Ο Αλμπέρ Καμύ έγραφε περίπου πως ο άνθρωπος θέλει πάντα να είναι βέβαιος και γι’ αυτό φοβάται το απρόβλεπτο, αλλά και πως «η πανούκλα δεν είναι υπόθεση μιας εποχής, αλλά μπορεί να επιστρέφει, ξανά και ξανά»…
Και πράγματι, γιατί πάντα έχουν δίκιο οι ποιητές και λογοτέχνες, όπως ο Καμύ πιο πάνω, τίποτα δεν μοιάζει πραγματικά σταθερό. Η πανδημία αποκάλυψε αδυναμίες που κανείς δεν περίμενε σε χώρες που θεωρούνταν θωρακισμένες. Οι κλιματικές καταστροφές εντατικοποιούνται, οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα διαρκώς, ενώ νέες έρευνες καταγράφουν το ίδιο συμπέρασμα, πως η παγκόσμια ετοιμότητα παραμένει χαμηλή παρά την εμπειρία του 2020. Οι κυβερνήσεις δείχνουν ότι έμαθαν, αλλά όχι αρκετά. Η κοινωνία νομίζει ότι συνήθισε, αλλά τα συστήματα δεν αναδιοργανώθηκαν στον βαθμό που θα επέτρεπε άμεση αντίδραση σε μια νέα μεγάλη κρίση.
Πανδημίες, υγειονομική ανθεκτικότητα και οι μεγάλες ψευδαισθήσεις
Το 2020 φανέρωσε αδυναμίες που δεν συγχωρούνται. Η επιστροφή στην κανονικότητα ήταν γρήγορη, όμως η προσαρμογή των κρατών δεν ακολούθησε την ίδια επιτάχυνση. Ο δείκτης Global Health Security, που αξιολογεί την ετοιμότητα 195 χωρών, δείχνει μέση επίδοση κάτω από το 40% στην πιο πρόσφατη μέτρηση. Αυτό σημαίνει ανεπαρκή υποδομή, περιορισμένη δυνατότητα γρήγορης κινητοποίησης, ανεπαρκή εκπαίδευση προσωπικού και ανισότητες στην πρόσβαση σε υπηρεσίες όταν η ανάγκη εκρήγνυται. Η ικανότητα εντοπισμού και ελέγχου ασθενειών βελτιώθηκε σε κάποιες χώρες, αλλά η εικόνα παραμένει αντιφατική. Υπάρχουν κράτη που διατήρησαν υψηλές επενδύσεις στην πρόληψη, ενώ άλλα υποχώρησαν μόλις έσβησαν τα φώτα της παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ολλανδία, η Αυστραλία και ο Καναδάς διατηρούν υψηλές βαθμολογίες, όμως η πραγματικότητα της διαχείρισης κρίσεων έδειξε ότι τα νούμερα δεν εγγυώνται αποτελεσματικότητα. Η θεωρητική ετοιμότητα δεν σημαίνει αυτόματα επιτυχημένη προστασία. Στον αντίποδα, χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Νοτιοανατολικής Ασίας αποδεικνύονται ιδιαίτερα ευάλωτες. Οι υποδομές τους δοκιμάζονται ακόμη και σε συμβατικές πιέσεις, επομένως μια μελλοντική υγειονομική κρίση θα τις επηρεάσει δυσανάλογα. Η πανδημία δεν λειτούργησε ως επιταχυντής μεταρρυθμίσεων. Περισσότερο ως καθρέφτης που έδειξε αυτό που ήδη υπήρχε.
Η κλιματική αναταραχή και η αλυσίδα των συνεπειών
Από το 1993 μέχρι το 2022 καταγράφηκαν περισσότερα από 9.400 ακραία καιρικά γεγονότα παγκοσμίως, με πάνω από 765.000 θύματα και ζημιές που ξεπερνούν τα 4,2 τρις δολάρια. Όσο η θερμοκρασία ανεβαίνει, τόσο αυξάνεται η ένταση των καταιγίδων και η διάρκεια των καυσώνων. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι μονοθεματικό ζήτημα. Είναι πολλαπλασιαστής κινδύνου για την υγεία, την οικονομία, την παραγωγή τροφίμων, τις μετακινήσεις, την ενέργεια. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανθεκτικότητα δεν μπορεί να είναι θεωρητική. Οι χώρες που βρίσκονται χαμηλά στον δείκτη Climate Risk, όπως η Δομινικανή Δημοκρατία, η Ονδούρα ή η Κίνα, αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο λόγω γεωγραφικής θέσης, κοινωνικών ανισοτήτων ή αδύναμων μηχανισμών προστασίας. Στην ίδια λίστα υπάρχουν και ανεπτυγμένα κράτη, σε περιοχές όπου τα ακραία φαινόμενα οξύνονται. Η διαφορά ανάμεσα σε κράτη έγκειται όχι μόνο στις οικονομικές δυνατότητες αλλά και στη διοικητική ετοιμότητα και τη συνοχή του συστήματος. Οι ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζουν καλύτερους δείκτες στην κλιματική προσαρμογή. Η Γερμανία, η Φινλανδία, το Λουξεμβούργο και η Εσθονία επενδύουν συνεχώς στο να αντιμετωπίζουν την αλλαγή του κλίματος όχι ως μελλοντικό ενδεχόμενο αλλά ως καθημερινή προτεραιότητα, γιατί για αυτές τις χώρες, η πρόληψη δεν είναι σύνθημα, αλλά στρατηγική.
Το χάσμα ετοιμότητας και η επικίνδυνη βεβαιότητα
Παρά την πληθώρα δεδομένων, ο πλανήτης παραμένει εκτεθειμένος. Οι κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι η επόμενη μεγάλη κρίση μπορεί να είναι υγειονομική, κλιματική ή ένας συνδυασμός των δύο. Η σύνδεση της υγείας με τις περιβαλλοντικές πιέσεις παρουσιάζει ένα σκηνικό πιο περίπλοκο από ποτέ. Η χρηματοδότηση της πρόληψης συχνά μειώνεται αμέσως μετά την κρίση και αυτό αποκαλύπτει την πιο επικίνδυνη υπεραισιοδοξία: τη βεβαιότητα ότι τα δύσκολα πέρασαν. Η προσαρμογή στην κλιματική μετάβαση απαιτεί δίκτυα ενέργειας που αντέχουν, πόλεις προετοιμασμένες για υψηλές θερμοκρασίες, νοσοκομεία που λειτουργούν ακόμη και όταν η κακοκαιρία καταρρέει τα πάντα γύρω τους. Η διαχείριση μελλοντικών πανδημιών απαιτεί αυτοματοποιημένους μηχανισμούς καταγραφής, διαφάνεια, εκπαίδευση προσωπικού και κοινωνική εμπιστοσύνη. Η ανθρωπότητα βίωσε τα μειονεκτήματα της έλλειψης αυτών των στοιχείων και όμως η αναγκαία αναδιάρθρωση δεν προχώρησε με την ταχύτητα που θα επέβαλε η εμπειρία.
Οι ηγέτες της ανθεκτικότητας και οι ουραγοί
Οι χώρες με σταθερά συστήματα υγείας, ισχυρή διοικητική συνέχεια και υψηλές επενδύσεις σε έρευνα καταγράφουν καλύτερους δείκτες ετοιμότητας. Ο Καναδάς, η Φινλανδία, η Γερμανία, η Εσθονία, η Αυστραλία και η Ιαπωνία βρίσκονται στις κορυφαίες θέσεις σε διαφορετικούς δείκτες που αφορούν την κλιματική προσαρμογή ή την υγειονομική ασφάλεια. Στον αντίποδα, κράτη με χρόνια πολιτική αστάθεια, χαμηλή χρηματοδότηση της πρόληψης, εύθραυστες υποδομές και υψηλές κοινωνικές ανισότητες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα. Το Global South συνεχίζει να βιώνει δυσανάλογα βάρη. Η άνιση κατανομή των πόρων και της τεχνολογίας οδηγεί σε παγκόσμια ανασφάλεια, αφού η κρίση σε μία περιοχή γρήγορα έχει παγκόσμιες συνέπειες. Και η επόμενη μεγάλη κρίση δεν θα είναι έκπληξη. Θα είναι συνέπεια ενός κόσμου που γνωρίζει, αλλά καθυστερεί. Και ο πλανήτης βρίσκεται πράγματι σε κατάσταση επιφυλακής. Η ετοιμότητα των κρατών παραμένει άνιση, η ανισότητα βαθαίνει και η αντίδραση στις προειδοποιήσεις καθυστερεί. Η επόμενη κρίση δεν θα περιμένει και δεν θα αφορά μόνο στη διαχείριση μιας έκτακτης συνθήκης, αλλά και στην ικανότητα να επιβιώσει μια κοινωνία χωρίς να καταρρεύσει από το βάρος της ίδιας της της αδράνειας.
Μα, όπως λέει άλλος σπουδαίος της ανθρωπότητας, ο Αντόν Τσέχοφ, «ο άνθρωπος γίνεται σοφότερος μόνο όταν η ζωή τον συνθλίβει».
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.