Η ακραία καιρική αστάθεια, η οποία επιδεινώνεται από την κλιματική αλλαγή, προκαλεί σημαντικές αναταράξεις στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων, αυξάνοντας τις τιμές βασικών ειδών διατροφής και αναδεικνύοντας νέες, σύνθετες προκλήσεις για τις κοινωνίες σε διεθνές επίπεδο.
Πρόσφατη διεθνής μελέτη, επικεντρωμένη σε παραδείγματα της περιόδου 2022–2024, τεκμηριώνει πώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως η παρατεταμένη ξηρασία, οι πρωτοφανείς καύσωνες και οι έντονες βροχοπτώσεις, είχαν άμεσες και σημαντικές επιπτώσεις στις τιμές πολλών αγροτικών προϊόντων σε τουλάχιστον 18 χώρες ανά τον κόσμο. Το βασικό εύρημα της μελέτης είναι ότι οι καιρικές συνθήκες που καταγράφηκαν κατά το διάστημα αυτό, δεν είχαν ιστορικό προηγούμενο πριν από το 2020 και συνδέονται με άμεση, βραχυπρόθεσμη εκτίναξη των τιμών, επηρεάζοντας όχι μόνο την οικονομία, αλλά την υγεία και την επισιτιστική ασφάλεια.
Ενδεικτικά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, συγκεκριμένα στις Πολιτείες της Καλιφόρνια και της Αριζόνα, οι τιμές των λαχανικών αυξήθηκαν κατά 80% τον Νοέμβριο του 2022 σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2021, μετά από ένα καλοκαίρι με εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες και σοβαρή λειψυδρία. Παρόμοιο μοτίβο παρατηρήθηκε και στη Νότια Κορέα, όπου η τιμή του λάχανου αυξήθηκε κατά 70% τον Σεπτέμβριο του 2023, ύστερα από ισχυρό καύσωνα τον Αύγουστο.
Στην Ευρώπη, η αγορά του ελαιόλαδου επηρεάστηκε έντονα από την ξηρασία που έπληξε την Ιταλία και την Ισπανία τα δύο προηγούμενα χρόνια. Το αποτέλεσμα ήταν μια εκρηκτική αύξηση 50% στις τιμές του προϊόντος τον Ιανουάριο του 2024. Στο Μεξικό, μια από τις σφοδρότερες ξηρασίες της τελευταίας δεκαετίας, είχε ως αποτέλεσμα αύξηση 20% στις τιμές φρούτων και λαχανικών τον ίδιο μήνα. Στην Ιαπωνία, η τιμή του ρυζιού σημείωσε άνοδο 48% τον Σεπτέμβριο του 2024, έπειτα από έναν ιστορικό καύσωνα, έναν από τους ισχυρότερους που έχει καταγραφεί από το 1946.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η αύξηση στις παγκόσμιες τιμές του κακάο, η οποία σχετίζεται με τον καύσωνα που σημειώθηκε στις αρχές του 2024 σε χώρες της Δυτικής Αφρικής, όπως η Γκάνα και η Ακτή Ελεφαντοστού, από τις οποίες προέρχεται σχεδόν το 60% της παγκόσμιας παραγωγής. Ο καύσωνας αυτός, που οι επιστήμονες εκτιμούν ότι έγινε κατά 4 βαθμούς Κελσίου θερμότερος λόγω της κλιματικής αλλαγής, είχε ως αποτέλεσμα αύξηση 280% στις τιμές του κακάο παγκοσμίως τον Απρίλιο.
Η μελέτη τονίζει επίσης τις κοινωνικές συνέπειες αυτών των μεταβολών. Η αύξηση στις τιμές τροφίμων πλήττει δυσανάλογα τα χαμηλότερα εισοδήματα, καθώς τα πιο υγιεινά τρόφιμα, όπως τα φρούτα και τα λαχανικά, τείνουν να είναι πιο ακριβά από τα λιγότερο θρεπτικά. Όταν το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται, τα νοικοκυριά έχουν την τάση να αποφεύγουν την κατανάλωση υγιεινών προϊόντων, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη εμφάνιση διατροφικών ελλείψεων, παθήσεων όπως ο διαβήτης τύπου 2 και τα καρδιολογικά νοσήματα. Οι τιμές των τροφίμων δεν αποτελούν απλώς έναν οικονομετρικό δείκτη, αλλά μεταφράζονται άμεσα σε παράγοντα δημόσιας υγείας.
Πέραν των κοινωνικών και υγειονομικών επιπτώσεων, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η απότομη αύξηση του κόστους διαβίωσης, η οποία εντείνεται από την ακρίβεια των τροφίμων, ενδέχεται να λειτουργήσει ως καταλύτης για πολιτική αστάθεια και κοινωνικές εντάσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις, η αύξηση των τιμών τροφίμων έχει συνδεθεί ιστορικά με διαδηλώσεις, πολιτική αβεβαιότητα ή ακόμη και εξεγέρσεις.
Ο επικεφαλής της μελέτης, Μαξιμιλιάν Κοτς, προειδοποιεί ότι όσο συνεχίζονται οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και δεν επιτυγχάνεται ο στόχος των καθαρών μηδενικών εκπομπών, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα επιδεινώνονται, προκαλώντας ολοένα μεγαλύτερες καταστροφές στις καλλιέργειες και ανεβάζοντας περαιτέρω τις τιμές βασικών ειδών διατροφής. Οι πολίτες, σύμφωνα με τον ίδιο, αρχίζουν πλέον να το αντιλαμβάνονται εμπειρικά, καθώς η ακρίβεια στα τρόφιμα αναφέρεται ως η δεύτερη πιο αισθητή συνέπεια της κλιματικής αλλαγής, μετά τις υψηλές θερμοκρασίες.
Η ήδη τεταμένη κατάσταση του παγκόσμιου εμπορίου, εξαιτίας γεωπολιτικών εντάσεων και εμπορικών συγκρούσεων, εντείνει ακόμη περισσότερο την επίπτωση αυτών των μεταβολών. Η διεθνής κοινότητα κινείται προς ένα καθεστώς διαρκούς μεταβλητότητας, στο οποίο η έννοια της «κρίσης κόστους ζωής» αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά. Όσο πιο πολύ καθυστερεί η ουσιαστική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τόσο βαθύτερες και ευρύτερες θα είναι οι επιπτώσεις.
Η δημοσιοποίηση αυτής της μελέτης αποκτά βαρύτητα, καθώς πραγματοποιείται σε μια περίοδο αυξανόμενης παγκόσμιας ανησυχίας για την ανθεκτικότητα των διατροφικών συστημάτων. Σε διεθνές επίπεδο, εντείνεται η συζήτηση για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην αγροτική παραγωγή και την επισιτιστική ασφάλεια, με κυβερνήσεις και φορείς να αναζητούν στρατηγικές που θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα της τροφικής αλυσίδας τα επόμενα χρόνια.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.