09 Οκτ 2025
READING

Το ξεχωριστό παράδειγμα της ελληνικής Cinobo που βγάζει κέρδη κόντρα στον διεθνή ανταγωνισμό

4 MIN READ

Το ξεχωριστό παράδειγμα της ελληνικής Cinobo που βγάζει κέρδη κόντρα στον διεθνή ανταγωνισμό

Το ξεχωριστό παράδειγμα της ελληνικής Cinobo που βγάζει κέρδη κόντρα στον διεθνή ανταγωνισμό

Ένα ξεχωριστό φαινόμενο στον κόσμο του streaming περιεχομένου, φαίνεται να αποτελεί το Cinobo της Δάφνης Μπεχτσή. Ο λόγος είναι ότι παρά τον έντονο ανταγωνισμό που υφίσταται στην Ελλάδα, με δεδομένη την είσοδο πλατφορμών παγκοσμίου βεληνεκούς όπως το Netflix, το Disney+, η Apple TV, το Amazon Prime Video, το Cinobo έχει καταφέρει όχι μόνο να αναπτύσσεται χρόνο με το χρόνο αλλά και να κινείται ανοδικά σταθερά ως προς την κερδοφορία του. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η επιχείρηση έχει εισέλθει και στη διαχείριση κινηματογραφικών αιθουσών, δίνοντας νέα πνοή σε αίθουσες που κινδύνευαν να κλείσουν, βαλλόμενες από την εξάπλωση των πλατφορμών. Με τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα να αποτελούν το Σινέ Παρί στην Πλάκα, ο κινηματογράφος Όπερα στην οδό Ακαδημίας και όχι μόνο.

Για να γίνουμε όμως πιο συγκεκριμένοι, αρκεί να παραθέσουμε κάποια ενδεικτικά στοιχεία από τις οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας Cinobo, η οποία είχε τζίρο 3,61 εκατομμύρια ευρώ το 2024, σημαντικά αυξημένο κατά 64% σε σύγκριση με τα 2,3 εκατομμύρια ευρώ του 2023, με τα καθαρά της κέρδη μετά από τους φόρους να ανέρχονται πλέον σε 580,36 χιλιάδες ευρώ από 294,28 χιλιάδες ευρώ, όντας δηλαδή τα διπλάσια το 2024 έναντι εκείνων της χρονιάς που είχε προηγηθεί. Μάλιστα, η ανάπτυξη συνεχίστηκε και στο πρώτο εξάμηνο του 2025, καθώς ο τζίρος συνέχισε να αυξάνεται με ποσοστό 52% σε σύγκριση με το 2024. Σημαντικό μέρος των εσόδων της εταιρείας προέρχεται και από την απόκτηση των δικαιωμάτων προβολής ταινιών.

Η δημιουργία και η διαδρομή του Cinobo

Το Cinobo δημιουργήθηκε το 2020 από μια ομάδα σινεφίλ, με στόχο να φέρει το μεγάλο σινεμά σε όλους, συγκεντρώνοντας επιλεγμένες, βραβευμένες και δυσεύρετες ταινίες από όλο τον κόσμο και την Ελλάδα. Η πλατφόρμα προσφέρει μια κινηματογραφόφιλη κοινότητα όπου οι συνδρομητές μπορούν να βαθμολογούν ταινίες, να γράφουν κριτικές, να δημιουργούν λίστες και να διαβάζουν περιεχόμενο από το περιοδικό της.

Ένα παράτολμο εγχείρημα που έλαβε σάρκα και οστά

Ωστόσο η αφετηρία θα μπορούσε να αναζητηθεί λίγο νωρίτερα. Λίγο πριν από το 2020, η Δάφνη Μπεχτσή πήρε μια ριζική απόφαση: να αφήσει πίσω της τη ζωή που είχε χτίσει στη Σκωτία και να ξεκινήσει από το μηδέν στην Αθήνα, στο σπίτι της μεγαλύτερης αδερφής της. Με τις οικονομίες, τις γνωριμίες και την ενέργειά της αφιερωμένες σε ένα φαινομενικά παράτολμο εγχείρημα, ξεκίνησε να υλοποιεί μια ιδέα που θα συνδύαζε την τεχνολογία, την επιχειρηματικότητα και την πιο βαθιά της αγάπη — τον κινηματογράφο. Έτσι γεννήθηκε το Cinobo, μια πλατφόρμα streaming με ελληνική ψυχή και διεθνή προοπτική, η οποία έκανε επίσημη πρεμιέρα στις 12 Μαρτίου 2020, προσφέροντας στους σινεφίλ περίπου 300 επιλεγμένες ταινίες.

Η ιστορία στην πραγματικότητα ξεκινά το 2018, στη Γλασκώβη. Εκεί η Δάφνη Μπεχτσή έκανε διδακτορική έρευνα για την ελονοσία, έχοντας ήδη πτυχίο στη βιολογία, ενώ παράλληλα βοηθούσε τον τότε σύντροφό της να ανοίξει μια πιτσαρία. Από έξω, όλα έδειχναν πως είχε πετύχει: μια σταθερή καριέρα, αξιοπρεπείς απολαβές, ένα σχέδιο ζωής που φαινόταν ολοκληρωμένο. Κι όμως, όπως η ίδια έχει πει, τίποτα από αυτά δεν της προκαλούσε αληθινό ενθουσιασμό.

Καθώς συμμετείχε στις συζητήσεις για το μάρκετινγκ και τη διαχείριση της πιτσαρίας, άρχισε να συνειδητοποιεί πόσο τη γοητεύουν οι στρατηγικές πίσω από μια επιχείρηση — αλλά και πόσο σταθερή ήταν μέσα της η αγάπη για το σινεμά. Αναζητώντας μια νέα πορεία, άρχισε να κοιτά προς τον κόσμο της τεχνολογίας και των startups, προσπαθώντας να βρει έναν τρόπο να συνδυάσει πάθος και επαγγελματική προοπτική. Από αυτή την αναζήτηση γεννήθηκε, σχεδόν φυσικά, η ιδέα για το Cinobo — το “Cinema No Borders”, όπως δηλώνει και το όνομά του. Η κίνησή της να δημιουργήσει το Cinobo, σχετίστηκε άμεσα με την πρόθεσή της να διαδοθούν στο ευρύ κοινό βραβευμένες ταινίες, που συχνά δεν λάμβαναν ποτέ θέση πρώτης προβολής στους κινηματογράφους της χώρας, με αποτέλεσμα πολλά κινηματογραφικά αριστουργήματα να παραμένουν στην αφάνεια. Ο λόγος είναι ότι οι περισσότερες από αυτές δεν ανήκαν στην κατηγορία των δημοφιλών ταινιών που θα μπορούσαν να κόψουν εισιτήρια και να γεμίσουν τις αίθουσες.

Πέρα όμως από το παράτολμο εγχείρημα – όπως τουλάχιστον φάνταζε τον πρώτο καιρό – η Μπεχτσή αποφάσισε να επεκταθεί και στην αναβίωση γνωστών αιθουσών της Αθήνας, οι οποίες ειδικά μετά την πανδημία και τη ριζική στροφή προς τις πλατφόρμες προβολής ταινιών, μαστίζονταν από την ερημοποίηση και την έλλειψη προσέλευσης κοινού. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί, ότι το Cinobo αναπτύσσεται ως startup εταιρεία, με ταχείς ρυθμούς λόγω του ότι τα ποσοστά αύξησης τζίρου είναι μεγάλα. Ωστόσο το αποτέλεσμα που έχει πετύχει, είναι κάτι παραπάνω από αξιοπρόσεκτο και σε κάθε περίπτωση επιχειρηματικά ελκυστικό.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.