Η Ηγουμενίτσα έχει περάσει οριστικά στη νέα εποχή της θάλασσας. Στο τέλος του 2023, η εξαγορά του 67% του λιμένα από την εταιρεία που ελέγχει η οικογένεια Γκριμάλντι, έναντι 84 εκατ. ευρώ, σφράγισε την είσοδο του ιταλικού ναυτιλιακού κολοσσού στον τρίτο μεγαλύτερο λιμένα της χώρας. Ένα χρόνο μετά, τα πρώτα οικονομικά αποτελέσματα επιβεβαίωσαν τη δυναμική. Το 2024, τα έσοδα από συμβάσεις με πελάτες ανήλθαν σε 7,93 εκατ. ευρώ, από 7,13 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος, ενώ τα καθαρά κέρδη εκτινάχθηκαν στα 3,17 εκατ. ευρώ, υπερτριπλάσια σε σχέση με το 2023.
Όμως, η τοπική κοινωνία περιμένει ακόμη να δει αν η ανάπτυξη αυτή θα έχει πραγματικό αντίκρισμα για την ίδια την περιοχή. Το master plan του λιμένα, που παρουσίασε η διοίκηση του Οργανισμού δύο χρόνια μετά την παραχώρηση των μετοχών του ΟΛΗΓ στον ιταλικό όμιλο έχει προκαλέσει ανησυχία και επιφυλάξεις στην τοπική κοινωνία της Ηγουμενίτσας, με τις αντιδράσεις να εστιάζουν σε όσα προβλέπει, αλλά και σε όσα… παραλείπει το σχέδιο αξιοποίησης. Παρουσία του Αντιπεριφερειάρχη Θεσπρωτίας Θωμά Πιτούλη και του δημάρχου Ηγουμενίτσας Παναγιώτη Νταή, οι οποίοι μετέφεραν τις πρώτες επίσημες ενστάσεις των τοπικών αρχών, συνεδρίασε ήδη η Επιτροπή Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων.
Όπως προέκυψε, λοιπόν, η αυτοδιοίκηση αξιολόγησε θετικά παρεμβάσεις όπως η δημιουργία ζώνης logistics, νέων χώρων στάθμευσης, σταθμού μεταφόρτωσης απορριμμάτων και η πρόβλεψη για ενεργειακή και υδρευτική αυτονομία. Ωστόσο, στο τραπέζι των τοπικών φορέων μπαίνουν μια σειρά από «κόκκινες γραμμές». Προβλέψεις όπως η αποθήκευση καυσίμων, η λειτουργία πρατηρίων, οι υποδομές για χύδην φορτία και η εξυπηρέτηση πλοίων που υποστηρίζουν ερευνητικές γεωτρήσεις υδρογονανθράκων στο Ιόνιο και την Αδριατική, θεωρούνται κινήσεις αντίθετες με το αναπτυξιακό και περιβαλλοντικό αποτύπωμα που προσδοκούσε η τοπική κοινωνία. Ακόμη πιο ηχηρή είναι η απουσία αναφορών στη Μαρίνα Ηγουμενίτσας, καθώς και στην αναβάθμιση των καταφυγίων σκαφών Πλαταριάς, Συβότων και Σαγιάδας – έργα που θεωρούνται κρίσιμα για τη σύνδεση του λιμανιού με τον τουρισμό και την τοπική οικονομία. Όπως φάνηκε κι από σχετική ανακοίνωση, η αυτοδιοίκηση εκτιμά ότι δεν αφήνει ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα στην περιοχή.
Η απουσία μεγάλων έργων –όπως η αναβάθμιση της Εθνικής Οδού Ηγουμενίτσας–Πρέβεζας, η σιδηροδρομική σύνδεση και η λειτουργία υδατοδρομίου–, η έλλειψη πρόβλεψης για νέες θέσεις εργασίας, αλλά και ορισμένες περιβαλλοντικά επιβαρυντικές προβλέψεις, διαμορφώνουν ένα πλαίσιο που αφήνει ούτως ή άλλως πολλά ζητήματα ανοιχτά.
Για την ώρα, η τοπική κοινωνία της Ηγουμενίτσας τηρεί στάση αναμονής – αλλά είναι σαφές ότι περιμένει από τον ιταλικό όμιλο ένα πιο φιλόδοξο, βιώσιμο και συμμετοχικό σχέδιο ανάπτυξης
Για την ώρα, η τοπική κοινωνία της Ηγουμενίτσας τηρεί στάση αναμονής – αλλά είναι σαφές ότι περιμένει από τον ιταλικό όμιλο ένα πιο φιλόδοξο, βιώσιμο και συμμετοχικό σχέδιο ανάπτυξης, αντάξιο της στρατηγικής σημασίας του λιμανιού και των προσδοκιών μιας ολόκληρης περιοχής. Αυτή δεν είναι, βέβαια, η μοναδική επένδυση του Ιταλού επιχειρηματία στην ελληνική ναυτιλία. Λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση της παραχώρησης του λιμανιού Ηγουμενίτσας, ο Γκριμάλντι υπέγραψε και τη δεύτερη μεγάλη συμφωνία του στην Ελλάδα: την εξαγορά του 67% του λιμένα Ηρακλείου, έναντι 80 εκατ. ευρώ. Η διαδικασία ολοκληρώθηκε επτά μήνες μετά την ανακήρυξη του ομίλου ως προτιμητέου επενδυτή, επικρατώντας της κοινοπραξίας ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – Aviareps – Nectar Holdings, η οποία είχε επίσης καταθέσει ισχυρή προσφορά. Με τις δύο αυτές κινήσεις, ο ιταλικός όμιλος απέκτησε τον έλεγχο δύο από τα σημαντικότερα λιμάνια της χώρας, καταβάλλοντας συνολικά 164,17 εκατ. ευρώ στο ελληνικό δημόσιο.
Η είσοδος του ιταλικού κολοσσού στο ελληνικό λιμενικό δίκτυο δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ο Εμανουέλε Γκριμάλντι δραστηριοποιείται ήδη επί δεκαετίες στη χώρα μας μέσω της Minoan Lines, της εταιρείας με έδρα το Ηράκλειο, η οποία αποτελεί τον κύριο πελάτη του λιμανιού της Κρήτης.
Από το 2008, όταν εισήλθε στην ελληνική ακτοπλοΐα, ο εφοπλιστής επιδιώκει συστηματικά την ενίσχυση της παρουσίας του στην ανατολική Μεσόγειο, τόσο μέσω της αύξησης των δρομολογίων όσο και της αναβάθμισης των υποδομών. Από το 2019, μετά την εξαγορά του 98% των Μινωικών Γραμμών και τη διαγραφή τους από το Χρηματιστήριο, ο όμιλος έχει πλήρη έλεγχο στη στρατηγική του για την Ελλάδα.

ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.