Η παγκόσμια βιομηχανία της μόδας διανύει μια περίοδο έντονης τεχνολογικής μετάβασης. Η ηλεκτρονική εμπορική δραστηριότητα έχει εκτοξευθεί, τα ψηφιακά κανάλια επικοινωνίας έχουν γίνει κυρίαρχα και οι τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η επαυξημένη πραγματικότητα, διαμορφώνουν πλέον το αύριο του retail.
Ωστόσο, αυτή η εντυπωσιακή πρόοδος δεν έρχεται χωρίς ρίσκα. Οι κυβερνοεπιθέσεις αποτελούν μία από τις σοβαρότερες απειλές για τη βιωσιμότητα και τη φήμη των εταιρειών, ειδικά στον χώρο της μόδας που είναι έντονα συνδεδεμένος με την εικόνα, την εμπιστοσύνη και την εμπειρία πελάτη.
Τα παραδείγματα για θύματα κυβερνοεπιθέσεων παρουσιάζουν αυξητική τάση. Μπορούμε να θυμηθούμε, κάποιους μήνες πριν, την περίπτωση της Marks & Spencer, ενός από τους πλέον εδραιωμένους λιανέμπορους μόδας και ειδών διατροφής στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία είχε ανακοινώσει τέλη Απριλίου 2025, ότι έπεσε θύμα μιας σύνθετης και καλά σχεδιασμένης κυβερνοεπίθεσης τύπου ransomware. Η επίθεση αυτή, σύμφωνα με τη διοίκηση της εταιρείας, είχε άμεσες επιπτώσεις στη λειτουργία της ηλεκτρονικής της πλατφόρμας και αναμένεται να της κοστίσει περίπου 300 εκατομμύρια λίρες κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους 2025/26.
Η επίθεση ανάγκασε την εταιρεία να διακόψει προσωρινά την ηλεκτρονική της εμπορική δραστηριότητα, ενώ η αποκατάσταση των υπηρεσιών χρειάστηκε αρκετές εβδομάδες , μέχρι και μέσα Ιουνίου 2025, για την επαναλειτουργία τους. Παράλληλα, είχε αποκαλυφθεί ότι υπήρξε διαρροή προσωπικών δεδομένων πελατών, αν και δεν περιλαμβάνουν αριθμούς καρτών ή κωδικούς πρόσβασης. Παρ’ όλα αυτά, η είδηση δημιούργησε κύμα ανησυχίας μεταξύ των καταναλωτών, καθώς το brand διαθέτει τεράστια πελατειακή βάση και υψηλό προφίλ στην αγορά.
Η Marks & Spencer δεν είναι η μόνη εταιρεία που έχει αντιμετωπίσει τέτοιου είδους απειλή. Από το 2022 και μετά, παρατηρείται σημαντική αύξηση στον αριθμό των επιθέσεων στον χώρο του e-commerce και του fashion retail, με στόχους που κυμαίνονται από μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους μέχρι ανερχόμενα DTC brands (Direct-to-Consumer). Οι χάκερς αξιοποιούν νέες τεχνικές, όπως social engineering, ransomware-as-a-service και επιθέσεις σε τρίτες εταιρείες (π.χ. παρόχους logistics ή ERP), για να παραβιάσουν τα συστήματα, να αποσπάσουν λύτρα ή να εκθέσουν τα δεδομένα.
Ο κλάδος της μόδας είναι ιδιαίτερα ευάλωτος για μια σειρά από λόγους. Πρώτον, η έντονη παρουσία του στο διαδίκτυο και η χρήση πολλαπλών καναλιών πωλήσεων (omnichannel) σημαίνει ότι υπάρχουν πολλά σημεία εισόδου για έναν εισβολέα. Δεύτερον, οι επιχειρήσεις συγκεντρώνουν τεράστιο όγκο προσωπικών δεδομένων πελατών, όπως emails, διευθύνσεις, ιστορικό αγορών και, σε κάποιες περιπτώσεις, ευαίσθητα οικονομικά στοιχεία. Τρίτον, η πίεση να προσφέρουν μια “άψογη” εμπειρία χρήστη συχνά σημαίνει ότι δίνεται προτεραιότητα στην ταχύτητα και όχι στην ασφάλεια.
Ειδικοί στον τομέα της κυβερνοασφάλειας επισημαίνουν ότι η απειλή αυτή είναι «υπαρξιακή» για πολλές επιχειρήσεις μόδας. Μια μεγάλη παραβίαση δεδομένων ή ένα παρατεταμένο “blackout” στο e-shop μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εμπιστοσύνης, ακυρώσεις συνεργασιών, οικονομικές αποζημιώσεις ή και νομικές κυρώσεις, ειδικά υπό το πρίσμα αυστηρών κανονισμών, όπως το GDPR στην Ευρώπη.
Τι μπορούν να κάνουν οι επιχειρήσεις για να προστατευθούν; Καταρχάς, χρειάζεται ολοκληρωμένος σχεδιασμός ασφάλειας, όχι μόνο τεχνικά, αλλά και οργανωτικά. Αυτό περιλαμβάνει:
- Εκπαίδευση του προσωπικού σε θέματα ασφαλούς χρήσης εργαλείων, αναγνώρισης phishing και σωστής αντίδρασης σε ύποπτη δραστηριότητα.
- Συχνό τεχνικό έλεγχο των συστημάτων και διενέργεια “penetration tests” από εξειδικευμένους συμβούλους.
- Ασφαλή αποθήκευση και κρυπτογράφηση των δεδομένων των πελατών.
- Επενδύσεις σε AI-based λύσεις ασφάλειας, που ανιχνεύουν και μπλοκάρουν επιθέσεις σε πραγματικό χρόνο.
- Δημιουργία crisis response ομάδας, με σαφές πρωτόκολλο για την άμεση αντίδραση σε περίπτωση επίθεσης.
Η τεχνολογική πρόοδος δεν μπορεί, και δεν πρέπει, να σταματήσει. Η μόδα άλλωστε είναι ένας από τους πιο καινοτόμους κλάδους, με έντονη δραστηριότητα σε ψηφιακές πασαρέλες, metaverse καταστήματα και NFTs. Όμως, αυτή η καινοτομία πρέπει να συνοδεύεται από ασφάλεια . Όπως επενδύουμε στη βιωσιμότητα και την αισθητική, έτσι πρέπει να επενδύσουμε και στη ψηφιακή ανθεκτικότητα.
Το περιστατικό με την Marks & Spencer είναι μια σκληρή υπενθύμιση ότι η κυβερνοασφάλεια δεν είναι τεχνική λεπτομέρεια, αλλά βασικό εργαλείο επιχειρησιακής στρατηγικής. Σε μια αγορά όπου η εμπειρία πελάτη μετρά όσο και το ίδιο το προϊόν, η ασφάλεια δεν είναι πολυτέλεια, αλλά η βάση της εμπιστοσύνης. Και χωρίς εμπιστοσύνη, καμία μόδα, όσο και αν γοητεύει, δεν μπορεί να διατηρηθεί.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.