Φαίνεται πως στο συλλογική φαντασίωση της ανθρωπότητας υπάρχει κάτι σχεδόν ερωτικό στη ληστεία ενός πίνακα, που συνδυάζει το τέλειο εγκλήμα με το ιερό βάρος της τέχνης…
… Με διάθεση εμπνευσμένη από τις Χολυγουντιανές υπερπαραγωγές παύουν να είναι ληστείες και γίνονται -στο συλλογικό ασυνείδητο πάντα- σχεδόν τελετουργίες. Όταν κοσμήματα ιστορικής και πραγματικής αξίας, όπως εκείνα που κλάπηκαν πρόσφατα από τη συλλογή του Λούβρου με κομμάτια της γαλλικής βασιλικής αυλής, εξαφανίζονται από ένα καλά φυλαγμένο διάσημο μουσείο, παύει να χάνονται μόνο αντικείμενα, αλλά κομμάτια πολιτισμικής ψυχής. Μοιάζουμε δε να καταναλώνουμε λεπτομέρειες, μαγεμένοι, σαν να παρακολουθούμε μια καλοσκηνοθετημένη ταινία είτε με ασπρόμαυρη με τον Ντέιβιντ Νίβεν σε ρόλο αριστοκράτη κλέφτη ή πιο πρόσφατη με τον Κλούνεϊ και τον Μπραντ Πιτ, σαν το Ocean’s Eleven.
Η τέχνη του εγκλήματος
Από τη ληστεία του Μουσείου Isabella Stewart Gardner στη Βοστώνη το 1990, την πιο διάσημη όλων των εποχών, με λεία έργα αξίας μισού δισεκατομμυρίου δολαρίων, έως την πιο πρόσφατη υπόθεση στο Μουσείο Bode του Βερολίνου, όπου κλάπηκε ένα χρυσό νόμισμα 100 κιλών, οι ληστείες τέχνης έχουν πια αποκτήσει τη δική τους μυθολογία, σαν να μην πρόκειται για εγκλήματα, αλλά για πράξεις που συνδυάζουν το όριο μεταξύ τόλμης και τέχνης. Σαν να έχει η ανθρωπότητα ανάγκη να παίζει ξανά και ξανά το ίδιο μοτίβο, την ιδιοφυΐα εναντίον του συστήματος και την ομορφιά εναντίον της ασφάλειας. Οι κλέφτες αυτών των ιστοριών, γίνονται ήρωες που έχουν το στιλ του Μαντ Ντέιμον, στη φαντασία μας, σα να μην πρόκειται για κοινούς εγκληματίες. Είναι φιγούρες που αγγίζουν τα όρια του μύθου, από τον μυστηριώδη Δρ. Νό, που φημολογείται ότι συγκέντρωνε κλεμμένους πίνακες για ιδιωτική συλλογή, μέχρι τους μέχρι τους διαβόητους Ροζ Πάνθηρες, το διεθνές κύκλωμα που λέγεται πως έχει εμπλοκή και στη ληστεία των κοσμημάτων του Λούβρου, ή στους απλούς φύλακες που παρασύρθηκαν από τη λάμψη της τέχνης.απλούς φύλακες που παρασύρθηκαν από τη λάμψη της τέχνης.
Η ψυχολογία της ληστείας
Γιατί όμως μας συναρπάζει τόσο; Ίσως επειδή, βαθιά μέσα μας, ζηλεύουμε τη ρήξη με την κανονικότητα! Οι ληστείες έργων τέχνης δεν θυμίζουν ταπεινό έγκλημα αλλά επαναστατική χειρονομία. Στο υποσυνείδητο, το να κλέψεις τέχνη ή κοσμήματα, όπως τη τιάρα της Μαρίας Αμελίας των Δύο Σικελιών ή το κολιέ που κάποτε στόλιζε το λαιμό της Μαρίας Λουίζας της Αυστρίας και που εξαφανίστηκαν πρόσφατα από τη συλλογή του Λούβρου, σημαίνει να αγγίξεις κάτι που δεν επιτρέπεται να έχεις. Δεν πρόκειται για χρήμα, αλλά για κύρος, φαντασία, και ανατροπή. Η τέχνη και τα πολύτιμα αντικείμενα με ιστορική αξία είναι εξουσία κι όποιος την αποσπά από τα χέρια ενός θεσμού, έστω και παράνομα, μοιάζει να παίρνει πίσω ένα κομμάτι της. Ίσως γι’ αυτό η κοινωνία αντιμετωπίζει τέτοιες υποθέσεις με περίεργη επιείκεια. Οι ληστές τέχνης δεν αντιμετωπίζονται ποτέ ως κοινοί κλέφτες. Είναι οι «κλέφτες-καλλιτέχνες» ενός συστήματος που θεοποιεί την αισθητική και την υπεραξία της.
Η κλεμμένη ομορφιά είναι πιο δελεαστική
Η ίδια η απώλεια μοιάζει να κάνει τα έργα ακόμη πιο εμβληματικά. Ετσι, το έργο «Κοντσέρτο» του Γιοχάνες Βερμέερ, που παραμένει εξαφανισμένο από το 1990, όταν κλάπηκε από το Μουσείο Isabella Stewart Gardner στη Βοστώνη, με εκτιμώμενη αξία άνω των 200 εκατομμυρίων δολαρίων, είναι πια πιο διάσημο απ’ ό,τι αν βρισκόταν σε αίθουσα μουσείου. Η απουσία του τροφοδοτεί τη φαντασία, δίνει στην τέχνη μια νέα μυθολογία για την ιστορία του ανέφικτου και σημειώνεται το απόλυτο παράδοξο του η τέχνη, που δημιουργήθηκε για να εκτίθεται, να γίνεται θρύλος όταν χάνεται από το βλέμμα. Κάθε κλεμμένο έργο αποκτά τη δική του σκιά. Η Μόνα Λίζα, άλλωστε, έγινε σύμβολο παγκόσμιας αναγνωρισιμότητας εξαιτίας της κλοπής της το 1911 από τον Ιταλό εργάτη Βιτσέντζο Περούτζια. Για δύο χρόνια, ο πίνακας που δεν έβλεπε σχεδόν κανείς, έγινε η εμμονή μιας εποχής και η κλοπή, όσο παράλογο κι αν ακούγεται, τον έκανε ακόμα πιο διάσημο.
Η κρυφή αγορά των σκοταδιών και από τα μουσεία στο Netflix
Φυσικά, πίσω από τη ρομαντική συλλογική ιδέα μας, υπάρχει και η ψυχρή οικονομία. Η μαύρη αγορά έργων τέχνης αποτιμάται σε πάνω από 6 δισ. δολάρια ετησίως, σύμφωνα με την Interpol. Πίνακες, γλυπτά, αρχαιότητες, όλα κυκλοφορούν σιωπηλά σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου η αξία τους δεν μετριέται σε χρήμα, αλλά σε σπανιότητα. Εκεί, η τέχνη δεν είναι πολιτισμός. Είναι νόμισμα εξουσίας. Η ειρωνεία; Οι περισσότεροι πίνακες που κλέβονται, δεν μπορούν ποτέ να πουληθούν νόμιμα. Άρα, συχνά καταλήγουν σε υπόγεια, σε θυρίδες, ή και -πράγμα θλιβερό!- καταστρέφονται. Είναι ένα είδος αιχμαλωσίας του ωραίου, όπου η πολύτιμη ομορφιά κρατείται ως όμηρος. Στην εποχή του streaming, οι ληστείες τέχνης έχουν αποκτήσει τη δική τους σειρά. Από το This is a Robbery του Netflix μέχρι τα viral ντοκιμαντέρ του BBC, το κοινό καταβροχθίζει αυτές τις ιστορίες Ίσως γιατί πίσω από τον θαυμασμό για την πλοκή, υπάρχει η υπαρξιακή ανάγκη μας να βεβαιωθούμε πως η ομορφιά να απελευθερώνεται από τα φύλαξη του κάθε μουσειακού ιδρύματος. Τα μουσεία είναι οι καθεδρικοί του σύγχρονου κόσμου, αλλά ταυτόχρονα και τα χρηματοκιβώτια της αισθητικής και όταν κάποιος τα παραβιάζει, δεν καταστρέφει απλώς ένα σύστημα φύλαξης, αλλά ανατρέπει μια ολόκληρη αντίληψη περί ιδιοκτησίας του ωραίου.
Ο μύθος του ιδανικού εγκλήματος
Κάθε ληστεία έργου τέχνης κουβαλά μια υπόσχεση τελειότητας και ένα ένα σχέδιο τόσο ευφυές που μοιάζει με performance. Όπως και στις ταινίες, Η Υπόθεση Τόμας Κράουν, Ocean’s Twelve, Λουπέν, το κοινό ταυτίζεται με τους κλέφτες και όχι με το μουσείο που δεν μπορεί να φυλάξει τα πολύτιμα εκθέματα του. Είναι η γοητεία του αντι-ήρωα που δρα για το ιδανικό και όχι για το όφελος. Ετσι, η μυθική ομάδα κλεφτών Ροζ Πάνθηρες, του διεθνούς κυκλώματος με τον σκληρό πυρήνα πρώην παραστρατιωτικών από τα Βαλκάνια, που έχει καταγράψει αλλεπάλληλες ληστείες υψηλής αξίας με κινηματογραφική ακρίβεια, αποκτά ρομαντικές διαστάσεις. Εκάναν μάλιστα τον Τζόρτζ Κλούνεϊ να σχολιάσει για τη διαβόητη ληστεία κοσμημάτων στο Musée du Louvre που κλάπηκαν τα κοσμήματα αξίας άνω των 100 εκ. δολαρίων, πως είναι απίστευτη και πως είναι «πολύ υπερήφανος γι’ αυτούς», παραλληλίζοντας το πραγματικό αυτό γεγονός με τις δικές του κινηματογραφικές κλοπές. Μοιάζει, λοιπόν, πως ζούμε σε μια εποχή όπου η τέχνη έχει εμπορευματοποιηθεί τόσο, που η κλοπή της μοιάζει να την επαναφέρει στο ρομαντικό της πλαίσιο. Όταν το έργο ξεφεύγει από το σύστημα, μοιάζει να ξαναβρίσκει την ελευθερία του. Ίσως τελικά οι ληστείες πολύτιμων μουσειακών εκθεμάτων να είναι το πιο εκλεπτυσμένο είδος εγκλήματος. Όχι για το κέρδος, αλλά για το συμβολισμό τους. Η τέχνη υπήρξε πάντα πεδίο εξουσίας, και οι ληστές της, οι προσωρινοί της, ας τους πούμε, απελευθερωτές. Κάθε φορά που ακούμε για μια νέα υπόθεση, νιώθουμε ένα μικρό ρίγος θαυμασμού…
… Όχι λόγω χαράς για την απώλεια, αλλά επειδή η καλό – οργανωμένη πράξη θυμίζει ότι η ομορφιά, όση ασφάλεια κι αν της βάλεις γύρω, βρίσκει τρόπο να απελευθερώνεται.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.