Τα κονσερβοποιημένα ψάρια εντάσσονται και πάλι στις συνειδητές καταναλωτικές επιλογές. Κάποτε συνδεδεμένα με τις δύσκολες εποχές και την ανάγκη για αποθήκευση μακράς διαρκείας, σήμερα μεταμορφώνονται σε προϊόντα με αυξανόμενη εμπορική, διατροφική και πολιτισμική σημασία. Από τις σαρδέλες σε πικάντικο ελαιόλαδο μέχρι το καπνιστό σκουμπρί σε μοντέρνα μεταλλικά κουτιά, η αγορά των κονσερβοποιημένων θαλασσινών δεν είναι πλέον απλώς σταθερή, αλλά είναι αναπτυσσόμενη, καινοτόμα και εξαιρετικά ανταγωνιστική.
Η παγκόσμια στροφή προς τα κονσερβοποιημένα ψάρια δεν ήταν τυχαία. Ο σύγχρονος καταναλωτής απαιτεί προϊόντα που συνδυάζουν ευκολία, υψηλή διατροφική αξία και γεύση, χωρίς συμβιβασμούς στην ποιότητα ή την υγεία. Τα κονσερβοποιημένα ψάρια ενσωματώνουν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, προσφέροντας μια πρακτική και συνάμα εκλεπτυσμένη πρόταση για το καθημερινό τραπέζι. Είναι πλούσια σε πρωτεΐνες, περιέχουν πολύτιμα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής και το κυριότερο, δεν απαιτούν ψυγείο ή μαγείρεμα.
Αυτό εξηγεί γιατί η παγκόσμια αγορά κονσερβοποιημένων θαλασσινών εκτιμήθηκε το 2024 στα 35,77 δισεκατομμύρια δολάρια και αναμένεται να αγγίξει τα 44,27 δισεκατομμύρια μέχρι το 2030, με ετήσιο ρυθμό αύξησης (CAGR) 3,5%. Οι πιο δυναμικές αγορές αυτή τη στιγμή είναι στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, η οποία κατέχει πάνω από το 35% του παγκόσμιου μεριδίου, χάρη στη μεγάλη εγχώρια ζήτηση, την εκτεταμένη παραγωγή και τη σημαντική παρουσία μεταποιητικών μονάδων.
Σε πολλές χώρες της Ασίας, όπως η Ταϊλάνδη, η Κίνα και η Ιαπωνία, η κονσερβοποίηση δεν είναι μια βιομηχανική δραστηριότητα σε απλούς όρους, αλλά τίθεται ως μακρόχρονη διατροφική παράδοση. Το ψάρι σε κονσέρβα είναι βασικό στοιχείο της καθημερινής διατροφής και καταναλώνεται σε μεγάλη ποικιλία. Αυτό έχει οδηγήσει στη δημιουργία ισχυρής βιομηχανίας, ικανής να εξυπηρετεί τόσο τις εγχώριες ανάγκες όσο και τις εξαγωγές σε όλο τον κόσμο.
Η πανδημία του COVID-19 επιτάχυνε ακόμη περισσότερο τη στροφή προς τα κονσερβοποιημένα τρόφιμα. Με τα lockdown, τις ελλείψεις και την αβεβαιότητα, οι καταναλωτές επέστρεψαν σε προϊόντα με μακρά διάρκεια ζωής. Σε αντίθεση με άλλες “μόδες της πανδημίας”, τα κονσερβοποιημένα ψάρια δεν υποχώρησαν. Αντιθέτως, καθιερώθηκαν ως σταθερή διατροφική επιλογή, ενισχύοντας τη θέση τους σε ράφια σούπερ μάρκετ, κουζίνες και πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Στην Αμερική, η εικόνα είναι ιδιαίτερα ενδεικτική της πολιτισμικής και καταναλωτικής μεταστροφής. Εκεί όπου η κονσέρβα τόνου θεωρούνταν για δεκαετίες ένα μονότονο και βαρετό φαγητό, σήμερα οι Αμερικανοί καταναλωτές ανακαλύπτουν ξανά τα κονσερβοποιημένα ψάρια και μάλιστα με ενθουσιασμό. Μεταξύ 2023 και 2024, οι διαδικτυακές αναζητήσεις για προϊόντα όπως “Portuguese sardines” αυξήθηκαν χιλιαπλάσια, ενώ οι πωλήσεις εξειδικευμένων εισαγόμενων προϊόντων σε gourmet καταστήματα σημείωσαν εντυπωσιακή άνοδο.
Η κουλτούρα γύρω από τις κονσέρβες στις ΗΠΑ άλλαξε δραστικά. Δημιουργήθηκαν νέες διατροφικές τάσεις όπως τα “seacuterie boards”, ενώ influencers και food bloggers αφιερώνουν περιεχόμενο στις αγαπημένες τους κονσέρβες. Μεγάλες αλυσίδες λιανικής επανασυστήνουν το προϊόν μέσα από προσεγμένες συσκευασίες και νέες συνεργασίες μικρών παραγωγών. Το στοιχείο του «affordable luxury» παίζει καθοριστικό ρόλο, από τη στιγμή που πολλοί καταναλωτές, αντί να ξοδέψουν χρήματα σε ακριβές εμπειρίες, προτιμούν να απολαύσουν ένα εισαγόμενο κουτί σαρδέλας με γεύσεις Μεσογείου και ντιζαϊνάτη εμφάνιση.
Παράλληλα, η αυξημένη ζήτηση φέρνει και προκλήσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε εισαγωγές για να καλύψουν την αγορά, κάτι που καθιστά τον τομέα ευάλωτο σε εμπορικούς δασμούς και διακυμάνσεις τιμών. Όμως, η διεύρυνση του ενδιαφέροντος, από τη μαζική κατανάλωση έως το niche κοινό που αναζητά προϊόντα υψηλής ποιότητας, δείχνει πως η τάση ήρθε για να μείνει.
Στην Ευρώπη, η αγορά ακολουθεί παρόμοια ανοδική πορεία, αν και με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά. Το 2023, η ευρωπαϊκή αγορά κονσερβοποιημένων θαλασσινών έφτασε τα 9,94 δισεκατομμύρια δολάρια και αναμένεται να φτάσει τα 12,10 δισεκατομμύρια έως το 2030, με ρυθμό ανάπτυξης 2,8% ετησίως. Χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, διατηρούν ισχυρές παραγωγικές υποδομές και εξειδίκευση στο συγκεκριμένο είδος, εξάγοντας εκατομμύρια μονάδες σε δεκάδες αγορές.
Η Ευρώπη διαθέτει υψηλό επίπεδο πιστοποίησης ποιότητας και βιωσιμότητας, γεγονός που καθιστά τα ευρωπαϊκά προϊόντα ιδιαίτερα ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά. Παράλληλα, οι καταναλωτές στην Ευρώπη παρουσιάζουν πιο ανεπτυγμένη διατροφική συνείδηση και ζητούν πληροφορίες σχετικά με την προέλευση, την περιβαλλοντική επίπτωση και τις διατροφικές ιδιότητες των προϊόντων. Έτσι, οι κονσέρβες ψαριών όχι μόνο ικανοποιούν πρακτικές ανάγκες, αλλά ενσωματώνονται σε ένα ευρύτερο αφήγημα που αφορά την ηθική κατανάλωση.
Η τάση για γαστρονομική αναβάθμιση των κονσερβοποιημένων προϊόντων είναι, επίσης, έντονη. Οι καταναλωτές δεν επιθυμούν μόνο φθηνά ή γρήγορα γεύματα. Αναζητούν γευστικές εμπειρίες. Το αποτέλεσμα είναι η εμφάνιση premium κονσερβών με εκλεπτυσμένες γεύσεις, όπως σαρδέλες με τρούφα, σκουμπρί με λεμόνι και κάπαρη ή μύδια σε καπνιστή σάλτσα. Αυτή η εξέλιξη έχει αναβαθμίσει την αντίληψη γύρω από τα κονσερβοποιημένα ψάρια και τα έχει μετατρέψει σε γαστρονομικό προϊόν με ταυτότητα και προστιθέμενη αξία.
Ωστόσο, η αγορά δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Οι εμπορικοί δασμοί, οι διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών, αλλά και η αυξανόμενη ζήτηση για διαφάνεια και βιωσιμότητα επιβάλλουν στους παραγωγούς να εξελίσσονται διαρκώς. Παρόλα αυτά, η ευρεία γκάμα διαθέσιμων προϊόντων – από οικονομικές επιλογές έως πολυτελείς κονσέρβες -διασφαλίζει την ευελιξία και τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα της αγοράς.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.