Η αγορά μεταχειρισμένων ειδών ένδυσης στις Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκεται σε μια από τις πιο δυναμικές φάσεις της ιστορίας της. Η αυξημένη οικονομική πίεση στα νοικοκυριά, η διάθεση για εξοικονόμηση, αλλά και η επιθυμία για διαφοροποίηση από την τυποποιημένη μαζική παραγωγή, συνδυάζονται με την περιβαλλοντική ανησυχία και δημιουργούν το τέλειο έδαφος για την ανάπτυξη του secondhand. Από τα thrift stores που παραδοσιακά συνδέονταν με χαμηλότερα εισοδήματα μέχρι τις σύγχρονες online πλατφόρμες μεταπώλησης και τις αγορές πολυτελών ειδών, το secondhand έχει μετατραπεί σε mainstream επιλογή για καταναλωτές κάθε ηλικίας και οικονομικής κατάστασης.
Η εικόνα των αριθμών είναι ενδεικτική. Το μέγεθος της αμερικανικής αγοράς εκτιμάται ότι αυξήθηκε από 28 δισεκατομμύρια δολάρια το 2019 σε 49 δισεκατομμύρια το 2024, ενώ η πρόβλεψη για το 2029 φτάνει τα 74 δισεκατομμύρια, με βάση δημοσίευμα του Forbes. Παράγοντες, όπως οι δασμοί που επιβαρύνουν το κόστος εισαγόμενων ενδυμάτων και οι συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις, έχουν ενισχύσει τη στροφή των καταναλωτών σε μεταχειρισμένα είδη, τα οποία συνδυάζουν την χαμηλότερη τιμή με την αίσθηση ότι κάθε αγορά συμβάλλει στη μείωση της σπατάλης πόρων.
Τα thrift stores έχουν καταγράψει εντυπωσιακή αύξηση επισκεψιμότητας, τετραπλάσια σε σχέση με τα συμβατικά καταστήματα ένδυσης την τελευταία πενταετία. Για πολλούς, η εμπειρία αυτών των καταστημάτων συνδέεται με την αναζήτηση κρυμμένων «θησαυρών», μια διαδικασία που ξεφεύγει από την απλή αγοραστική πράξη και αποκτά ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Επιπλέον, όλο και περισσότεροι καταναλωτές υψηλότερων εισοδημάτων συμμετέχουν σε αυτήν την τάση, είτε για λόγους διαφοροποίησης είτε για να αποκτήσουν κομμάτια με ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Παράλληλα, ο κλάδος των πολυτελών ειδών γνωρίζει ανάλογη άνθηση. Η αύξηση των τιμών στη λιανική αγορά μετά την πανδημία, που σε πολλές περιπτώσεις έφτασε το 20 με 30 τοις εκατό, δημιούργησε δισταγμό στους καταναλωτές. Η μεταπώληση εμφανίζεται έτσι ως ιδανική λύση, αφού επιτρέπει την αγορά πολυτελών κομματιών σε τιμές μειωμένες ακόμη και κατά 70%. Πλατφόρμες, όπως η The RealReal ,έχουν εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς για τον χώρο, καταγράφοντας δεκάδες εκατομμύρια μέλη και ισχυρή άνοδο εσόδων. Οι καταναλωτές, πέρα από την εξοικονόμηση, βλέπουν και το κίνητρο της επένδυσης, καθώς η αξία ορισμένων επώνυμων προϊόντων αυξάνεται στη δευτερογενή αγορά. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της τσάντας Hermès Birkin 30 που έχει κερδίσει 15% σε αξία από το 2021, ή της Margaux του οίκου The Row, η οποία έχει τριπλασιάσει την τιμή της σε resale πλατφόρμες.
Η ενίσχυση της αγοράς secondhand δεν περιορίζεται μόνο στα φυσικά καταστήματα ή στις εξειδικευμένες πλατφόρμες. Σύμφωνα με έρευνες, το 58% των Αμερικανών αγόρασε μεταχειρισμένα ρούχα το 2024, ποσοστό αυξημένο κατά έξι μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η άρση των προκαταλήψεων απέναντι στα secondhand είδη αποδεικνύεται καθοριστική. Όλο και περισσότεροι καταναλωτές βλέπουν πλέον τη ντουλάπα τους όχι μόνο ως χώρο ένδυσης, αλλά και ως επένδυση, καθώς η δυνατότητα μεταπώλησης δίνει στα ρούχα έναν νέο οικονομικό κύκλο ζωής.
Αυτή η αλλαγή κουλτούρας έχει αρχίσει να βρίσκει απήχηση και στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα, η αγορά secondhand αναπτύσσεται με πιο αργούς ρυθμούς, ωστόσο κερδίζει σταθερά έδαφος. Thrift stores λειτουργούν πλέον σε κεντρικές περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, προσελκύοντας κυρίως νεότερες ηλικίες που βλέπουν το secondhand ως τρόπο να αποκτήσουν ιδιαίτερο στυλ με χαμηλότερο κόστος. Ταυτόχρονα, online πλατφόρμες μεταπώλησης κάνουν την εμφάνισή τους, προσφέροντας ευκολία πρόσβασης σε ένα μεγαλύτερο εύρος προϊόντων. Η βιώσιμη μόδα, έννοια που συνδέεται άμεσα με την κυκλική οικονομία, γίνεται ολοένα και πιο οικεία στους Έλληνες καταναλωτές, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές που δίνουν προτεραιότητα σε περιβαλλοντικές αξίες.
Αναλυτές θεωρούν ότι η δυναμική της αγοράς μεταχειρισμένων ειδών μόδας θα παραμείνει έντονη τα επόμενα χρόνια. Η εξοικονόμηση κόστους, η δυνατότητα απόκτησης ιδιαίτερων κομματιών και η οικολογική διάσταση συνθέτουν μια τάση που δύσκολα θα υποχωρήσει. Παράλληλα, η πίεση από τις αυξημένες τιμές της fast fashion και οι νέοι δασμοί στις εισαγωγές ενδέχεται να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τη ζήτηση για secondhand. Η εμπειρία των Ηνωμένων Πολιτειών λειτουργεί ως προπομπός, δείχνοντας ότι το secondhand μπορεί να εξελιχθεί σε βασικό πυλώνα της αγοράς μόδας.
Για την Ελλάδα, το στοίχημα είναι να ακολουθήσει με τρόπο που να στηρίζει και την εγχώρια επιχειρηματικότητα. Η ανάπτυξη thrift stores, η ενσωμάτωση secondhand προτάσεων σε ήδη υπάρχουσες εμπορικές αλυσίδες και η καλύτερη δικτύωση των online πλατφορμών μπορούν να δώσουν ώθηση σε έναν κλάδο που συνδυάζει οικονομικό και κοινωνικό όφελος.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.