Οι Έλληνες εφοπλιστές ήταν ιδιαίτερα δραστήριοι κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 στην αγορά των δεξαμενόπλοιων, αλλά και σε αυτήν των φορτηγών πλοίων. Η κρίση στη Μέση Ανατολή, ωστόσο, μπορεί να επιφέρει επιπτώσεις τόσο στον ναυτιλιακό κλάδο, όσο και στην παγκόσμια αγορά.
Οδηγούν την Κούρσα στον Κλάδο των Δεξαμενόπλοιων
Από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2024, 332 δεξαμενόπλοια άλλαξαν χέρια με συνολική αξία περίπου 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Συγκριτικά με το ίδιο διάστημα του περσινού έτους, υπήρξε σημαντική πτώση της τάξης του 27,2%, όταν είχαν πωληθεί 456 δεξαμενόπλοια αξίας 13,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι Έλληνες εφοπλιστές – παραδοσιακά δυνατοί στον συγκεκριμένο ναυτιλιακό κλάδο – αγόρασαν 40 δεξαμενόπλοια, ενώ πώλησαν 52 μέσα στους πρώτους εννέα μήνες του χρόνου, ενώ τα αντίστοιχα νούμερα για το 2023 ήταν 41 αγορές και 100 πωλήσεις. Οι Κινέζοι πλοιοκτήτες ήταν κι αυτοί αρκετά ενεργοί στην αγορά των δεξαμενόπλοιων με 32 πωλήσεις και 49 αγορές, όταν το 2023 είχαν αγοράσει 44 και είχαν πωλήσει 51 πλοία.
Στη συνέχεια της λίστας, συναντάμε τις Ηνωμένες Πολιτείες με 21 πωλήσεις (28 το 2023) και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με 17 αγορές (46 το 2023).
Η αγορά δεξαμενόπλοιων έχει ήδη δει σημαντική αύξηση στις τιμές, λόγω της κλιμακούμενης κατάστασης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, καθώς η συνέχιση και η κλιμάκωση των πολεμικών συγκρούσεων συνεχίζουν να διαταράσσουν το θαλάσσιο εμπόριο.
Οι τιμές TCE των VLCC, Suezmax και Aframax είναι στο υψηλότερο σημείο τους από τις 4 Ιουνίου, 17 Ιουλίου και 27 Ιουνίου αντίστοιχα, σημειώνοντας αύξηση 11%, 53% και 97% μέσα στην προηγούμενη εβδομάδα.
«Καθώς η κατάσταση στη Μέση Ανατολή συνεχίζει να εξελίσσεται, είναι επιτακτική ανάγκη οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι συμμετέχοντες στην αγορά να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις και να προετοιμάζονται για πιθανές διαταραχές», σχολιάζει ο ναυλομεσιτικός οίκος Xclusivshipbrokers.
Υψηλές Επιδόσεις και στην Αγορά Χύδην Ξηρού Φορτίου
Για την ίδια περίοδο (Ιανουάριος – Σεπτέμρβιος 2024), παρατηρείται ενισχυμένη δραστηριότητα στην παγκόσμια αγορά ξηρού φορτίου με αύξηση τόσο στον αριθμό των πλοίων που πωλήθηκαν όσο και στην συνολική τους αξία σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Πιο συγκεκριμένα, 612 πλοία πωλήθηκαν κατά τα πρώτα τρία τρίμηνα του 2024, σημειώνοντας αύξηση 34,5% από τα 455 που πωλήθηκαν την ίδια περίοδου του 2023. Επιπλέον, η συνολική αξία αυτών των συναλλαγών εκτινάχθηκε κατά 50% στα 12 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024 από τα 8 δισεκατομμύρια την προηγούμενη χρονιά.
Οι Έλληνες βρίσκονται στη δεύτερη θέση για τον συγκεκριμένο κλάδο με συνολικές αγορές 107 φορτηγών πλοίων σε σύγκριση με τα 68 της περσινής χρονιάς. Τον ίδιο αριθμό πλοίων αγόρασαν και οι Ιάπωνες εφοπλιστές, ενώ οι Κινέζοι κατέκτησαν την πρώτη θέση στον συγκεκριμένο κλάδο με την απόκτηση 115 bulkers, σημειώνονται σημαντική αύξηση από τα 66 του προηγούμενου έτους. Την ίδια στιγμή, οι Κινέζοι ιδιοκτήτες ήταν πρώτοι και στις πωλήσεις φορτηγών πλοίων με 158 bulkers, με τους Έλληνες εφοπλιστές να ακολουθούν με 146.
Η Κλιμακούμενη Ένταση στη Μέση Ανατολή Τρομάζει την Παγκόσμια Αγορά
Βάσει της έκθεσης του ναυλομεσιτικού οίκου Xclusiv shipbrokers, η απειλή μιας παγκόσμιας κρίσης πετρελαίου πλανάται και πάλι πάνω από τις αγορές ενέργειας, λόγω των κλιμακούμενων γεωπολιτικών εντάσεων και της μεταβλητότητας στην αγορά. Η πρόσφατη αύξηση στις τιμές του πετρελαίου, με τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης WTI να ξεπερνούν τα 74 δολάρια το βαρέλι, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες που υπάρχουν για την κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, δείχνουν την ευθραυστότητα των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού ενέργειας και την πιθανότητα των διαταραχών να έχουν σοβαρές οικονομικές συνέπειες.
Στο επίκεντρο της κρίσης βρίσκονται προφανώς οι κλιμακούμενες εντάσεις μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ενώ δεν αποκλείεται η σύγκρουση να επεκταθεί στην ευρύτερη περιοχή. Η απειλή του Ισραήλ να στοχεύσει τις υποδομές πετρελαίου του Ιράν και η πιθανή αντίποινα του Ιράν έχουν προκαλέσει ανησυχία στις αγορές, αυξάνοντας τους φόβους για διαταραχές στις παγκόσμιες ροές αργού πετρελαίου. Τα Στενά του Ορμούζ αποτελούν ένα ζωτικό σημείο διέλευσης πετρελαίου και είναι μία ιδιαίτερα ευάλωτη περιοχή σε τέτοιου είδους διαταραχές. Προφανώς, οποιαδήποτε πιθανό κλείσιμο του συγκεκριμένου θαλάσσιου διαύλου μπορεί να οδηγήσει σε ακραία αύξηση των τιμών του πετρελαίου.
Ο ναυλομεσιτικός οίκος σημειώνει πως η συνεχιζόμενη αστάθεια στην περιοχή και η πιθανότητα περαιτέρω διαταραχών διατηρούν τις ανησυχίες στην παγκόσμια αγορά. «Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι επιδεινώνονται από την αυξανόμενη ζήτηση για πετρέλαιο, ιδιαίτερα σε αναδυόμενες οικονομίες, και την περιορισμένη ικανότητα εντός του ΟΠΕΚ και των συμμάχων του», σχολιάζουν οι αναλυτές του οίκου Xclusiv shipbrokers.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε πως ο αντίκτυπος της κρίσης δεν περιορίζεται μόνο στον τομέα της ενέργειας, καθώς σε μία παγκόσμια αγορά όπου οι περισσότεροι κλάδοι αλληλοεπηρεάζονται, μία πιθανή αύξηση στις τιμές του πετρελαίου μπορεί να φέρει αλυσιδωτές αντιδράσεις σε άλλες βιομηχανίες, αυξάνοντας τα κόστη μεταφοράς, προκαλώντας πληθωρισμό και επηρεάζοντας τελικά τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.