30 Ιούλ 2025
READING

Η κρίση στέγασης ως παγκόσμια πρόκληση για τη νέα γενιά

4 MIN READ

Η κρίση στέγασης ως παγκόσμια πρόκληση για τη νέα γενιά

Η κρίση στέγασης ως παγκόσμια πρόκληση για τη νέα γενιά

Η δυσκολία πρόσβασης σε προσιτή στέγη έχει εξελιχθεί σε μία παγκόσμια κρίση, με σοβαρές επιπτώσεις στη ζωή των νέων, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνική σταθερότητα και οικονομική ανάπτυξη.

Σε διεθνές επίπεδο παρατηρείται μια ανησυχητική τάση, με πολλά νοικοκυριά, ιδιαίτερα στην ηλικιακή ομάδα 18–29, να ξοδεύουν ένα υπερβολικά μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους σε ενοίκιο ή δάνεια κατοικίας. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, πάνω από το 60% των νέων σε αυτές τις ηλικίες, σε χώρες-μέλη, ανησυχεί για την εξασφάλιση στέγης, ενώ περίπου το 40% των ενοικιαστών ή όσων έχουν στεγαστικά δάνεια καταβάλλει άνω του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του σε στεγαστικά έξοδα. Αυτό το ισχυρό βάρος καθιστά την οικονομική ελευθερία όλο και πιο δύσκολη για πολλούς νέους, οδηγώντας τους συχνά να παραμένουν στο πατρικό σπίτι ή να μοιράζονται την κατοικία με άλλους.

Αυτή η τάση επιβεβαιώνεται και από ανεξάρτητες σε βάθος μελέτες, όπως αυτές του Demographia, που αναδεικνύουν την έντονη δυσκολία πρόσβασης στη στέγαση σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και της Ασίας. Σε πολλές περιπτώσεις η αναλογία τιμής κατοικίας προς εισόδημα είναι τόσο υψηλή που καθιστά την κατοικία απρόσιτη για τη μεσαία τάξη. Είτε πρόκειται για νέους είτε για μεγαλύτερους ηλικιακά εργαζομένους, οι διαθέσιμοι πόροι περιορίζονται δραματικά, και η δυνατότητα μετακίνησης ή αλλαγής κατοικίας γίνεται κορυφαίο πρόβλημα.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η εικόνα δεν διαφέρει. Πολλές χώρες της ΕΕ παρουσιάζουν ποσοστά νέων που παραμένουν με τους γονείς τους σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Το Eurofound έχει επισημάνει ότι έως και το 42% των 25–29χρονων και το 20% των 30–34χρονων παραμένουν στο πατρικό λόγω του υψηλού κόστους της στέγης, ενώ στις χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, τα ποσοστά φθάνουν ακόμα και στο 60%.

Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι ενδεικτική αυτής της τάσης. Περίπου το 68% των νέων έως 34 ετών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό δεν διαθέτουν επαρκές εισόδημα για ενοίκιο ή δάνειο, και συνεχίζουν να διαμένουν με τους γονείς τους, ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα μας στη δεύτερη θέση στην ΕΕ μετά τη Βουλγαρία. Ακόμη και εκείνοι που κερδίζουν πάνω από τον κατώτατο μισθό αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, με το 42% να μην έχει τη δυνατότητα οικονομικής ανεξαρτητοποίησης. Αυτό συγκρίνεται με τα πολύ χαμηλότερα ποσοστά στα βόρεια κράτη της ΕΕ, μόλις 10–11% στη Δανία και τη Σουηδία.

Το Eurofound εστιάζει στη σημαντική παρατήρηση ότι οι τρέχουσες ευρωπαϊκές πολιτικές για τους κατώτατους μισθούς, οι οποίες ορίζουν πλαφόν στο 50% του μέσου μισθού ή 60% του διάμεσου, πολλές φορές δεν επαρκούν, γιατί δεν λαμβάνουν υπόψη το πραγματικό κόστος διαβίωσης. Σε χώρες με υψηλό κόστος στέγης, ακόμη και ένας «επαρκής» μισθός δεν φτάνει για να καλύψει τις βασικές ανάγκες. Συνεπώς, το Eurofound προτείνει ότι οι μισθοί πρέπει να υπολογίζονται με βάση όχι απλά το οικονομικό περιβάλλον, αλλά με συγκεκριμένες αναλύσεις κόστους ζωής, όπως το κόστος κατοικίας, διατροφής, μετακίνησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εργαζόμενοι μπορούν όντως να ζήσουν ανεξάρτητα.

Οι διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούν, ωστόσο, ότι βραχυπρόθεσμες λύσεις δεν αρκούν. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν συνολικό συντονισμό πολιτικών στέγασης, μείωση των τιμών ενοικίων, μεγαλύτερη κατασκευή κοινωνικών κατοικιών και μακροχρόνια σταθερές δημοσιονομικές πολιτικές που υποστηρίζουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας με αξιοπρεπείς απολαβές. Επιπρόσθετα, προτείνεται σταδιακή προσαρμογή των κατώτατων μισθών, όχι μόνο ως ποσοστό των μέσων εισοδημάτων, αλλά ως συνάρτηση που λαμβάνει υπόψη την προσιτότητα της στέγης στις διαφορετικές περιφέρειες κάθε χώρας.

Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο οικονομικές συνθήκες, αλλά και κοινωνικές αλλαγές, καθώς η καθυστερημένη ανεξαρτητοποίηση επηρεάζει την ίδρυση οικογένειας, τη δημογραφική ανάπτυξη, ακόμη και την αγοραστική συμπεριφορά των επόμενων γενεών. Οικογένειες παραμένουν πολυμελείς λόγω ανάγκης, μειώνονται οι νέοι αγοραστές ακινήτων, περιορίζονται οι μετακινήσεις από εξωτερικό, ενώ οι αποφάσεις για μόνιμη εγκατάσταση γίνονται πιο σπάνιες.

Η κρίση στέγασης αποτελεί παγκόσμια πρόκληση, με επιπτώσεις που εντοπίζονται τόσο στις μεγάλες μητροπόλεις όσο και στις περιφέρειες. Οι νέες γενιές αντιμετωπίζουν αδιέξοδο επειδή τα έσοδά τους είτε μένουν στάσιμα είτε αδυνατούν να καλύψουν τις συνθήκες διαβίωσης. Πολιτικές που αγνοούν το πραγματικό κόστος ζωής είναι πιθανό να αποτύχουν.

Η μετάβαση σε ένα προσιτό και βιώσιμο στεγαστικό περιβάλλον απαιτεί τομές στις στρατηγικές για μισθούς, φορολογία, κοινωνική στέγαση, πολιτικές για την ενοικίαση και κατασκευή νέων κατοικιών. Σε διαφορετική περίπτωση, οι κοινωνικές επιπτώσεις θα συνεχίσουν να εντείνονται τις επόμενες δεκαετίες.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.