25 Νοέ 2025
READING

Η βιομηχανία του θανάτου και όταν δεν υπάρχει πια χώρος ούτε για να πεθάνεις

8 MIN READ

Η βιομηχανία του θανάτου και όταν δεν υπάρχει πια χώρος ούτε για να πεθάνεις

Η βιομηχανία του θανάτου και όταν δεν υπάρχει πια χώρος ούτε για να πεθάνεις

Ο θάνατος είναι άλλη μια υπόθεση διαχείρισης. Όχι πια τελετουργία, αλλά logistics. Ούτε καν ησυχία, αλλά υπηρεσία

…Ο άνθρωπος φεύγει, η οικονομία συνεχίζει. Στις πόλεις του 21ου αιώνα, ο θάνατος απέκτησε μερίδιο αγοράς, δείκτες απόδοσης και στρατηγικά πλάνα βιωσιμότητας. Το τέλος της ζωής δεν είναι όριο, είναι κλάδος!

Οικονομία της οριστικής απουσίας

Η παγκόσμια αγορά υπηρεσιών κηδειών και αποτέφρωσης υπολογίζεται στα 118 δισεκατομμύρια δολάρια το 2023, με ετήσια αύξηση 6% ως το 2030, σύμφωνα με τα στοιχεία της Research and Markets. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το μέσο κόστος μιας κηδείας έφτασε τα 8.300 δολάρια, ενώ η αποτέφρωση κοστίζει περίπου 6.200. Στην Ιαπωνία το ποσοστό αποτέφρωσης ξεπερνά το 99%. Στην Ευρώπη, οι τιμές κυμαίνονται από 4.000 έως 6.000 ευρώ. Το τέλος κοστολογείται και το πένθος μετριέται. Η αγορά δεν κλείνει ποτέ. Ακόμη και στον θάνατο, η καινοτομία συνεχίζει. Εταιρείες που υπόσχονται «πράσινες ταφές», διαφανή συμβόλαια, ακόμη και afterlife τεχνολογίες που διατηρούν τη φωνή ή το πρόσωπο του εκλιπόντος. Οι λεγόμενες memorial tech startups δημιουργούν ψηφιακά προφίλ μνήμης, αρχεία ζωής που ενεργοποιούνται μετά τον θάνατο, εφαρμογές όπου συγγενείς και φίλοι μπορούν να συνεχίσουν την επικοινωνία με τεχνητή νοημοσύνη που μιμείται τη φωνή και τις απαντήσεις του ανθρώπου που έφυγε. Ο άνθρωπος γίνεται δεδομένο και η μνήμη του προϊόν

Ανισότητα μετά θάνατον

Οι αριθμοί είναι ψυχροί, μακάβριοι αλλά συντρυπτικοί. Το 15% των αμερικανικών νοικοκυριών δηλώνει οικονομική δυσχέρεια λόγω κόστους κηδείας. Οι κοινωνικές ταφές στην Ευρώπη αυξάνονται. Οι φτωχότεροι πεθαίνουν νωρίτερα και πληρώνουν περισσότερο. Η αξιοπρέπεια του αποχαιρετισμού μετριέται πια σε ευρώ και τετραγωνικά. Το πένθος είναι ταξικό. Υπάρχουν κηδείες που θυμίζουν παραγωγή πολυτελείας, με σκηνοθεσία, μουσική και online μετάδοση, και άλλες που χωράνε απλώς στα ελάχιστα. Οι πρώτες ανήκουν σε μια νέα παγκόσμια τάση επίδειξης. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα λεγόμενα celebration of life events οργανώνονται σε ξενοδοχεία ή ιδιωτικές λέσχες, με θεματική διακόσμηση, προβολές στιγμών ζωής, επαγγελματίες σκηνοθέτες και live streaming για όσους παρακολουθούν από μακριά. Στην Ασία, οι high-end τελετές περιλαμβάνουν φέρετρα ειδικής σχεδίασης, φωτισμό, ακόμη και συνθέσεις από drone shows. Η τελετή γίνεται αφήγημα, σκηνοθετημένη παρουσία. Στην άλλη όχθη, για τους φτωχότερους, κυριαρχεί μια αποτέφρωση χωρίς τελετή, ελάχιστο προσωπικό, καμία φυσική παρουσία συγγενών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το φαινόμενο direct cremation, δηλαδή αποτέφρωση χωρίς μνημόσυνο, αυξήθηκε κατά 15% το 2023. Είναι η φθηνότερη, αλλά και η πιο ανώνυμη λύση. Στην Ιαπωνία, οι λεγόμενες one-day funerals συνδυάζουν τελετή και αποτέφρωση μέσα σε λίγες ώρες για εξοικονόμηση κόστους. Ο θάνατος συρρικνώνεται στον χρόνο και στο χρήμα. Όπως η στέγη και η υγεία, έτσι και ο θάνατος απέκτησε κοινωνικό χάσμα. Δεν είναι μόνο ποιος ζει περισσότερο, αλλά ποιος πεθαίνει με αξιοπρέπεια.

Στις πόλεις δεν χωράνε οι νεκροί μας

Οι μεγαλουπόλεις του πλανήτη ασφυκτιούν. Δεν υπάρχει χώρος όχι μόνο για τον θάνατο, αλλά μετά βίας και για την ίδια τη ζωή. Οι μητροπόλεις μεγάλωσαν χωρίς να υπολογίσουν πως έχουν και όρια, και τώρα το πληρώνουν σε τετραγωνικά και αναμονές. Το Χονγκ Κονγκ των 7,5 εκατομμύριων ζωντανών κατοίκων πουλάει θέσεις ταφής που ξεπερνούν τις 350.000 δολάρια. Η Σιγκαπούρη με τα 5,9 εκατομμύρια ζωντανών, επιβάλλει υποχρεωτική εκκένωση τάφων μετά από 15 χρόνια. Το εκρηκτικό Τόκιο, με τα 37,2 εκατομμύρια κάτοικους, που αποτελεί τη μεγαλύτερη μητροπολιτική περιοχή στον κόσμο, πειραματίζεται με κάθετα κοιμητήρια και ψηφιακές βάσεις δεδομένων που αντικαθιστούν τις φυσικές ταφόπλακες. Στο Λονδίνο, των 9,7 εκατομμυρίων κατοίκων, τα δημοτικά κοιμητήρια μετατρέπονται σε πάρκα ή δημόσιους χώρους. Η γη έχει ημερομηνία λήξης. Η ανάγκη για πράσινο και η πίεση της αγοράς ακινήτων υπερισχύουν της μνήμης. Η πόλη σβήνει τους νεκρούς της για να τους κάνει βιώσιμη ανάπτυξη. Η πανάκριβη πόλη της Νέας Υόρκης, με 8,5 εκατομμύρια ζωντανών αντιμετωπίζει το ίδιο αδιέξοδο. Τα κοιμητήρια των πέντε συνοικιών που αποτελεούν το λεγόμενο City της Νέας Υόρκης είναι πλήρη. Στο Queens, το Calvary Cemetery, με περισσότερους από τρία εκατομμύρια θαμμένους, έχει εξαντλήσει τον χώρο του από τη δεκαετία του 1990. Το Hart Island, όπου θάβονται άποροι και ανώνυμοι, έγινε σύμβολο αστικής ανισότητας. Εκεί ο θάνατος είναι αριθμός σε αρχείο και όχι όνομα σε πλάκα. Οι δημοτικές αρχές συζητούν τώρα την ψηφιακή διαχείριση ταφών και τη χρήση χώρων εκτός πολιτειακών ορίων, ένα είδος μετανάστευσης μετά θάνατον. Στην Αθήνα, οι λίστες αναμονής για εκταφές φτάνουν τα πέντε χρόνια. Οι δήμοι δεν έχουν χώρο, τα κόστη αυξάνονται και οι ιδιώτες αναλαμβάνουν εκεί που η διοίκηση αδυνατεί. Ο θάνατος γίνεται γραφειοκρατία. Το άυλο καταγράφεται σε έντυπα και άδειες. Η απώλεια αποκτά αριθμό πρωτοκόλλου. Οι πόλεις απωθούν τον θάνατο όπως απωθούν τη φτώχεια. Τον μεταθέτουν στα όρια, τον καλύπτουν με αισθητική, τον απομακρύνουν από την καθημερινή όραση. Ο αστικός σχεδιασμός επιλέγει τη λήθη για να διατηρήσει την ψευδαίσθηση της ζωτικότητας. Το πένθος δεν βρίσκει πια χώρο στον αστικό σχεδιασμό.

Η πράσινη εποχή της ταφής

Η ανάγκη χώρου και κόστους γέννησε τη βιομηχανία της «πράσινης ταφής». Τα σώματα δεν κηδεύονται πια με μάρμαρα και μεταλλικά φέρετρα, αλλά επιστρέφουν στη γη χωρίς χημικά, χωρίς μπετόν, μέσα σε βιοδιασπώμενα υλικά που επιτρέπουν στο χώμα να ανακυκλώσει τον άνθρωπο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο ρυθμός αυτών των ταφών αυξάνεται κατά 20% κάθε χρόνο. Η υγρή αποτέφρωση με αλκαλική υδρόλυση αντικαθιστά τη φωτιά, με νερό. Το σώμα τοποθετείται σε ειδικό μεταλλικό θάλαμο γεμάτο νερό και αλκαλικό διάλυμα, όπου με θερμότητα και πίεση αποδομείται φυσικά. Απομένει μια καθαρή, αποστειρωμένη σκόνη που επιστρέφει στους συγγενείς. Η διαδικασία εκπέμπει 75% λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα από την καύση και καταναλώνει λιγότερη ενέργεια. Ο θάνατος χωρίς φλόγες γίνεται νέο δείγμα βιωσιμότητας. Η Recompose, εταιρεία με έδρα το Σιάτλ, πήγε ένα βήμα παραπέρα. Αναπτύσσει εγκαταστάσεις όπου τα σώματα μετατρέπονται σε οργανικό λίπασμα μέσα σε 30 ημέρες, μέσα από ελεγχόμενη διαδικασία κομποστοποίησης. Το τελικό υλικό παραδίδεται στις οικογένειες ή χρησιμοποιείται για τη φύτευση δέντρων. Η ανθρώπινη ύλη επιστρέφει στη φύση ως έδαφος. Στην Ολλανδία και τη Σουηδία, δοκιμάζονται μέθοδοι μηδενικού αποτυπώματος. Ειδικά φέρετρα φτιαγμένα από μύκητες που διαλύονται πλήρως στο χώμα, ή ψύξη του σώματος με υγρό άζωτο ώστε να καταρρέει σε σκόνη χωρίς φωτιά. Το πένθος γίνεται τελετουργία οικολογικής επιστροφής. Η Νότια Κορέα χρησιμοποιεί πλέον τεχνολογία blockchain για τη χαρτογράφηση και διαχείριση κοιμητηρίων, καταγράφοντας ψηφιακά τα στοιχεία ταφών και αποτρέποντας αυθαιρεσίες σε γη και δικαιώματα. Ο θάνατος ψηφιοποιείται και διοικείται. Από τις βιοδιασπώμενες τελετές ως τις δασικές ταφές όπου φυτεύεται δέντρο αντί για σταυρό, η νέα τάση θέλει τον άνθρωπο να γίνεται μέρος του κύκλου της ζωής, κυριολεκτικά. Η βιωσιμότητα γίνεται μεταφυσική τελετουργία και η οικολογία η νέα θρησκεία της απουσίας.

Οι πόλεις χωρίς νεκρούς

Ο θάνατος στις μεγαλουπόλεις του κόσμου, αποσύρεται εκτός αστικού ιστού, σαν ανεπιθύμητη μνήμη θνητότητας. Η γη των πόλεων είναι πολύτιμη, περιζήτητη, πανάκριβη, σπάνια, εκμεταλλεύσιμη για να φιλοξενεί απομεινάρια όσων κάποτε τις κατοικήσαν, υπήρξαν και αγαπήθηκαν. Η αγορά ακινήτων εκτοπίζει τη θύμηση και την τιμή. Η απουσία δεν αποφέρει έσοδα. Οι μητροπόλεις σβήνουν τα ίχνη της θνητότητας για να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της αέναης ανάπτυξης. Οι χώροι ταφής συρρικνώνονται, απορροφώνται από την αγορά ακινήτων, γίνονται πάρκα, γκαλερί, συγκροτήματα κατοικιών. Το πένθος μετακινείται στο περιθώριο, μακριά από το κέντρο, εκεί όπου το τετραγωνικό δεν έχει -ακόμη- μεγάλη εμπορική αξία. Το Père Lachaise στο Παρίσι μετατράπηκε σε υπαίθριο μουσείο, όπου οι επισκέπτες φωτογραφίζουν μνήματα σαν να πρόκειται για έκθεση. Η τέχνη και η ιστορία αντικαθιστούν τη γαλήνη της τελευταίας ξεκούρασης. Στο Μιλάνο, το Cimitero Monumentale εντάσσεται στα πολιτιστικά δίκτυα της πόλης, με ξεναγήσεις, εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα. Ο θάνατος γίνεται πολιτισμικό προϊόν. Στη Νέα Υόρκη, η πίεση του real estate έφερε νέα σχέδια με πάρκα μνήμης πάνω σε παλιές εκτάσεις ταφής, ψηφιακά αρχεία για όσους μεταφέρθηκαν, βιομηχανική αξιοποίηση της γης, όπου κάποτε υπήρχαν μνήματα. Στο Λονδίνο, οι δήμοι ενσωματώνουν τα κοιμητήρια στον αστικό πράσινο ιστό, με διαδρομές περιπάτου και ποδηλασίας. Ο χώρος της ανάπαυσης μετατρέπεται σε χώρο αναψυχής. Οι νεκροί δεν χάνονται, απλώς σβήνονται από τον χάρτη. Οι πλάκες αφαιρούνται, τα ονόματα μεταφέρονται σε ψηφιακές πλατφόρμες, η μνήμη μετακομίζει στο διαδίκτυο. Στη θέση της, μένει μια επιμελημένη επιφάνεια πράσινου, σχεδιασμένη για δημόσια χρήση. Οι πόλεις σιωπούν επιλεκτικά. Η γη των μητροπόλεων έγινε υπερβολικά ακριβή και η αγορά ακινήτων δεν αφήνει περιθώριά για να θυμούνται οι ζωντανοί τους πεθαμένους. Άλλωστε η τελειωτική απουσία δεν αποφέρει έσοδα, δεν φορολογείται, δεν αποδίδει. Έτσι, οι πόλεις διαγράφουν τα ίχνη της θνητότητας για να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της αέναης ανάπτυξης. Ο θάνατος αποσύρεται εκτός των ορίων τους, διακριτικά, όπως κάθε τι που δεν συνεισφέρει στην παραγωγή. Και νεκροί στις πόλεις δεν υπάρχουν!

Πένθος σε event management και αιωνιότητα σε cloud storage

Το πένθος αποστειρώνεται. Ο θάνατος γίνεται καθαρός, άοσμος, ουδέτερος. Οι νέες εγκαταστάσεις αποτεφρώσεων θυμίζουν design χώρους, τα κοιμητήρια μεταμορφώνονται σε πράσινους κήπους, τα τελετουργικά σε event management. Η μετάβαση οργανώνεται, τιμολογείται, επιτηρείται. Ο άνθρωπος οφείλει να πεθαίνει  διακριτικά και αθόρυβα και η μνήμη του να αποθηκεύεται σε cloud, η φωνή του σε server, η εικόνα του σε προσομοίωση. Η βιομηχανία του θανάτου έγινε βιομηχανία διατήρησης δεδομένων. Το σώμα που αγαπήθηκε κάποτε, δεν ξαπλώνεται μακάριο κάπου, αλλά γίνεται αρχείο. Η λεγόμενη grief tech, η τεχνολογία του πένθους, αγγίζει ήδη τα 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως. Εφαρμογές υποστήριξης, ψηφιακά μνημεία, τελετές μέσω streaming. Ο θάνατος συνεχίζει να παράγει υπηρεσίες. Η οικονομία της απώλειας γίνεται βιώσιμη αγορά συναισθήματος, σε συγκεκριμένο τόπο, περιορισμένη έκταση και μετρημένη διάρκεια. Η αγορά αυτή υπόσχεται μόνο μακάρια διαχείριση. Ελέγχει το ανείπωτο, το υπολογίζει, το μετατρέπει σε εμπειρία. Το πένθος γίνεται subscription. Η αιωνιότητα, cloud storage. Ο πολιτισμός που δεν προλαβαίνει να θρηνήσει, προγραμματίζει το τέλος του σαν επένδυση…

Και ακόμα και αυτή η πικρή, απόλυτα αληθινή και αναπόφευκτη θνητότητα μας, έχει γίνει business plan.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.