου οι θερμοκρασίες καταγράφουν αλλεπάλληλα ιστορικά ρεκόρ. Με τα ακραία καιρικά φαινόμενα να καθίστανται συχνότερα και εντονότερα, το ενεργειακό αποτύπωμα της ψύξης στις οικιακές καταναλώσεις αυξάνεται διαρκώς, τροφοδοτώντας έναν φαύλο κύκλο μεταξύ υπερθέρμανσης και κατανάλωσης ενέργειας.
Η Ιταλία καταγράφεται ως η χώρα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας για κλιματισμό σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2025, η Ιταλία ευθύνεται για περισσότερο από το ένα τρίτο της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται για ψύξη στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό καθιστά τη γειτονική χώρα τον αδιαμφισβήτητο πρωταγωνιστή στην ενεργοβόρα χρήση κλιματιστικών, παρότι αντιμετωπίζει από τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Η εξήγηση γι’ αυτό το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντική. Πέρα από τα διαδοχικά και σφοδρά κύματα καύσωνα που πλήττουν περιοχές, όπως η Σικελία και η Σαρδηνία, η Ιταλία διαθέτει επίσης τον γηραιότερο πληθυσμό της Ευρώπης, μια ευάλωτη κατηγορία πολιτών που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη στις επιπτώσεις της υπερβολικής ζέστης.
Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ελλάδα, παρά το μικρότερο μέγεθός της και το χαμηλότερο πληθυσμιακό δυναμικό. Η χώρα καταναλώνει πάνω από 8.000 τερατζάουλ ενέργειας για σκοπούς ψύξης, ξεπερνώντας κράτη με μεγαλύτερη επικράτεια και οικονομία. Ακολουθούν η Γαλλία, η Ισπανία και η Γερμανία, με διαφορές που οφείλονται τόσο στις κλιματικές συνθήκες όσο και στα καταναλωτικά πρότυπα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, οι καταναλωτές κάνουν εντατική χρήση των συσκευών κλιματισμού κατά τους θερινούς μήνες, καθώς η εναλλαγή από ημέρες καύσωνα σε νύχτες με υψηλή υγρασία δημιουργεί συνθήκες δυσφορίας, ιδίως στα αστικά κέντρα.
Παρ’ όλα αυτά, το ποσοστό της ενέργειας που καταναλώνεται για κλιματισμό στην ΕΕ παραμένει μικρότερο από ό,τι ίσως υποθέτει κανείς. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η ψύξη χώρων αντιστοιχεί μόλις στο 0,6% της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης των νοικοκυριών, με τη θέρμανση να παραμένει ο κυρίαρχος καταναλωτής ενέργειας, φτάνοντας το 62,5% της συνολικής χρήσης. Ακολουθούν η θέρμανση νερού με 15,1%, ο φωτισμός και οι ηλεκτρικές συσκευές με 14,5%, το μαγείρεμα με 6,5%, ενώ στην κατηγορία «άλλες χρήσεις» εντάσσονται επιμέρους εφαρμογές που αντιστοιχούν σε μόλις 0,8%.
Το 2025 καταγράφεται ως ένα από τα θερμότερα καλοκαίρια στην ευρωπαϊκή ιστορία. Η Πορτογαλία σημείωσε την υψηλότερη θερμοκρασία στην ήπειρο, με 46,6 βαθμούς Κελσίου στη Μόρα, κοντά στη Λισαβόνα. Στην Ισπανία, η πόλη Ελ Γραναδο άγγιξε τους 46 βαθμούς, ενώ στη Σκάλα Λακωνίας καταγράφηκε η υψηλότερη τιμή στην ηπειρωτική Ελλάδα, με 43,2 βαθμούς. Οι καύσωνες προκαλούν όχι μόνο δυσφορία, αλλά και πραγματικούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία, οδηγώντας σε εκατοντάδες επιπλέον θανάτους, ιδιαίτερα στις ευπαθείς ομάδες. Παράλληλα, εκδηλώνονται σοβαρά περιστατικά ξηρασίας στα δυτικά Βαλκάνια και καταστροφικές πυρκαγιές σε περιοχές της Ελλάδας και της Ισπανίας, εντείνοντας τις πιέσεις στο ενεργειακό δίκτυο και στη διαχείριση κρίσεων.
Στον αντίποδα αυτής της αυξημένης ζήτησης για ενέργεια, τα στοιχεία της Eurostat αποτυπώνουν και μια θετική δυναμική, με τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά να εμφανίζονται πιο συνειδητοποιημένα ως προς την κατανάλωση ενέργειας. Το 2023, η συνολική κατανάλωση των νοικοκυριών στην ΕΕ μειώθηκε κατά 5,6% σε σχέση με το 2022, φτάνοντας τα 9,6 εκατομμύρια τερατζάουλ, τη δεύτερη συνεχόμενη πτωτική χρονιά μετά το ιστορικό υψηλό του 2021. Οι προσπάθειες ενεργειακής εξοικονόμησης και η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενισχύονται, καθώς η τελική κατανάλωση στα ευρωπαϊκά σπίτια καλύπτεται πλέον σε ποσοστό 29,5% από φυσικό αέριο, 25,9% από ηλεκτρικό ρεύμα και 23,5% από ΑΠΕ και βιοκαύσιμα.
Μέσα σε αυτό το δυναμικά μεταβαλλόμενο τοπίο, η ανάγκη για αποτελεσματική διαχείριση της ζήτησης ενέργειας και για καινοτόμες λύσεις ψύξης καθίσταται πιο επείγουσα από ποτέ. Ο σχεδιασμός κτιρίων με καλύτερη θερμομόνωση, η υιοθέτηση πράσινων τεχνολογιών και η ενίσχυση της ευαισθητοποίησης των πολιτών για ορθολογική χρήση του κλιματισμού, δεν είναι τεχνικά ζητήματα, αλλά πολιτικές επιλογές με κοινωνική διάσταση.
Σε μια Ευρώπη που θερμαίνεται σταθερά και γερνά ταυτόχρονα, ο τρόπος που θα δροσίζεται ο πληθυσμός δεν αφορά μόνο την καθημερινή άνεση, αλλά την ίδια την ανθεκτικότητα των κοινωνιών της στον 21ο αιώνα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.