29 Σεπ 2025
READING

Γιατί οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι πρέπει να αλλάζουν δουλειά

4 MIN READ

Γιατί οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι πρέπει να αλλάζουν δουλειά

Γιατί οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι πρέπει να αλλάζουν δουλειά

Η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια πέτυχε κάτι που φάνταζε ακατόρθωτο στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Το φάσμα της ανεργίας, που το 2013 είχε πάρει ανησυχητικές  διαστάσεις αγγίζοντας το 12% του εργατικού δυναμικού, σήμερα έχει υποχωρήσει κάτω από το 6%. Η απασχόληση έχει επανέλθει σε υψηλότερα επίπεδα από την προ κρίσης περίοδο, καθώς πολλές κυβερνήσεις υιοθέτησαν πιο ευέλικτες πολιτικές για προσλήψεις και απολύσεις, ενώ η γήρανση του πληθυσμού μείωσε την πίεση στις αγορές εργασίας, αφήνοντας περιθώριο για καλύτερη απορρόφηση των διαθέσιμων εργαζομένων. Σε πρώτη ανάγνωση, η εικόνα μοιάζει αισιόδοξη, με την ανεργία να μην είναι πλέον το μεγαλύτερο αγκάθι για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.

Πίσω όμως από αυτά τα ενθαρρυντικά νούμερα κρύβεται μια άλλη αδυναμία, λιγότερο ορατή, αλλά εξίσου κρίσιμη. Το πρόβλημα πλέον δεν είναι η έλλειψη θέσεων εργασίας, αλλά η χαμηλή κινητικότητα. Οι εργαζόμενοι στην Ευρώπη παραμένουν καθηλωμένοι στους ίδιους εργοδότες για μεγάλα χρονικά διαστήματα, γεγονός που μειώνει την ευελιξία και περιορίζει τις δυνατότητες για επαγγελματική ανέλιξη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, περίπου ένας στους τέσσερις Ευρωπαίους δεν αλλάζει εργοδότη για περισσότερα από είκοσι χρόνια, όταν στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο ένας στους δέκα παρουσιάζει ανάλογη σταθερότητα. Η διαφορά αυτή καταδεικνύει ότι η Ευρώπη λειτουργεί ως «ήπειρος της μονιμότητας», σε αντίθεση με άλλες ανεπτυγμένες αγορές όπου η αλλαγή εργασίας αποτελεί πιο συνηθισμένο βήμα.

Η μακροχρόνια παραμονή σε μία επιχείρηση είχε λογική σε περιόδους που οι οικονομίες εξελίσσονταν αργά και η εξειδίκευση σε ένα αντικείμενο αποτελούσε σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα. Στο σημερινό περιβάλλον όμως, η σταθερότητα αυτή μοιάζει με βαρίδι. Η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται από συνεχή αναταράξεις, εμπορικούς πολέμους, σκληρό ανταγωνισμό με την Κίνα και αλλεπάλληλα τεχνολογικά άλματα. Σε μια τέτοια εποχή, η στασιμότητα εμποδίζει την ταχεία διάχυση νέων δεξιοτήτων, επιβραδύνει την προσαρμογή στις καινοτομίες και οδηγεί σε συνολική υστέρηση της παραγωγικότητας.

Η ευρωπαϊκή αγορά εργασίας είναι δομημένη με τρόπο που ανταμείβει τη σταθερότητα αντί να ενθαρρύνει την κινητικότητα. Το υψηλό κόστος απολύσεων καθιστά τους εργοδότες διστακτικούς να προσλάβουν νέους υπαλλήλους. Οι μισθολογικές κλίμακες που βασίζονται αποκλειστικά στα χρόνια υπηρεσίας ευνοούν όσους παραμένουν στον ίδιο εργοδότη, ενώ σε πολλές χώρες τα επιδόματα και οι παροχές που συνδέονται με την προϋπηρεσία καθιστούν την αποχώρηση ασύμφορη. Σε μια οικονομία που άλλαζε με αργούς ρυθμούς, το μοντέλο αυτό προσέφερε ασφάλεια και κοινωνική ειρήνη. Σήμερα όμως, σε ένα περιβάλλον που απαιτεί ταχύτητα και ευελιξία, λειτουργεί ως τροχοπέδη.

Ο Economist επισημαίνει ότι χρειάζεται μια ριζική αναθεώρηση. Μεταρρυθμίσεις, όπως η φορητότητα των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και των αποζημιώσεων, η αποσύνδεση των μισθών από την προϋπηρεσία και η σύνδεσή τους με τις δεξιότητες, αλλά και η διεύρυνση της κάλυψης των επιδομάτων ανεργίας ώστε να στηρίζονται και όσοι παραιτούνται οικειοθελώς για να αλλάξουν εργοδότη, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μεγαλύτερη κινητικότητα. Παράλληλα, θα ήταν αναγκαίο να περιοριστούν τα κρατικά σχήματα ενίσχυσης που κρατούν τεχνητά ζωντανές θέσεις εργασίας, εμποδίζοντας την ανανέωση και την αναδιάρθρωση της οικονομίας.

Το πρόβλημα ωστόσο δεν είναι μόνο θεσμικό. Υπάρχει και μια βαθιά ριζωμένη κουλτούρα που αποτρέπει τους εργαζόμενους από την αλλαγή. Έρευνες στη Γερμανία έδειξαν ότι ακόμη και όσοι μπορούσαν να κερδίσουν έως και 10% υψηλότερο μισθό αλλάζοντας εργοδότη, συχνά προτιμούσαν να μείνουν στη θέση τους με μια αύξηση μόλις 1%. Η ασφάλεια και η προβλεψιμότητα φαίνεται ότι υπερισχύουν της οικονομικής λογικής. Σε αυτό συντελούν και άλλοι παράγοντες, όπως η στεγαστική κρίση που καθιστά πανάκριβη τη μετακίνηση σε άλλη πόλη, η περιορισμένη πρόσβαση των νεοφυών επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση που θα τους επέτρεπε να δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις, αλλά και η διστακτικότητα πολλών εταιρειών να αναλάβουν ρίσκα και να προχωρήσουν σε ριζικές αναδιαρθρώσεις.

Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Από τη μία πλευρά, έχει πετύχει να ξεπεράσει το πρόβλημα της ανεργίας και να διαμορφώσει μια αγορά με σταθερή απασχόληση. Από την άλλη όμως, η ίδια αυτή σταθερότητα μπορεί να εξελιχθεί σε αδυναμία αν δεν υπάρξει προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις. Οι εργαζόμενοι ίσως χρειαστεί να θυσιάσουν ένα μέρος από την ασφάλεια της μονιμότητας, αλλά μπορούν να κερδίσουν υψηλότερους μισθούς, περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες και καλύτερη αξιοποίηση των δεξιοτήτων τους. Οι επιχειρήσεις θα επωφεληθούν από την εισροή νέων ιδεών και ταλέντων, ενώ η οικονομία συνολικά θα αποκτήσει τη δυναμική που απαιτείται για να σταθεί απέναντι στον διεθνή ανταγωνισμό.

Η Ευρώπη έχει ξεπεράσει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της ανεργίας, αλλά αν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, πρέπει να εγκαταλείψει την κουλτούρα της στασιμότητας και να προσαρμόσει τον τρόπο λειτουργίας των αγορών εργασίας της. Το αόρατο πρόβλημα της ακινησίας μπορεί να αποδειχθεί εξίσου επιζήμιο όσο κάποτε ήταν η ανεργία, αν δεν υπάρξει γενναία στροφή προς μεγαλύτερη κινητικότητα, ευελιξία και προσαρμοστικότητα.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.