Μια ανεπαίσθητη, αλλά σημαντική αλλαγή φαίνεται να συντελείται στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΔΟΕ), η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου αναμένεται να παρουσιάσει ελαφρά μείωση μέχρι το 2030, σηματοδοτώντας την πρώτη κάμψη στη χρήση ορυκτών καυσίμων εδώ και μία δεκαετία. Η τελευταία φορά που σημειώθηκε τόσο δραστική μείωση στη ζήτηση ήταν το 2020, μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την πανδημία του COVID-19 και τη σχεδόν παγκόσμια παύση δραστηριοτήτων.
Η νέα αυτή πρόβλεψη έρχεται σε μια περίοδο όπου η παγκόσμια οικονομία προσπαθεί να εξισορροπήσει τις ανάγκες της για ενέργεια με τις πιεστικές απαιτήσεις της πράσινης μετάβασης και της κλιματικής ευθύνης. Το 2023, η ΔΟΕ είχε ήδη προβλέψει ότι η ζήτηση πετρελαίου θα κορυφωθεί εντός της δεκαετίας. Η επιβεβαίωση αυτής της πρόβλεψης, δύο χρόνια αργότερα, δίνει ισχυρότερο βάρος στην εκτίμηση ότι η παγκόσμια εξάρτηση από το πετρέλαιο εισέρχεται σταδιακά σε φάση ύφεσης, έστω και μικρής.
Συγκεκριμένα, η παγκόσμια κατανάλωση εκτιμάται ότι θα αγγίξει τα 105,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέχρι το 2029, φτάνοντας το υψηλότερο σημείο της. Από το 2030 και μετά, προβλέπεται μια ήπια πτώση. Αν και η μείωση δεν θα είναι απότομη, η σημασία της είναι κυρίως συμβολική και ενδεικτική μιας μακροπρόθεσμης μεταβολής.
Αξιοσημείωτο είναι ότι αυτή η κάμψη έρχεται παρά το πολιτικό και οικονομικό κλίμα που σε ορισμένα μέρη του κόσμου παραμένει ευνοϊκό για τα ορυκτά καύσιμα. Η επιστροφή πολιτικών με φιλοπετρελαϊκή ατζέντα, όπως το σύνθημα του Ντόναλντ Τραμπ «εξορύξτε ολοταχώς», δείχνει ότι η μετάβαση δεν είναι ομοιογενής σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές. Ωστόσο, η ΔΟΕ δηλώνει ότι η κορύφωση της ζήτησης πλησιάζει και ότι δεν πρόκειται για θεωρητική υπόθεση, αλλά για πραγματικότητα που διαμορφώνεται σταδιακά.
Η ΔΟΕ εκτιμά πως από το 2024 έως το 2030, η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου θα αυξηθεί συνολικά κατά 2,5 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, αλλά αυτή η αύξηση επιβραδύνεται σημαντικά όσο πλησιάζουμε στο τέλος της δεκαετίας. Συγκεκριμένα, η ετήσια αύξηση πέφτει από 700.000 βαρέλια την ημέρα το 2025-2026, σε σχεδόν μηδενική αύξηση έως το 2029 και μια ήπια μείωση το 2030.
Οι λόγοι πίσω από αυτήν τη μεταστροφή είναι πολυδιάστατοι. Κατ’ αρχάς, η παγκόσμια οικονομία παρουσιάζει επιβράδυνση, λόγω γεωπολιτικών συγκρούσεων, εμπορικών εντάσεων και δημοσιονομικών πιέσεων. Δεύτερον, η διείσδυση των ηλεκτρικών οχημάτων αυξάνεται εντυπωσιακά, υποκαθιστώντας σταδιακά τα συμβατικά μέσα μεταφοράς που βασίζονται στο πετρέλαιο. Παράλληλα, ενισχύεται η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, περιορίζοντας έτσι τη ζήτηση για πετρέλαιο και στον ενεργειακό τομέα.
Αυτή η δυναμική των ΑΠΕ αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα πιο πρόσφατα δεδομένα. Το 2024, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του οργανισμού Ember, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική, ηλιακή, υδροηλεκτρική, βιοενέργεια κ.ά.) κάλυψαν πάνω από 30% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σημειώνοντας σταθερή άνοδο σε σχέση με προηγούμενα έτη. Η ηλιακή ενέργεια από μόνη της παρείχε περίπου 6,9%, ενώ η αιολική έφτασε το 8,1%. Αν προστεθούν και οι πυρηνικές μονάδες, τότε το συνολικό μερίδιο των “καθαρών” πηγών στην παγκόσμια ηλεκτροπαραγωγή ξεπερνά πλέον το 40%. Παράλληλα, το μερίδιο των ΑΠΕ στη συνολική τελική κατανάλωση ενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών και της θέρμανσης) υπολογίζεται ότι έφτασε περίπου το 35% παγκοσμίως για το 2025. Αυτή η αυξανόμενη διείσδυση δείχνει ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν είναι μόνο επιθυμία, αλλά και ήδη μετρήσιμη πραγματικότητα.
Ωστόσο, η πορεία προς ένα μετα-πετρελαϊκό μέλλον δεν είναι κοινώς αποδεκτή από όλους τους ενεργειακούς φορείς και ακούγονται διαφορετικές «φωνές» επί του θέματος. Για παράδειγμα, ο ΟΠΕΚ (Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών) διαφωνεί με τις εκτιμήσεις της ΔΟΕ. Τον Σεπτέμβριο του 2024, ο οργανισμός χαρακτήρισε «φαντασίωση» την ιδέα ότι ο κόσμος οδεύει σε πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Ο γενικός γραμματέας του ΟΠΕΚ, Χαϊθάμ Αλ-Γάις, δήλωσε ότι η ζήτηση πετρελαίου θα συνεχίσει να φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ και πως η ιδέα της «κορύφωσης» έχει διαψευστεί ξανά και ξανά.
Πράγματι, ο ΟΠΕΚ σε πρόσφατες προβλέψεις του αναφέρει ότι για το 2025 και το 2026 θα σημειωθεί αύξηση στη ζήτηση κατά 1,3 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως κάθε χρόνο, σχεδόν διπλάσιο ρυθμό από τις εκτιμήσεις της ΔΟΕ για τα ίδια έτη. Αυτή η απόκλιση στις προβλέψεις αντανακλά και διαφορετικές πολιτικές, οικονομικές και γεωγραφικές προτεραιότητες.
Η ουσία, όμως, είναι ότι η συζήτηση για το μέλλον του πετρελαίου έχει αλλάξει κατεύθυνση. Δεν συζητείται αν θα υπάρξει μείωση στη χρήση του, αλλά πότε και πόσο γρήγορα θα συμβεί αυτό. Η στροφή προς καθαρές μορφές ενέργειας, η τεχνολογική πρόοδος και οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες φαίνεται να χαράζουν τον δρόμο για μια νέα ενεργειακή εποχή, με λιγότερο πετρέλαιο, περισσότερη ηλεκτροκίνηση και αυξανόμενη ζήτηση για πράσινες λύσεις.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.