Η ελληνική τηλεόραση διανύει μια περίοδο έντονης και πολυπαραγοντικής μετάβασης. Η συμπεριφορά του κοινού αλλάζει ριζικά, καθώς η θέαση μετακινείται με σταθερό ρυθμό από τη γραμμική τηλεόραση προς τις ψηφιακές πλατφόρμες, όπου το περιεχόμενο είναι άμεσα διαθέσιμο, σύντομο και προσαρμοσμένο στα ενδιαφέροντα κάθε χρήστη. Η μεταβολή αυτή δεν αφορά μόνο την ψυχαγωγία, αλλά επηρεάζει συνολικά τον τρόπο ενημέρωσης και κατανάλωσης περιεχομένου. Τα ελεύθερα κανάλια, που επί δεκαετίες βασίστηκαν στη μαζική απήχηση και στη σταθερότητα των διαφημιστικών εσόδων, καλούνται πλέον να αντιμετωπίσουν έναν ανταγωνισμό ο οποίος ξεπερνά τα παραδοσιακά όρια του κλάδου.
Η διαφημιστική δαπάνη ακολουθεί το κοινό και μετακινείται ταχύτερα προς τα online μέσα, όπου η στόχευση, η μέτρηση απόδοσης και η προσωποποιημένη διαφήμιση προσφέρουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Η τηλεόραση χάνει σταδιακά τη θέση της ως το αναμφισβήτητο κυρίαρχο μέσο, γεγονός που προκαλεί πίεση στα οικονομικά των τηλεοπτικών σταθμών και επιβάλλει προσαρμογή των επιχειρηματικών μοντέλων τους.
Η τεχνολογική εξέλιξη έχει διαμορφώσει ένα περιβάλλον όπου η τηλεοπτική μετάδοση δεν περιορίζεται μόνο σε μια συχνότητα. Οι μεγάλοι όμιλοι έχουν προχωρήσει στην ανάπτυξη δικών τους ψηφιακών υπηρεσιών, web-only καναλιών και περιεχομένου on demand, επιχειρώντας να προσεγγίσουν το κοινό που έχει εγκαταλείψει τη γραμμική παρακολούθηση. Η ανάπτυξη FAST καναλιών (δωρεάν online τηλεόραση με διαφημίσεις) στην Ελλάδα αποτελεί μια ακόμα ένδειξη της αναδιαμόρφωσης της αγοράς, καθώς αυτές οι υπηρεσίες συνδυάζουν τη ζωντανή μετάδοση με το online περιβάλλον.
Παράλληλα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξελίσσονται σε έναν εξίσου ισχυρό ανταγωνιστή της τηλεόρασης. Το TikTok, το Instagram και το YouTube λειτουργούν πλέον ως κύρια πηγή ενημέρωσης και ψυχαγωγίας για τις νεότερες γενιές, που προτιμούν σύντομο, άμεσο και εξατομικευμένο περιεχόμενο. Η συνεχής ροή νέου υλικού και η δυνατότητα αλληλεπίδρασης με δημιουργούς και brands απορροφούν σημαντικό μέρος της διαφημιστικής δαπάνης, καθώς οι πλατφόρμες αυτές προσφέρουν μετρήσιμα αποτελέσματα και στοχευμένη προβολή. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί υποχρεώνονται να ενισχύσουν την ψηφιακή τους στρατηγική, επενδύοντας σε περιεχόμενο που απευθύνεται πρωτίστως στο διαδίκτυο και όχι απλώς σε αναδιανομή υλικού από τη γραμμική τηλεθέαση.
Σήμερα, το τηλεοπτικό οικοσύστημα διαμορφώνεται γύρω από τρεις διαφορετικές μορφές πρόσβασης στο περιεχόμενο. Η επίγεια τηλεόραση συνεχίζει να απευθύνεται στο ευρύ κοινό με προγραμματισμένη ροή και διατηρεί τον ενημερωτικό της ρόλο. Οι συνδρομητικές πλατφόρμες streaming επενδύουν σε σειρές, ταινίες υψηλής παραγωγής, αλλά και κάλυψη αθλητικού περιεχομένου, δίνοντας στον θεατή πλήρη έλεγχο της θέασης. Τα FAST κανάλια λειτουργούν ως ένα νέο, δυναμικά αναπτυσσόμενο μοντέλο, με δωρεάν πρόσβαση αλλά αποκλειστική στήριξη στη διαφήμιση. Η συνύπαρξη αυτών των τριών πυλώνων αναδιαμορφώνει συνολικά την αγορά.
Σε οικονομικό επίπεδο, η εικόνα των ελεύθερων καναλιών για το 2024 αποτυπώνει διαφορετικούς ρυθμούς προσαρμογής.
Η Alter Ego ΜΜΕ, στην οποία ανήκει και το Mega, ενίσχυσε καθαρά τη θέση της, με τον κύκλο εργασιών να αυξάνεται σε 124,4 εκατ. ευρώ από 108,4 εκατ. ευρώ το 2023 και τα καθαρά κέρδη σε 10,9 εκατ. ευρώ από 3,9 εκατ. ευρώ.
Ο ΑΝΤ1 πέτυχε εντυπωσιακή αναστροφή των οικονομικών μεγεθών του. Από ζημίες 52,68 εκατ. ευρώ το 2023, πέρασε σε καθαρή κερδοφορία 1,68 εκατ. ευρώ, ενώ ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε στα 96,88 εκατ. ευρώ από 90,28 εκατ. ευρώ. Η αλλαγή αυτή αποδίδεται σε εξορθολογισμό κόστους και καλύτερη αξιοποίηση του διαφημιστικού ενδιαφέροντος.
Ο Alpha εμφάνισε περιορισμό των ζημιών του σε 1,28 εκατ. ευρώ από 7,88 εκατ. ευρώ το 2023, με κύκλο εργασιών 78,68 εκατ. ευρώ από 77,51 εκατ. ευρώ. Παρά τη μικρή κάμψη τηλεθέασης, τα βελτιωμένα EBITDA δείχνουν πρόοδο στη λειτουργική εξυγίανση.
Το Star Channel, επίσης, βελτίωσε σημαντικά τη χρηματοοικονομική του εικόνα. Ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε σε 69,19 εκατ. ευρώ από 61,57 εκατ. ευρώ και οι καθαρές ζημίες περιορίστηκαν σε 2,62 εκατ. ευρώ από 14,01 εκατ. ευρώ. Το παράδειγμα του Star δείχνει ότι η συντηρητική διαχείριση κόστους μπορεί να στηρίξει την ανθεκτικότητα ακόμη και σε περίοδο μετάβασης.
Ο ΣΚΑΪ είχε μια πιο απαιτητική χρονιά, με τον κύκλο εργασιών να υποχωρεί στα 60,46 εκατ. ευρώ από 62,6 εκατ. ευρώ το 2023, ενώ το αποτέλεσμα χρήσης γύρισε σε ζημίες 8,11 εκατ. ευρώ έναντι κερδών 1,67 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά. Η επίδοση αυτή αναδεικνύει τις προκλήσεις που συνοδεύουν ένα πρόγραμμα υψηλού κόστους, όταν η εμπορική απόδοση δεν εξελίσσεται με τους αντίστοιχους ρυθμούς.
Το Open, παρά την αύξηση του κύκλου εργασιών σε 30,06 εκατ. ευρώ από 22,24 εκατ. ευρώ, παρέμεινε ζημιογόνο με καθαρές απώλειες 11,48 εκατ. ευρώ. Η χαμηλή τηλεθέαση και ο εντατικός ανταγωνισμός δυσκολεύουν την ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη του νεότερου παίκτη.
Για την ΕΡΤ δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμα τα αποτελέσματα της χρήσης 2024, αλλά δεν θα πρέπει να αγνοούμε ότι το ανταποδοτικό τέλος συνεχίζει να αποτελεί βασική πηγή εσόδων, διαφοροποιώντας το μοντέλο της από τον ιδιωτικό τομέα.
Η επόμενη διετία αναμένεται καθοριστική για το μέλλον της ελεύθερης τηλεόρασης στην Ελλάδα. Η προσέλκυση νεότερων ακροατηρίων, η ενίσχυση της ψηφιακής παρουσίας, η διαφοροποίηση των πηγών εσόδων και η επένδυση σε καινοτόμο περιεχόμενο αποτελούν κεντρικές προϋποθέσεις για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Το 2026 θα αποτελέσει κρίσιμο σημείο αποτίμησης της ανθεκτικότητας του κλάδου, σε μια περίοδο όπου ο ρόλος της τηλεόρασης προσδιορίζεται εκ νέου και η παραδοσιακή της κυριαρχία δεν μπορεί πια να θεωρείται δεδομένη.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.