16 Νοέ 2025
READING

Η Ελένη Σουράνη έμαθε όπως την «βρίσκει» ο καιρός, «να τον αρμενίζει»

10 MIN READ

Η Ελένη Σουράνη έμαθε όπως την «βρίσκει» ο καιρός, «να τον αρμενίζει»

Η Ελένη Σουράνη έμαθε όπως την «βρίσκει» ο καιρός, «να τον αρμενίζει»

Η Ελένη Σουράνη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τήνο. Σε μια εποχή που το νησί ήταν ταυτισμένο σχεδόν αποκλειστικά με τον προσκυνηματικό τουρισμό. Από εκεί, μέσα από σπουδές στη Θεσσαλονίκη και το Παρίσι, χρόνια δουλειάς στον χώρο του πολιτισμού, στη Γαλλία και το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού, βρέθηκε να συνιδρύει και να «τρέχει» μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες εταιρείες επικοινωνίας, τη Socialdoo.

Μιλά για την ελευθερία και την ανεμελιά που της έδωσε η παιδική ηλικία στο νησί, για τη στιγμή που έφτασε μόνη της 19 χρονών στη Θεσσαλονίκη για να γραφτεί στο πανεπιστήμιο. Για το πώς βρέθηκε στην «καρδιά» των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, αλλά και γιατί προτιμά να χάσει έναν πελάτη παρά να κάνει έκπτωση στις αξίες της. Και φυσικά, για το πώς ισορροπεί ανάμεσα σε μια απαιτητική δουλειά και δύο παιδιά, χωρίς ποτέ να στοχοποιεί τη δουλειά της.

Μεγάλωσες στην Τήνο. Τι κουβαλάς πιο έντονα από αυτά τα χρόνια;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Τήνο, στη Χώρα, με τη μαμά να κατάγεται από το Σμαρδάκιτο και τον μπαμπά από τη Χώρα. Το σχολείο ήταν 500 μέτρα από το σπίτι, πηγαίναμε με τα πόδια. Αυτό που θυμάμαι πιο έντονα είναι η απόλυτη ελευθερία. Παίζαμε στο δρόμο από 5-6 χρονών, πηγαίναμε μόνοι μας σχολείο, κινούμασταν στο νησί χωρίς διαρκή επιτήρηση. Αυτή η αίσθηση αυτονομίας και αυτάρκειας με έχει διαμορφώσει σε απόλυτο βαθμό.

Πώς άλλαξε η Τήνος από τότε μέχρι σήμερα;

Τότε η Τήνος ήταν «κρυμμένη» πίσω από την εικόνα του νησιού της Παναγίας. Πολλοί πίστευαν ότι είναι μόνο η εκκλησία και οι προσκυνητές που ανεβαίνουν στα γόνατα. Αυτό, όμως, την προστάτεψε από την άναρχη ανάπτυξη που είδαμε αλλού.

Η εκκλησία, άμεσα κι έμμεσα, λειτούργησε σαν ένας άτυπος ρυθμιστής. Δεν άφησε να γίνουν όλα, όπως να ’ναι. Έτσι η ενδοχώρα έμεινε σχεδόν ανέγγιχτη και – κατά τη δική μου, εντελώς υποκειμενική άποψη-είναι η ωραιότερη ενδοχώρα στις Κυκλάδες.

Μου είπες ότι η νησιωτική ζωή έφτιαξε τον χαρακτήρα σου. Με ποιον τρόπο;

Το να μεγαλώνεις σε νησί τη δεκαετία του ’80 σημαίνει δυσκολίες. Απομόνωση, καράβια που δεν έρχονται λόγω καιρού, ανάγκη να βρίσκεις λύσεις μόνος σου. Αυτό καλλιεργεί ανθεκτικότητα, προσαρμοστικότητα, αυτονομία.

Σήμερα όλες οι εταιρείες μιλούν για resilience (ανθεκτικότητα) και agility (ευελιξία). Για μας τους νησιώτες τα παραπάνω στοιχεία ήταν σχεδόν θέμα επιβίωσης, δεν τα μάθαμε σε σεμινάριο, τα μάθαμε στην πράξη.

Στα 18 φεύγεις από την Τήνο. Ήταν συνειδητή απόφαση;

Απολύτως. Είχα κλείσει έναν πολύ όμορφο κύκλο στο νησί, αλλά ήθελα να πάω σε μία μεγάλη πόλη. Ο τρόπος ήταν να περάσω στο πανεπιστήμιο. Δεν είχα «αδιαπραγμάτευτο» στόχο, τύπου «ή Νομική ή τίποτα». Ήθελα απλώς να περάσω κάπου, για να φύγω, και να δω μετά τι θα κάνω.

Τελικά δεν πας Νομική, πας Γαλλική Φιλολογία Θεσσαλονίκης.

Όλοι γύρω μου-κυρίως καθηγητές-μου έλεγαν «εσύ πρέπει να μπεις στη Νομική», επειδή ήμουν καλή μαθήτρια. Για καλή μου τύχη όμως, δεν μπήκα στη Νομική αλλά στη Γαλλική Φιλολογία Θεσσαλονίκης. Μάλλον τυχαία.

Το σοκ για εμένα ήταν η πρώτη μέρα εγγραφής. Πήγα να γραφτώ στο πανεπιστήμιο μόνη μου, γιατί οι γονείς μου δούλευαν στην Τήνο και δεν μπορούσαν να φύγουν. Όλα τα παιδιά ήταν με τους γονείς τους κι εγώ 19 χρονών, μόνη, με μια βαλίτσα, έχοντας ταξιδέψει με τρένο που πήρα πρώτη φορά. Αυτό με δυσκόλεψε, αλλά με καθόρισε. Κατάλαβα ότι μπορώ.

Πώς προχωρά η ακαδημαϊκή διαδρομή σου από εκεί και πέρα;

Τελειώνω τη Γαλλική Φιλολογία γρήγορα, σε 3,5 χρόνια, με άριστα. Πηγαίνω για Erasmus στο Παρίσι, γυρίζω Θεσσαλονίκη, δουλεύω στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και σε ευρωπαϊκά προγράμματα.

Μετά πάω στο Μπορντό, όπου κάνω ένα πτυχίο που τότε δεν υπήρχε στην Ελλάδα, με αντικείμενο τη Διοίκηση και Διαχείριση Πολιτιστικών Πόρων. Μένω εκεί συνολικά περίπου τέσσερα χρόνια, δουλεύοντας για το Πανεπιστήμιο του Μπορντό σε ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά και πολιτιστικά προγράμματα, με συχνά ταξίδια στις Βρυξέλλες.

Γυρίζοντας ξανά σε αυτά τα χρόνια, θυμάμαι πόσο έντονη και δημιουργική ήταν εκείνη η περίοδος. Ζώντας στη Γαλλία και δουλεύοντας στον χώρο του πολιτισμού, βρέθηκα να συνεργάζομαι με φίλους και να οργανώνουμε μαζί ένα πρωτοποριακό φεστιβάλ δρόμου στην Τήνο το 2002, 2003 και 2004. Φέραμε ομάδες από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία, μέχρι και την Αυστραλία. Ξεκινήσαμε τα πάντα από το μηδέν, αλλά τελικά τίποτα δεν ήταν τόσο δύσκολο όταν υπήρχε κοινό όραμα. Μάλιστα, στους Ολυμπιακούς του Παρισιού, είδα μία ομάδα από την Αυστραλία – που είχαμε φέρει στην Τήνο το 2004 – και ένιωσα μια βαθιά συγκίνηση. Είναι όμορφο να βλέπεις πως κάποιοι πολιτιστικοί δεσμοί που δημιούργησες χρόνια πριν συνεχίζουν να ταξιδεύουν και να ζουν.

Κι όμως, ενώ σου προτείνουν να μείνεις στη Γαλλία, επιστρέφεις Ελλάδα. Γιατί;

Ο διευθυντής του τμήματος μου πρότεινε ουσιαστικά να διαδεχθώ τον ίδιο στη διεύθυνση του φορέα καθώς ο ίδιος ετοιμαζόταν να συνταξιοδοτηθεί. Ήταν μεγάλη τιμή, αλλά εγώ δεν ήθελα να μείνω μόνιμα στη Γαλλία. Ένιωθα ότι ο κύκλος μου εκεί κλείνει. Ήθελα να γυρίσω και να δω τι άλλο μπορώ να κάνω.

Γυρνώντας στην Ελλάδα, μπαίνω στη Γενική Γραμματεία Ολυμπιακών Αγώνων του Υπουργείου Πολιτισμού, στα πολιτιστικά δρώμενα. Εκεί, λόγω των γαλλικών μου, βρέθηκα για δύο χρόνια να συνοδεύω τη σύζυγο του πρόεδρου της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, Ζακ Ρογκ, σε κάθε επίσκεψη τους στην Ελλάδα. Ήμουν μαζί τους σε πολλές στιγμές των Ολυμπιακών του 2004. Θυμάμαι μέχρι και την περίφημη φράση «unforgettable dream games» του Ρογκ.  Την είχαμε κάνει πρόβα μαζί, στα ελληνικά. Αυτή η περίοδος ήταν ένα απίστευτο «σχολείο» για τις μεγάλες διοργανώσεις και την επικοινωνία τους.

Και μετά; Πώς πας από τον δημόσιο τομέα στην επιχειρηματικότητα;

Μετά τους Ολυμπιακούς μεταφέρθηκα στα «κεντρικά» του Υπουργείου Πολιτισμού ως ειδική σύμβουλος σύγχρονου πολιτισμού, συνεργαζόμενοι με αρκετούς διαφορετικούς υπουργούς. Η αρχή έγινε όταν ήταν υπουργός ο Γιώργος Βουλγαράκης. Τον οποίο εκτιμώ, διότι άφησε έργο κατά τη διάρκεια της θητείας του και ταυτόχρονα με εμπιστεύθηκε. Ήταν ένας από τους καλύτερους υπουργούς Πολιτισμού κατά την άποψή μου. Κι εκείνος που διόρισε τον Γιάννη Χουβαρδά, διευθυντή στο Εθνικό Θέατρο, τον Γιώργο Παπαλιό στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Κάλεσε τον Γαβρά και τον Δοξιάδη, ενώ αργότερα αλλάξαμε τη νομοθεσία για τον κινηματογράφο. Μετά τη φυγή Βουλγαράκη παρέμεινα. Ακολούθησαν ο Μιχάλης Λιάπης και ο Αντώνης Σαμαράς. Και σταδιακά εμπλεκόμουν όλο και περισσότερο με θέματα επικοινωνίας, στο πεδίο. Όταν ανέλαβε ο Παύλος Γερουλάνος υπουργός Πολιτισμού, μου πρότεινε και εκείνος να παραμείνω.

Ήξερα όμως πάντα ότι είμαι εκεί προσωρινά. Δεν με ενδιέφερε να γίνω μόνιμη δημόσια υπάλληλος, παρά το γεγονός ότι είχα τα απαιτούμενα προσόντα. Ωστόσο, κάτι τέτοιο – παρά τον σεβασμό που τρέφω για τους δημόσιους λειτουργούς – δεν ταίριαζε στην ανάγκη μου για ελευθερία και κίνηση. Ήταν μία δουλειά με συγκεκριμένα όρια αυτή του δημοσίου υπαλλήλου.

Στα τέλη του 2009 αποφάσισα να φύγω, επί θητείας Παύλου Γερουλάνου, και να στήσω μια εταιρεία μαζί με τον Αντώνη Δελατόλλα. Τον γνώριζα ήδη από την Τήνο από όταν γεννήθηκα καθότι κατάγεται από το διπλανό χωριό της μητέρας μου. Τον έχασα προσωρινά, αλλά συναντηθήκαμε ξανά, καθότι ήταν εκείνος που με βοήθησε να κάνω το πρωτοποριακό φεστιβάλν που σου προανέφερα, στην Τήνο. Επιθυμία του ήταν να δημιουργήσει μία εταιρεία για τα παιδιά του. Μου πρότεινε να στήσουμε μία εταιρεία που θα την έτρεχα εγώ. Έτσι γεννιέται η Socialdoo, αρχικά με 1,5–2 άτομα, το φθινόπωρο του 2009.

Τι έκανε στην αρχή η Socialdoo και πώς εξελίχθηκε;

Τον πρώτο καιρό ήμαστε μια εταιρεία που δούλευε κυρίως εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) και πρότζεκτ με έντονο πολιτιστικό χαρακτήρα. Ένα από τα πρώτα μεγάλα πράγματα που κάναμε ήταν τα Βραβεία Βιβλίου Public, μια ιδέα που βοηθούσε τότε την αλυσίδα να ξεφύγει από την εικόνα του «καθαρά εμπορικού χαρακτήρα».

Σταδιακά, η Socialdoo μετασχηματίστηκε σε εταιρεία επικοινωνίας με ολοκληρωμένες υπηρεσίες, χωρίς όμως να χάσει τον πιο «μπουτίκ» χαρακτήρα της. Σήμερα είμαστε περίπου 30 άτομα και δεν έχουμε στόχο να γίνουμε 50–60 απλώς για να μεγαλώσουμε.

Τι είναι αυτό που τη διαφοροποιεί ως εταιρεία; Ποιο είναι το κύριο «συστατικό» της;

Αν θα έπρεπε να το πω με μία λέξη, είναι η αλήθεια.
Λέμε την αλήθεια στον πελάτη, ακόμη κι όταν είναι δυσάρεστη. Αν κάνουμε λάθος, το παραδεχόμαστε. Αυτό μερικές φορές κοστίζει – μπορεί να χάσεις δουλειά ή να γίνεις “δυσάρεστος” – αλλά στο τέλος κερδίζεις σε εμπιστοσύνη και αξιοπιστία.

Δεν είμαστε της λογικής «business is business». Δεν μπορώ να υποστηρίξω έναν οργανισμό αν δεν πιστεύω, έστω σε έναν σημαντικό βαθμό, σε αυτό που κάνει. Κι αν δεν μπορώ να δω «την άλλη όψη», προτιμώ να φύγω νωρίς.

Έχεις αρνηθεί δουλειές;

Ναι, αρκετές φορές.
Λέω «όχι» όταν δεν υπάρχει κοινός κώδικας αξιών, όταν ο άλλος θέλει να κάνουμε πράγματα που θεωρούμε επικοινωνιακά ή ηθικά λάθος, ή όταν απλώς δεν βλέπουμε τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Δεν κάνουμε εκπτώσεις μόνο και μόνο για να «κλείσει» ένας λογαριασμός.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη κρίση που χρειάστηκε να διαχειριστείς;

Η υπόθεση της Attica Group – Blue Star Ferries με τον θάνατο του Αντώνη Καρυώτη, όταν απωθήθηκε από μέλη του πληρώματος στη θάλασσα, στην προσπάθειά του να επιβιβαστεί στο πλοίο. Ήταν βαθιά κρίση, όχι μόνο επικοινωνιακά αλλά κυρίως ανθρώπινα.

Πώς κρατάς επαγγελματική απόσταση από πράγματα που δεν σε εκφράζουν;

Δεν πιστεύω ότι είναι όλα άσπρο–μαύρο. Προσπαθώ να μπω στα παπούτσια του πελάτη, να καταλάβω τι βλέπει αυτός, αν υπάρχει μια οπτική που μου διαφεύγει. Αν, μετά από αυτή την προσπάθεια, δεν μπορώ να δω τίποτα που να στέκει ηθικά ή ανθρώπινα για μένα, τότε προτιμώ να αποχωρήσω.

Δεν με εκφράζει μια εντελώς «λογιστική» προσέγγιση του τύπου «να φτιάξουμε όσο μπορούμε την εικόνα, ό,τι κι αν έχει συμβεί».

Τα τελευταία χρόνια “μεταναστεύετε” επαγγελματικά σε νησιά και βουνά. Δουλεύετε εκεί, όπως κάνατε για παράδειγμα το περασμένο καλοκαίρι, όπου η ομάδα της Socialdoo βρέθηκε στην Τήνο.

Ξεκινήσαμε με το «work from Tinos» και φέτος βρεθήκαμε με την ομάδα σε μέρη όπως το Αγιορό Πηγάδι (Αιτωλοακαρνανία), η Καλοσκοπή (Φωκίδα), το Ψάρι (Αρκαδία).

Η εξήγηση είναι απλή: αυτή η δουλειά μπορεί-ως έναν βαθμό-να γίνει από οπουδήποτε. Ήθελα και εγώ να δουλέψω από την Τήνο, αλλά ταυτόχρονα να αναδείξουμε και τη σημασία των μικρών τόπων και το θέμα ερημοποίησης της περιφέρειας. Δεν είναι πάντα εύκολο πρακτικά, αλλά δίνει ανάσα στην ομάδα και ξαναχτίζει τη σχέση μας μέσα από άλλες συνθήκες.

Πώς συνδυάζεται η ένταση και οι ρυθμοί της δουλειάς σου με δύο παιδιά;

Έχω δύο παιδιά, τον Κωνσταντή, δεκατεσσάρων ετών, και την Τερέζα, δέκα ετών. Δεν είναι εύκολο-ειδικά σε επίπεδο χρόνου και logistics. Αλλά είναι συνειδητή επιλογή.

Θα σου αφηγηθώ ένα περιστατικό που θυμάμαι πολύ. Όταν ο Κωνσταντής ήταν μικρός και άρχισε να μιλάει, ένα πρωί που ετοιμαζόμουν να φύγω, με ρώτησε: «Μαμά, γιατί δουλεύεις;». Του απάντησα, χωρίς δεύτερη σκέψη:
«Γιατί μ’ αρέσει.»
Όχι «για να έχουμε λεφτά» ή κάτι τέτοιο. Δεν θα μπορούσα να είμαι άνθρωπος που μένει στο σπίτι, δεν είμαι φτιαγμένη έτσι και νομίζω ότι τα παιδιά μου το καταλαβαίνουν.

Έχεις μετανιώσει για κάποια μεγάλη απόφαση; Για τη Γαλλία, για την Τήνο, για τη Socialdoo;

Όχι. Δεν μετανιώνω ούτε που γύρισα από τη Γαλλία, ούτε που έφυγα από την Τήνο, ούτε που άφησα το Υπουργείο για να στήσω κάτι δικό μου.

Νιώθω ότι είμαι ακριβώς εκεί που θέλω να είμαι. Με τις δυσκολίες, τις κρίσεις, τα στραβοπατήματα, αλλά χωρίς να έχω κάνει εκπτώσεις σε αυτά που θεωρώ ουσιώδη.

Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου σε ένα πιο μακρινό μέλλον;

Δεν ονειρεύομαι τη σύνταξη. Θέλω να συνεχίσω να ασχολούμαι με πράγματα που με κρατούν σε εγρήγορση και με ενδιαφέρουν, αλλά με μικρότερη ένταση από σήμερα, αφήνοντας χώρο στους επόμενους. Το ιδανικό για μένα θα ήταν να μοιράζω τον χρόνο μου. Να ζω κάποιους μήνες στην Τήνο, κάποιους στην Αθήνα. Να μπορώ να επιστρέφω συχνά στον τόπο μου, χωρίς να χρειάζεται να «κλείσω» τη ζωή μου στην Αθήνα.

Αν έπρεπε να συμπυκνώσεις τη φιλοσοφία σου σε μια εικόνα;

Στην Τήνο λέμε: «Όπως σε βρίσκει ο καιρός να τον αρμενίζεις».
Δεν μπορείς να ορίσεις τον καιρό, μπορείς όμως να ορίσεις πώς θα αρμενίσεις μέσα σε αυτόν. Μπορώ να αναγνωρίζω και να διαβάζω τα δεδομένα γρήγορα, και σχεδόν αστραπιαία να μην στέκομαι πάνω από το χυμένο γάλα. Αυτό ισχύει για τη ζωή, τη δουλειά, τις κρίσεις, για όλα.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.