Κάποτε τα εγκλήματα ανήκαν στις εφημερίδες. Σήμερα ανήκουν στις πλατφόρμες. Η βία δεν είναι πλέον η είδηση, αλλά θέμα τηλεοπτικών εκπομπών πάσης φύσης, ειδικών podcasts, ντοκιμαντέρ, σειρών, ταινιών…
…Το true crime, από περιθωριακή κατηγορία στα μέσα του 20ού αιώνα, έγινε το πιο δημοφιλές είδος ιστοριών της ψηφιακής εποχής. Οι άνθρωποι το παρακολουθούν, το ακούν, το συζητούν, το αναλύουν. Δεν αρκεί να μάθουν το τέλος, θέλουν να βιώσουν τη διαδρομή. Το ενδιαφέρον για το έγκλημα δεν είναι νέο. Από τον Ντοστογιέφσκι ως τα αστυνομικά του Netflix, η ενοχή και η τιμωρία αποτέλεσαν το προνομιακό πεδίο της τέχνης. Η διαφορά είναι ότι σήμερα η τέχνη υποχώρησε για να περάσει μπροστά η πραγματικότητα. Το true crime δεν χρειάζεται μυθοπλασία. Χρειάζεται δεδομένα, φωνές, ηχητικά, αναπαραστάσεις. Η αλήθεια έγινε το πιο πειστικό σενάριο.
Η ψυχολογία της έλξης
Η επιτυχία του είδους στηρίζεται σε ένα απλό ένστικτο: την περιέργεια για τον κίνδυνο. Ο φόβος παρακολουθούμενος από απόσταση λειτουργεί σαν καθαρτήριο. Οι ακροατές και οι θεατές γίνονται μάρτυρες χωρίς συνέπειες. Μέσα από το podcast ή την οθόνη, το έγκλημα δεν απειλεί, αλλά καθηλώνει, με το true crime να προσφέρει ένα είδος σταθερότητας, σε καιρούς πρωτοφανούς υπεροπληροφόρισης. Το κακό έχει δομή, αρχή, μέση και τέλος. Υπάρχει θύμα, υπάρχει θύτης, υπάρχει αποκάλυψη. Ο κόσμος έξω είναι αχαρτογράφητος, αλλά στο true crime η αλήθεια αποκαλύπτεται πάντα. Είναι η ψευδαίσθηση της δικαιοσύνης μέσα σε μια πραγματικότητα που την έχει χάσει. Οι ειδικοί εξηγούν ότι η έλξη των ανθρώπων για σειρές, podcasts και εκπομπές με αληθινά εγκλήματα σχετίζεται με την ανάγκη μας να κατανοήσουμε το κακό και να νιώσουμε έναν έλεγχο απέναντι στο απρόβλεπτο. Παρακολουθώντας εγκλήματα μέσα από ένα ασφαλές πλαίσιο, οι θεατές «εξασκούνται» συναισθηματικά στον φόβο και την αγωνία χωρίς να κινδυνεύουν πραγματικά, ενώ ταυτόχρονα αναζητούν νόημα, δικαιοσύνη και κάθαρση σε ιστορίες που συχνά έχουν καθαρούς ρόλους και λύση. Πολλοί βρίσκουν ενδιαφέρον στην ψυχολογία των δραστών ή ταυτίζονται με τα θύματα, ιδιαίτερα οι γυναίκες που συχνά βλέπουν τέτοιο περιεχόμενο ως έναν τρόπο να μάθουν πώς να προστατευτούν. Ωστόσο, η υπερβολική ενασχόληση μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο άγχος, φόβο ή μια διαστρεβλωμένη αίσθηση του κινδύνου, κάνοντάς μας να βλέπουμε τον κόσμο πιο σκοτεινά απ’ ό,τι είναι. Παρότι λοιπόν η γοητεία του true crime είναι φυσιολογική και κατανοητή, οι ειδικοί τονίζουν τη σημασία του μέτρου και της επίγνωσης ότι πίσω από τις ιστορίες αυτές βρίσκονται πραγματικοί άνθρωποι και αληθινός πόνος.
Από το μικρόφωνο στο έγκλημα: Πώς τα podcasts έκαναν τη σκοτεινή πλευρά χρυσό περιεχόμενο
Η αφήγηση του εγκλήματος έγινε οικονομικό μοντέλο. Τα podcasts true crime έχουν εκατομμύρια ακροατές, με τα πιο δημοφιλή να αποφέρουν έσοδα εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο. Τα πιο επιτυχημένα podcasts του είδους είναι το My Favorite Murder των Κάρεν Κιλγκάριφ και Τζόρτζια Χάρντσταρκ, που αφηγείται υποθέσεις όπως εκείνη του Night Stalker και με περίπου 2 δισεκατομμύρια downloads στο σύνολο! Ακόμη, το Crime Junkie των Άσλεϊ Φλάουερς και Μπριτ Πρόουατ, έχει καλύψει εγκλήματα όπως του κατά συρροή δολοφόνου Ίσραελ Κις, με 1,5 δισεκατομμύρια downloads και με περίπου 5,9 εκατομμύρια ακροατές, σε κάθε νέο επεισόδιο. Πολύ δημοφιλές είναι και το Serial της Σάρα Κόενιγκ, που έγινε διάσημο με την υπόθεση του Άντναν Σάγεντ, που μόνο τη πρώτη σεζόν του ξεπέρασε τα 5 εκατομμύρια downloads σύντομα και είχε πάνω από 1,5 εκατομμύρια ακροατές ανά επεισόδιο. Το Spotify, η Apple, η Amazon επενδύουν σε σειρές βασισμένες σε υποθέσεις που εξελίσσονται σε πραγματικό χρόνο. Οι παραγωγοί δεν είναι πια δημοσιογράφοι αλλά curators ιστοριών, διαμορφωτές μιας αφήγησης που συνδυάζει το ρεπορτάζ με την ψυχολογία του θεάματος. Η βιομηχανία του true crime αναπαράγει τα μοτίβα της pop κουλτούρας. Έχει ήρωες, villains, cliffhangers, soundtrack. Στον κόσμο των true crime podcasts, οι «σούπερ σταρ» εγκληματίες που απασχολούν περισσότερο το κοινό είναι ο Τεντ Μπάντι, ο Ίσραελ Κις και ο Πολ Μπερνάρντο, όλοι τους πρόσωπα. που έχουν μετατραπεί σχεδόν σε μυθικές φιγούρες της ποπ κουλτούρας του εγκλήματος. Όμως, κάθε υπόθεση μπορεί να γίνει επεισόδιο, κάθε εγκληματίας brand, κάθε τραγωδία προϊόν. Η εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης σκοτεινής πλευράς δεν θεωρείται πια ανήθικη. Είναι απλώς μια κατηγορία περιεχομένου με υψηλό engagement.
Από το Netflix στο TikTok: Όταν το έγκλημα γίνεται trend και θεαματική αφήγηση
Η ψηφιακή και τηλεοπτική αναπαράσταση του εγκλήματος δεν είναι πλέον μόνο αφήγηση, αλλά έχει εξελιχθεί σε υπερθέαμα ηθικής, όπου το κοινό μεταμορφώνεται σε ερευνητή, ψυχολόγο και δικαστή. Στα social media κάθε υπόθεση μετατρέπεται σε λαϊκό δικαστήριο και το hashtag αντικαθιστά το κατηγορητήριο, με τις να γνώμες διατυπώνονται με την ταχύτητα του θυμού και τη δημοσιογραφία, που κάποτε ερευνούσε, τώρα να επιμελείται τηλεοπτικές σειρές. Το ντοκιμαντέρ που άλλοτε κατέγραφε, τώρα δραματοποιεί. Το κοινό δεν αναζητά μόνο την αλήθεια αλλά την ένταση και όταν η πραγματικότητα δεν αρκεί, την ενισχύει ο μοντάζ. Η γραμμή ανάμεσα στη μαρτυρία και στη μυθοπλασία γίνεται αδιόρατη. Για παράδειγμα, στη πλατφόρμα Netflix η σειρά Dahmer, με την φρικιαστική εγκληματική ζωή του Τζέφρι Ντάμερ, σε παραγωγή του Ράιαν Μέρφι, έγινε μία από τις πιο πολυσυζητημένες του είδους, με πάνω από 824 εκατομμύρια ώρες θέασης παγκοσμίως. Η σειρά αυτή, κατάφερε να προβληθεί ως μία από τις τρεις πιο πολυσυζητημένες όλης της ιστορίας του Netflix και μέσα σε τέσσερις εβδομάδες ξεπέρασε τις122,8 εκατομμύρια ώρες προβολής, ενώ συνολικά έφτασε στις 824,2 εκατομμύρια ώρες μετά την πρεμιέρα της. Στα social media, το hashtag #truecrime έχει πάνω από 125 δισεκατομμύρια προβολές στην TikTok αναζήτηση. Επίσης, σύμφωνα με μελέτη, τα μηνύματα στα κοινωνικά δίκτυα για εγκλήματα δεν αντιστοιχούν απαραίτητα σε πραγματικά δεδομένα εγκληματικότητας αλλά αντανακλούν το «φόβο του εγκλήματος» και τη δραματική του σύσταση. Με άλλα λόγια, η αφήγηση του εγκλήματος έχει γίνει οικονομικό και πολιτισμικό μοντέλο, όπου το έγκλημα δεν είναι μόνο είδηση αλλά προϊόν προς κατανάλωση, με το κοινό να παίζει ενεργό ρόλο στην αφήγηση και τη δημόσια διάσταση της υπόθεσης. Και κάπως έτσι, η γραμμή ανάμεσα στη μαρτυρία και στη μυθοπλασία γίνεται αδιόρατη.
Η βιομηχανία του εγκλήματος και η επιχείρηση του τρόμου ή από τα podcast, στα βιβλία, στις τηλεοπτικές σειρές, τα ντοκιμαντέρ και τις sold out περιοδείες
Η Αμερική υπήρξε πάντα το εργαστήριο του είδους της λαγνείας των αληθινών εγκλημάτων. Από την υπόθεση του Τεντ Μπάντι έως τα ντοκιμαντέρ του Netflix, το έγκλημα μετατράπηκε σε τηλεοπτική θρησκεία. Η Ευρώπη ακολούθησε με καθυστέρηση, αλλά με την ίδια λαχτάρα. Το true crime έγινε διεθνές format, με τοπικές εκδοχές, εθνικούς ήρωες και εσωτερικές αγορές. Το οικονομικό του αποτύπωμα είναι πλέον μετρήσιμο. Η αγορά του true crime content υπερβαίνει τα 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, σύμφωνα με στοιχεία των πλατφορμών streaming και των μεγάλων παραγωγών ηχητικών εκπομπών. Πιο συγκεκριμένα, έρευνα της Edison Research διαπίστωσε ότι το 84 % του πληθυσμού των ΗΠΑ ηλικίας άνω των 13 έχουν καταναλώσει true crime μέσα από οποιαδήποτε μορφή, τηλεόραση, podcast ή social media, που θα πει περίπου 230 εκατομμύρια άνθρωποι! Οι εκδόσεις ακολουθούν και έτσι στον χώρο των βιβλίων, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τίτλοι true crime αυξάνονται, όπως για παράδειγμα στον Καναδά, που το το είδος κατέγραψε αύξηση 24 % στο δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020. Τα live-shows βασισμένα σε podcasts και σειρές έχουν αρχίσει να γίνονται κομμάτι της αλυσίδας αξίας του είδους. Ενδεικτικό είναι ένα γερμανικό podcast του είδους, το Mord auf Ex, που είχε περισσότερους από 5 εκατομμύρια ακροατές τον Φεβρουάριο του 2024 και ξεκίνησε ζωντανή περιοδεία με πλήρη εξαντλημένα εισιτήρια. Ακόμη δημοφιλή podcasts όπως το My Favorite Murder πραγματοποιούν ζωντανές περιοδείες με sold out εμφανίσεις σε θέατρα και στάδια. Οι παραγωγοί παύουν να είναι δημοσιογράφοι που καταγράφουν και γίνονται curators ιστοριών, που βρίσκουν, επιμελούνται, διαμορφώνουν αφήγηση με ένταση, τεχνητό σασπένς, αγωνιώδη φινάλε. Όλος αυτός ο επαναπροσδιορισμός του εγκλήματος σε εμπορικό προϊόν σημαίνει ότι κάθε επιτυχημένο podcast μπορεί να γίνει σειρά, κάθε σειρά βιβλίο και κάθε βιβλίο live show. Στην πράξη το έγκλημα δεν είναι απλώς θεματική, αλλά βιομηχανία και πηγή πλούτου, με αξιοποίηση σε πολλαπλά μέσα, με ανανεωμένη μορφή για το κοινό, που δεν χορταίνει όχι μόνο από λεπτομέρειες του φρικιαστικού γεγονότος, αλλά την εμπειρία της αφήγησης, την επιβίωση, την ένταση και την ταχύτητα της κρίσης.
Ηθική κόπωση και η νοσταλγία του κακού
Η συνεχής κατανάλωση βίας έχει συνέπειες. Οι ειδικοί μιλούν για «moral fatigue», δηλαδή μια ψυχική εξουθένωση που προκύπτει από τη συνεχή επαφή με το τραύμα του άλλου. Ο φόνος μετατρέπεται σε επεισόδιο, η απώλεια σε αφήγηση, η οδύνη σε νούμερα ακρόασης. Οι ακροατές, βυθισμένοι στην κανονικότητα του τρόμου, μαθαίνουν να συγκινούνται για λίγο και μετά να συνεχίζουν. Η ευαισθησία αντικαθίσταται από περιέργεια. Ο πόνος, ο φόβος, ο θάνατος γίνονται υλικό. Η εμπορευματοποίηση του εγκλήματος συνοδεύεται από μια νοσταλγία του κακού. Οι εγκληματίες αντιμετωπίζονται ως θρύλοι, οι υποθέσεις αποκτούν cult χαρακτήρα. Η απόσταση ανάμεσα στον δράστη και τον θεατή μικραίνει. Το κοινό δεν ταυτίζεται με το θύμα, αλλά με την περιέργεια για το γιατί. Η κοινωνία που δεν εμπιστεύεται την εξουσία, ψάχνει δικαιοσύνη στο podcast. Η τηλεοπτική αλήθεια έγινε υποκατάστατο της θεσμικής. Και η φράση «βασισμένο σε αληθινή ιστορία» είναι πια εγγύηση επιτυχίας. Το true crime δεν είναι απλώς το είδος της εποχής. Είναι ο καθρέφτης της. Ένας κόσμος που έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στην αλήθεια και την αναζητά στο δράμα. Ένα κοινό που ψάχνει την κάθαρση μέσα από την αναπαράσταση του τρόμου. Και ίσως, τελικά, η ανθρωπότητα να ελκύεται από το έγκλημα όχι μόνο για τη βία του, αλλά γιατί βλέπει εκεί την υπέρβαση ενός ορίου όπως σκέφτονταν ο Ρασκόλνικοφ στο Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι:
«Ο φόνος δεν είναι τόσο τρομερός πράγμα, όσο νομίζουν οι περισσότεροι. Είναι απλώς η παραβίαση ενός φράγματος, ενός νόμου, μιας συνήθειας».
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.