27 Σεπ 2025
READING

Πώς τρεις εμβληματικές επενδύσεις ανέβασαν τον πήχη της ελληνικής φιλοξενίας

4 MIN READ

Πώς τρεις εμβληματικές επενδύσεις ανέβασαν τον πήχη της ελληνικής φιλοξενίας

Πώς τρεις εμβληματικές επενδύσεις ανέβασαν τον πήχη της ελληνικής φιλοξενίας

Για πολλά χρόνια ο ελληνικός τουρισμός ταυτιζόταν σχεδόν αποκλειστικά με το μοντέλο του ήλιου και της θάλασσας. Οι επισκέπτες συγκεντρώνονταν κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες και η φιλοξενία στηριζόταν σε μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις που ανταποκρίνονταν στην εποχική ζήτηση.

Η διεθνής αγορά όμως άρχισε να αλλάζει, με τους ταξιδιώτες να αναζητούν πιο σύνθετες εμπειρίες και την Ελλάδα να καλείται να εξελίξει το προϊόν της. Το σκηνικό διαφοροποιήθηκε σταδιακά με την εμφάνιση μεγάλων σύνθετων αναπτύξεων, που δεν περιορίστηκαν στο να προσφέρουν καταλύματα υψηλού επιπέδου, αλλά διαμόρφωσαν ένα ολοκληρωμένο πλέγμα εμπειριών. Έφεραν νέες προδιαγραφές, επένδυσαν σε υποδομές, συνέδεσαν τη φιλοξενία με την τοπική ταυτότητα και μετέτρεψαν συγκεκριμένες περιοχές σε προορισμούς διεθνούς εμβέλειας. Τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το Sani Resort στη Χαλκιδική, το Costa Navarino στη Μεσσηνία και οι πολυτελείς μονάδες στην Ελούντα της Κρήτης.

Το Sani Resort υπήρξε από τις πρώτες οργανωμένες επενδύσεις που άλλαξαν την εικόνα της Χαλκιδικής. Δημιουργήθηκε σε μια περιοχή σπάνιας φυσικής ομορφιάς, συνδυάζοντας ξενοδοχειακές μονάδες υψηλών προδιαγραφών με πλήθος υπηρεσιών. Δεν περιορίστηκε στη διαμονή, αλλά ανέπτυξε ένα ολιστικό μοντέλο φιλοξενίας με πολυτελή δωμάτια και βίλες, εστιατόρια διεθνούς και τοπικής κουζίνας, αθλητικές δραστηριότητες, εγκαταστάσεις αναψυχής και μια σύγχρονη μαρίνα που έγινε σημείο αναφοράς. Παράλληλα, το Sani Festival, με συναυλίες και καλλιτεχνικά δρώμενα διεθνούς κύρους, προσέδωσε πολιτιστική διάσταση που διαφοροποίησε την περιοχή από άλλους προορισμούς. Η συμβολή του resort στην τοπική οικονομία υπήρξε καθοριστική, καθώς δημιούργησε εκατοντάδες θέσεις εργασίας, ενίσχυσε τη συνεργασία με παραγωγούς και επιχειρήσεις και κατέστησε τη Χαλκιδική διεθνή προορισμό που μπορεί να σταθεί απέναντι σε ανταγωνιστικές αγορές της Μεσογείου. Επιπλέον, το Sani υπήρξε πρωτοπόρο και σε θέματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, επενδύοντας σε δράσεις βιωσιμότητας και οικολογικής ευαισθητοποίησης, κάτι που του προσέδωσε ακόμη μεγαλύτερη αξία στη διεθνή αγορά.

Το Costa Navarino στη Μεσσηνία είναι ίσως το πιο εμβληματικό παράδειγμα τουριστικής ανάπτυξης στη χώρα. Πρόκειται για μια επένδυση μεγάλης κλίμακας, η οποία ξεπέρασε τα όρια ενός resort και εξελίχθηκε σε σύμβολο βιώσιμης ανάπτυξης. Με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον και ένταξη της τοπικής κουλτούρας στο προϊόν, το Costa Navarino δημιούργησε υποδομές διεθνούς κύρους, από γήπεδα γκολφ που συγκαταλέγονται στα κορυφαία της Ευρώπης έως συνεδριακούς και πολιτιστικούς χώρους. Η επίδρασή του στην περιοχή ήταν καταλυτική. Η Μεσσηνία, που μέχρι πρόσφατα δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστός τουριστικός προορισμός, μετατράπηκε σε προορισμό υψηλών απαιτήσεων, προσελκύοντας διεθνείς αφίξεις, μεγάλες διοργανώσεις και νέες επενδύσεις. Παράλληλα, συνέβαλε στη δημιουργία υποδομών, στη διασύνδεση με τον πρωτογενή τομέα και στην ανάδειξη της γαστρονομικής κληρονομιάς, δείχνοντας πώς ο τουρισμός μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης σε πολλά επίπεδα. Ένα ακόμη πλεονέκτημα του Costa Navarino ήταν ότι κατόρθωσε να επιμηκύνει τη σεζόν, αξιοποιώντας τον αθλητικό (γκολφ)  και συνεδριακό τουρισμό, γεγονός που έδωσε νέα διάσταση στην έννοια της βιωσιμότητας.

Η Ελούντα στην Κρήτη γράφει μια διαφορετική ιστορία, εξίσου καθοριστική. Εκεί η ανάπτυξη δεν βασίστηκε σε έναν ενιαίο φορέα, αλλά στη σταδιακή δημιουργία ενός συμπλέγματος πολυτελών μονάδων που συνέθεσαν έναν ολοκληρωμένο προορισμό υψηλού επιπέδου. Ξενοδοχεία, όπως το Elounda Beach και το Elounda Bay Palace, έθεσαν από νωρίς τα πρότυπα για την πολυτελή φιλοξενία στην Ελλάδα, με αρχιτεκτονική ενταγμένη στο τοπίο, υπηρεσίες για διεθνή VIP κοινά και έμφαση στη διακριτικότητα. Σταδιακά, η Ελούντα έγινε συνώνυμο του luxury travel, προσελκύοντας προσωπικότητες από όλο τον κόσμο και ενισχύοντας την εικόνα της Ελλάδας ως χώρας που μπορεί να ανταγωνιστεί καθιερωμένους προορισμούς πολυτελείας, όπως η Σαρδηνία ή η Κυανή Ακτή. Η συμβολή αυτών των μονάδων υπήρξε διπλή, αφού αναβάθμισαν το τοπικό προϊόν και ταυτόχρονα ενίσχυσαν το διεθνές brand της χώρας. Η συγκέντρωση ξενοδοχείων υψηλού επιπέδου κατέστησε την Ελούντα έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους πολυτελείς προορισμούς της Μεσογείου.

Το κοινό νήμα που ενώνει αυτά τα τρία παραδείγματα είναι ότι δεν άλλαξαν μόνο τον χάρτη των περιοχών τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα έπρεπε να εξελίξει το τουριστικό της προϊόν. Εισήγαγαν μια νέα φιλοσοφία που συνέδεσε τη φιλοξενία με την εμπειρία, την τοπικότητα με τη διεθνή εμβέλεια και την πολυτέλεια με τη βιωσιμότητα. Δημιούργησαν προορισμούς-σύμβολα που έγιναν μοχλοί ανάπτυξης για τις τοπικές κοινωνίες, ανέβασαν τον πήχη της ποιότητας και λειτούργησαν ως πρότυπα για μελλοντικές επενδύσεις.

Σήμερα, το Sani Resort, το  Costa Navarino και η Ελούντα δεν αποτελούν μόνο επιτυχημένα παραδείγματα, αλλά ορόσημα που καθόρισαν την πορεία του ελληνικού τουρισμού. Η επιτυχία τους ενέπνευσε νέες αναπτύξεις σε άλλες περιοχές, ενίσχυσε την εικόνα της Ελλάδας ως διαφοροποιημένου και ποιοτικού προορισμού και απέδειξε ότι το μέλλον δεν περιορίζεται στο καλοκαίρι και την παραλία, αλλά στη δυνατότητα να προσφέρει πολύπλευρες εμπειρίες που συνδυάζουν πολιτισμό, φύση, γαστρονομία και υψηλή φιλοξενία. Παράλληλα, άνοιξαν τον δρόμο για μια νέα στρατηγική τουριστικής ανάπτυξης, στην οποία η ποιότητα, η βιωσιμότητα και η εμπειρία τοποθετούνται στο επίκεντρο.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.