28 Οκτ 2025
READING

Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στον νησιωτικό τουρισμό του κόσμου. Τα νησιά όμως αντέχουν;

4 MIN READ

Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στον νησιωτικό τουρισμό του κόσμου. Τα νησιά όμως αντέχουν;

Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στον νησιωτικό τουρισμό του κόσμου. Τα νησιά όμως αντέχουν;

Τα ελληνικά νησιά βρίσκονται στο επίκεντρο του οικονομικού χάρτη της χώρας, συγκεντρώνοντας τον κύριο όγκο των διεθνών αφίξεων και αποτελώντας τον σημαντικότερο πολλαπλασιαστή ανάπτυξης και απασχόλησης. Το 2024 κατέγραψαν 16 εκατομμύρια επισκέπτες από το εξωτερικό, σχεδόν διπλάσιους σε σχέση με πριν από δεκαπέντε χρόνια, με το 44% του συνόλου των ταξιδιωτών στην Ελλάδα να κατευθύνεται σε νησιωτικούς προορισμούς.

Η παρουσία τους είναι ισχυρή και σε παγκόσμιο επίπεδο, με τη χώρα να αποσπά σχεδόν το 11% του διεθνούς νησιωτικού τουρισμού και επτά ελληνικά νησιά να κατατάσσονται στους κορυφαίους προορισμούς διεθνώς. Η επίδοση αυτή μεταφράζεται σε καθοριστική συμβολή στο ΑΕΠ, που εκτιμάται σε περίπου 24 δισεκατομμύρια ευρώ, καλύπτοντας πάνω από το ένα δέκατο της εθνικής οικονομίας και το 60% των συνολικών τουριστικών εισπράξεων, σύμφωνα με τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος «Ελληνικά Νησιά: Δρόμοι Περιφερειακής Ανάπτυξης» (2025).

Πίσω όμως από αυτά τα εξαιρετικά νούμερα κρύβεται μία δομική πρόκληση. Τα περισσότερα νησιά λειτουργούν στα όρια της αντοχής τους τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, περίοδο κατά την οποία ο πληθυσμός τους αυξάνεται έως και κατά 50%, ενώ σε ορισμένους μικρούς προορισμούς υπερβαίνει το 100%. Η συγκέντρωση τουριστών ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο φτάνει τους 33 έναντι μόλις 2 στην ηπειρωτική Ελλάδα, στοιχείο που δείχνει τη μεγάλη επιβάρυνση των υποδομών. Το δίκτυο ύδρευσης, οι μονάδες διαχείρισης αποβλήτων, τα συστήματα ηλεκτροδότησης και οι μεταφορές διαχειρίζονται όγκο πολλαπλάσιο των δυνατοτήτων σχεδιασμού τους, με αποτέλεσμα οι πιέσεις να γίνονται κοινωνικά και περιβαλλοντικά ορατές.

Η αναγκαιότητα ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης είναι πλέον αδιαμφισβήτητη. Η ποσοτική μεγέθυνση των αφίξεων δεν είναι το ζητούμενο, αλλά η αναβάθμιση της αξίας ανά επισκέπτη και η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Η προσέλκυση ταξιδιωτών υψηλότερης δαπάνης από αγορές εκτός Ευρώπης μπορεί να ενισχύσει σημαντικά τα έσοδα, ενώ η διεύρυνση της σεζόν μπορεί να μετατρέψει υποδομές δύο μηνών σε υποδομές έξι μηνών με υψηλό βαθμό αξιοποίησης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, η επιτυχής υλοποίηση αυτής της μετάβασης μπορεί να αυξήσει τις τουριστικές εισπράξεις κατά 45% και να οδηγήσει το ΑΕΠ των νησιών από 24 δισεκατομμύρια σε περίπου 30 δισεκατομμύρια ευρώ την επόμενη δεκαετία.

Η δυναμική αυτή αποκτά ξεχωριστές προεκτάσεις σε κάθε νησιωτικό σύμπλεγμα, καθώς τα ελληνικά νησιά δεν αποτελούν ενιαίο προϊόν, αλλά ένα μωσαϊκό διαφορετικών ταυτοτήτων.

Το Νότιο Αιγαίο συγκεντρώνει το 43% των αφίξεων στην περιοχή και διατηρεί παγκόσμια αναγνωρισιμότητα ως εμβληματικός προορισμός ήλιου και θάλασσας με υψηλό ποσοστό πολυτελών καταλυμάτων. Η Μεγαλόνησος, η Κρήτη, αποτελεί το 34% των νησιωτικών αφίξεων και αναπτύσσει ολοένα και ισχυρότερη οικονομική διασύνδεση του τουρισμού με την αγροδιατροφή, καθώς επτά στα δέκα ξενοδοχεία εντάσσουν τοπικά προϊόντα στην προσφορά τους. Το Ιόνιο, που προσελκύει το 20% των ταξιδιωτών, εξελίσσεται σε premium προορισμό με ηγετική θέση στη ναυσιπλοΐα αναψυχής, διαθέτοντας 1.677 θέσεις ελλιμενισμού μαρινών και το μεγαλύτερο λιμάνι κρουαζιέρας της Αδριατικής στην Κέρκυρα. Το Βόρειο Αιγαίο, αν και απορροφά μόλις το 2% των αφίξεων, παρουσιάζει εξαιρετικές προοπτικές μέσα από ένα αυθεντικό μοντέλο φιλοξενίας που συνδέει τη γαστρονομία, το φυσικό τοπίο και την πολιτισμική μοναδικότητα.

Η υλοποίηση της μετάβασης αυτής απαιτεί επενδυτική ώθηση. Οι υποδομές των νησιών χρειάζονται ενίσχυση που υπολογίζεται σε περίπου 35 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2035, σχεδόν διπλάσια επένδυση σε ετήσια βάση σε σχέση με την τελευταία πενταετία σε σταθερές τιμές 2024. Το επενδυτικό αυτό πρόγραμμα αφορά σε ίση περίπου αναλογία μεταφορές και βασικές υποδομές, από λιμάνια και αεροδρόμια μέχρι δίκτυα ενέργειας, ύδρευσης και ψηφιοποίησης κρίσιμων λειτουργιών. Χωρίς αυτές τις αναβαθμίσεις, οι πιέσεις στην περίοδο αιχμής θα συνεχίσουν να διαβρώνουν την εμπειρία των επισκεπτών, την ποιότητα ζωής των κατοίκων και την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων.

Η πρόκληση δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και θεσμική. Η κατακερματισμένη διακυβέρνηση ανάμεσα σε υπουργεία, περιφέρειες και δήμους έχει ως αποτέλεσμα συχνές καθυστερήσεις σε αδειοδοτήσεις και έργα που μένουν για χρόνια σε φάση μελέτης. Η απουσία ισχυρής τεχνικής επάρκειας σε πολλούς νησιωτικούς δήμους δυσχεραίνει περαιτέρω την πρόοδο. Για τον λόγο αυτό η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος εισηγείται την υιοθέτηση ενός νέου θεσμικού μοντέλου που θα συνδέει στρατηγικό σχεδιασμό, χρηματοδότηση και εκτέλεση έργων μέσα από έναν ισχυρό κεντρικό μηχανισμό που θα λειτουργεί ως ενιαία αρχή υποδομών για όλα τα νησιά. Η ίδρυση ενός τέτοιου φορέα θα επέτρεπε τη γρήγορη ωρίμανση έργων, τη διαφάνεια στην κατανομή πόρων και την αξιοποίηση σύγχρονων εργαλείων, όπως οι Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, και οι στοχευμένες ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις. Επιπλέον, θέτει το πλαίσιο για την ανάπτυξη τοπικών συνεργειών, με ενεργό συμμετοχή των επιχειρήσεων και των νεοσύστατων οργανισμών διαχείρισης προορισμών, ενισχύοντας τη λογοδοσία και την επίτευξη μετρήσιμων στόχων.

Η Ελλάδα έχει σήμερα μια μοναδική ευκαιρία. Η διεθνής ζήτηση για ταξίδια σε νησιωτικούς προορισμούς διατηρεί υψηλή δυναμική και οι τάσεις του τουρισμού δείχνουν αυξημένο ενδιαφέρον για εμπειρίες που βασίζονται στην ποιότητα, στη βιωσιμότητα και στην επαφή με τοπικές κοινότητες. Εάν η χώρα καταφέρει να μετατρέψει την επιτυχία των νησιών από ποσοτικό σε ποιοτικό πλεονέκτημα, θα διασφαλίσει ότι η επόμενη δεκαετία θα είναι όχι μόνο εποχή νέων ρεκόρ, αλλά εποχή θεμελιωμένης ευημερίας για τις νησιωτικές κοινωνίες και την ελληνική οικονομία στο σύνολό της.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.