Στο συνεχώς εξελισσόμενο εργασιακό περιβάλλον του 21ου αιώνα, η πίεση για ταχύτητα, αποδοτικότητα και αδιάκοπη συνδεσιμότητα έχει διαμορφώσει ένα νέο πλαίσιο απαιτήσεων για τους εργαζομένους, αλλά και για τα ηγετικά στελέχη.
Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, μία δεξιότητα που κάποτε θεωρούνταν αυτονόητη, η συγκέντρωση, αναδεικνύεται σήμερα ως κομβική για την επαγγελματική επιτυχία, τη στρατηγική σκέψη και την ψυχική ανθεκτικότητα. Αντίστοιχα, μια συνήθεια που για χρόνια προβαλλόταν ως απαραίτητη και θεμιτή – η πολυδιεργασία (multitasking) – αποδομείται πλέον ως πηγή αποδιοργάνωσης, άγχους και χαμηλής απόδοσης.
Η ιδέα ότι μπορούμε να κάνουμε ταυτόχρονα πολλές εργασίες, χωρίς να χάνουμε σε ποιότητα, είναι υπαρκτή, αλλά λανθασμένη. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου δεν είναι σχεδιασμένος για να επεξεργάζεται ταυτόχρονα πολλαπλές σύνθετες πληροφορίες. Αυτό που στην πράξη συμβαίνει όταν νομίζουμε ότι πολυδιεργαζόμαστε, είναι η γρήγορη εναλλαγή της προσοχής από το ένα αντικείμενο στο άλλο, κάτι που κοστίζει σε ενέργεια, χρόνο και γνωστική καθαρότητα. Αυτή η εναλλαγή, που αποκαλείται task switching, επιβραδύνει την επεξεργασία της πληροφορίας, αυξάνει την πιθανότητα λαθών και δημιουργεί ψευδαίσθηση αποτελεσματικότητας. Στην πραγματικότητα, απαιτείται πολύ περισσότερος χρόνος για να ολοκληρωθούν οι εργασίες, ενώ η ποιότητα συχνά υπονομεύεται.
Για τους ηγέτες, το τίμημα της πολυδιεργασίας είναι ακόμη μεγαλύτερο. Όταν ένας άνθρωπος που έχει την ευθύνη να καθοδηγήσει ομάδες, να λάβει στρατηγικές αποφάσεις και να ορίσει προτεραιότητες επιβαρύνεται από δεκάδες περισπασμούς ή προσπαθεί να «τρέξει» πολλαπλά ζητήματα ταυτόχρονα, είναι εξαιρετικά πιθανό να καταλήξει σε επιφανειακές αποφάσεις, ασυντόνιστη επικοινωνία και τελικά απώλεια του οράματος. Η απουσία εστίασης δεν περνά απαρατήρητη, αλλά διαχέεται στην ομάδα, υπονομεύει την εμπιστοσύνη και δημιουργεί ένα εργασιακό κλίμα αποσυντονισμού.
Η συγκέντρωση, αντίθετα, είναι το εργαλείο που επιτρέπει τη βαθιά σκέψη, την ακρίβεια στην εκτέλεση και τη σαφήνεια στην καθοδήγηση. Ένας συγκεντρωμένος ηγέτης εντοπίζει το ουσιώδες, αποφεύγει τον περισπασμό από το επουσιώδες και δημιουργεί περιβάλλον σταθερότητας για τους ανθρώπους του. Δεν πρόκειται για πολυτέλεια ή για ιδανική συνθήκη, αλλά για μια ουσιαστική πρακτική που κερδίζεται και καλλιεργείται μέσα από την επιλογή της εστίασης.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι ηγέτες που επηρεάζονται. Σε όλα τα επίπεδα ενός οργανισμού, η πολυδιεργασία έχει διεισδύσει ως «κανονικότητα». Οι εργαζόμενοι συχνά νιώθουν ότι για να ανταποκριθούν στις προσδοκίες, πρέπει να έχουν ανοιχτές πολλαπλές εφαρμογές, να διαχειρίζονται ταυτόχρονα κλήσεις, emails, deadlines και διαπροσωπικά ζητήματα. Όμως η συνεχής αυτή εναλλαγή, όσο κι αν φαίνεται σαν ένδειξη ζήλου και ενεργητικότητας, εξαντλεί τις νοητικές αντοχές. Το μυαλό κουράζεται, ο χρόνος διάσπασης της προσοχής αυξάνεται και η παρατεταμένη νοητική πίεση αρχίζει να εκδηλώνεται ως άγχος, απογοήτευση, ή ακόμη και σωματικά συμπτώματα εξάντλησης.
Αυτό το περιβάλλον, εκτός από αντιπαραγωγικό, είναι και ψυχικά επικίνδυνο. Η συνεχής προσπάθεια να κάνουμε τα πάντα ταυτόχρονα μας απομακρύνει από την ουσία κάθε έργου. Η δημιουργικότητα μειώνεται, η απόλαυση από την εργασία χάνεται και ο εγκέφαλος λειτουργεί σε κατάσταση «μόνιμης ετοιμότητας», σαν να βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτή η κατάσταση αυξάνει την κορτιζόλη, την ορμόνη του στρες, μειώνοντας τη μακροπρόθεσμη ικανότητα συγκέντρωσης και ανθεκτικότητας.
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, η απάντηση δεν είναι να επιβραδύνουμε τους ρυθμούς ή να αρνηθούμε την τεχνολογική πρόοδο. Αντίθετα, απαιτείται μια συνειδητή και οργανωμένη επανεκπαίδευση της προσοχής μας. Η συγκέντρωση είναι δεξιότητα και όπως κάθε δεξιότητα μπορεί να καλλιεργηθεί. Η έναρξη μπορεί να γίνει με την καθιέρωση συνθηκών που επιτρέπουν «βαθιά εργασία», όπως καθορισμένες ώρες χωρίς διακοπές, κλείσιμο ειδοποιήσεων, διαχωρισμός των τύπων εργασιών, σιωπηλό περιβάλλον και καθαρή ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Μικρές καθημερινές πρακτικές, όπως η χρήση χρονικών παραθύρων εστίασης (π.χ. τεχνική Pomodoro), η ενίσχυση της αναπνοής, ο διαλογισμός ή ακόμη και η αποσύνδεση από την οθόνη για λίγα λεπτά, μπορούν να επαναφέρουν τη νοητική ισορροπία.
Παράλληλα, η διοίκηση ενός οργανισμού χρειάζεται να δώσει το παράδειγμα. Η καθιέρωση εταιρικών πολιτικών που ενθαρρύνουν τη συγκέντρωση – όπως λιγότερες αλλά πιο ουσιαστικές συναντήσεις, χρονικοί περιορισμοί στην αποστολή email, δυνατότητα σιωπηλών ωρών εργασίας – μπορεί να έχει πολλαπλά οφέλη. Οι εργαζόμενοι χρειάζονται χώρο να σκέφτονται και να δημιουργούν, και όχι απλώς να απαντούν ασταμάτητα σε ερεθίσματα.
Σε έναν κόσμο που προωθεί τη διαρκή συνδεσιμότητα και την άμεση απόκριση, είναι επαναστατικό να πούμε ότι «κάνω ένα πράγμα τη φορά». Αυτή η επιλογή, όσο απλή κι αν φαίνεται, είναι πράξη συνειδητής ηγεσίας, σεβασμού προς τον εαυτό μας και τους άλλους, και τελικά μια πράξη παραγωγικότητας με μακροχρόνιο αντίκτυπο. Η συγκέντρωση δεν είναι εμπόδιο στην ταχύτητα. Είναι η προϋπόθεση για ποιότητα, ακρίβεια και πραγματική πρόοδο.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.