01 Σεπ 2025
READING

Εντυπωσιακή η δυναμική στις νέες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, με ανοιχτό το στοίχημα της εξωστρέφειας

4 MIN READ

Εντυπωσιακή η δυναμική στις νέες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, με ανοιχτό το στοίχημα της εξωστρέφειας

Εντυπωσιακή η δυναμική στις νέες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, με ανοιχτό το στοίχημα της εξωστρέφειας

Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής επιχειρηματικότητας, καθώς σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat συνεχίζει να καταγράφει τον υψηλότερο δείκτη ίδρυσης νέων εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Για το δεύτερο τρίμηνο του 2025, ο δείκτης καταχώρησης νέων επιχειρήσεων ανήλθε στις 134,7 μονάδες, υπερβαίνοντας κάθε άλλη χώρα της Ε.Ε. και κατατάσσοντας τη χώρα δεύτερη, σε ένα σύνολο 38 οικονομιών που εξετάζει η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, πίσω μόνο από το Μαυροβούνιο. Η επίδοση αυτή δεν αποτελεί μια συγκυριακή εξαίρεση, αλλά εντάσσεται σε μια τάση που έχει διαμορφωθεί σταθερά από το 2021, όταν ο δείκτης τέθηκε με βάση το 100, και έκτοτε η Ελλάδα παραμένει συστηματικά στις υψηλότερες θέσεις.

Το ίδιο μοτίβο καταγράφεται και σε προηγούμενα τρίμηνα. Στις αρχές του 2025 η Ελλάδα βρέθηκε στη δεύτερη θέση με 129,2 μονάδες, μόλις πίσω από την Κροατία, ενώ στο τέλος του 2024 είχε κατακτήσει ξανά την κορυφή με 130,0 μονάδες, ξεπερνώντας την Ισπανία. Η διαρκής αυτή παρουσία στις πρώτες θέσεις φανερώνει ότι η ελληνική επιχειρηματικότητα δεν εκφράζεται μέσα από μια στιγμιαία «έκρηξη», αλλά αποτελεί σταθερά που διαμορφώνει το νέο προφίλ της οικονομίας. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, που καταγράφει από το 2021 έως το 2024 έντονη αύξηση των νέων εγγραφών, ενώ και το 2025, παρότι σημειώθηκε μια μικρή υποχώρηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος, τα επίπεδα παραμένουν σαφώς υψηλότερα από εκείνα της περιόδου πριν την πανδημία.

Η ευρωπαϊκή σύγκριση αναδεικνύει ακόμα περισσότερο την εικόνα. Η Κροατία είναι η μόνη χώρα που συστηματικά εμφανίζει αντίστοιχες επιδόσεις, ενώ άλλες αγορές με μεγαλύτερη ωριμότητα, όπως η Γερμανία, η Τσεχία και η Πορτογαλία, αν και παρουσιάζουν αξιοσημείωτες τιμές, κινούνται αρκετά χαμηλότερα. Στον αντίποδα, σε κράτη του ευρωπαϊκού Βορρά και της Μεσογείου, όπως η Δανία, η Νορβηγία, η Εσθονία και η Ιταλία, οι δείκτες καταχώρησης νέων επιχειρήσεων κινούνται πτωτικά, με τις επιδόσεις τους να υπολείπονται ακόμη και κατά 40% σε σχέση με το 2021. Ενδιάμεση κατηγορία αποτελούν χώρες, όπως η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Βουλγαρία, όπου ο δείκτης διατηρείται κοντά στο όριο του 100, χωρίς ουσιαστικές μεταβολές τα τελευταία χρόνια.

Οι επίσημοι δείκτες δείχνουν το εύρος της κινητικότητας, ωστόσο η εικόνα χρειάζεται προσεκτική ανάγνωση. Ο κατακερματισμός, που αποτελεί διαχρονικό γνώρισμα της ελληνικής οικονομίας, μπορεί να ενισχύει τους αριθμούς, αλλά δεν εγγυάται τη δημιουργία ισχυρών επιχειρηματικών δομών με μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Οι περισσότερες νεοσύστατες εταιρείες είναι μικρού ή πολύ μικρού μεγέθους, με περιορισμένη κεφαλαιακή βάση και μικρή δυνατότητα διείσδυσης σε διεθνείς αγορές. Αυτό σημαίνει ότι η πρωτιά της Ελλάδας στον συγκεκριμένο δείκτη αποτυπώνει μια ποσοτική υπεροχή, η οποία δεν μεταφράζεται αυτόματα σε ποιοτικό πλεονέκτημα.

Η πρόκληση, λοιπόν, έγκειται στο πώς η χώρα θα μπορέσει να μετατρέψει αυτή την αριθμητική πρωτιά σε πραγματικό αναπτυξιακό πλεονέκτημα. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει προσπάθειες να δοθεί ώθηση σε συγχωνεύσεις και συνεργασίες μεταξύ μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με την Πολιτεία να θεσπίζει φορολογικά κίνητρα, όπως μειώσεις φόρου και απαλλαγές από τέλος χαρτοσήμου σε περιπτώσεις εταιρικών μετασχηματισμών, ώστε να ενθαρρυνθεί η δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων με καλύτερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και περισσότερες πιθανότητες διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Αν οι πολιτικές αυτές αποδώσουν, η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει τη δυναμική που καταγράφει η Eurostat, ενισχύοντας την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της.

Η εμπειρία άλλων χωρών δείχνει ότι η απλή αύξηση των νέων εγγραφών δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από βιωσιμότητα. Η Δανία, για παράδειγμα, εμφανίζει μείωση στον αριθμό των νέων επιχειρήσεων, με τον δείκτη να κινείται γύρω στις 90 μονάδες, περίπου 35% χαμηλότερα από την ελληνική επίδοση. Ωστόσο, οι εταιρείες που παραμένουν έχουν μεγαλύτερη εξωστρέφεια και ανθεκτικότητα, γεγονός που δείχνει ότι η ποσοτική αύξηση είναι σημαντική, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημιουργία ισχυρών, καινοτόμων και εξαγωγικών επιχειρηματικών δομών.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική περίπτωση πρέπει να εξεταστεί με προσοχή. Η χώρα έχει κερδίσει τον τίτλο της «πρωταθλήτριας» στις νέες εγγραφές επιχειρήσεων, αλλά η διατήρηση και αξιοποίηση του τίτλου αυτού εξαρτάται από την εξέλιξη των ίδιων των εταιρειών. Το ζητούμενο είναι να δούμε αν θα καταφέρουν να αντέξουν σε ένα περιβάλλον υψηλού κόστους και διεθνούς ανταγωνισμού, να επενδύσουν στην καινοτομία και να αποκτήσουν εξαγωγικό προσανατολισμό. Αν αυτό επιτευχθεί, τότε η στατιστική πρωτιά θα μετατραπεί σε πραγματική οικονομική υπεροχή. Αν όχι, θα παραμείνει ένα εντυπωσιακό, αλλά περιορισμένο στοιχείο σε πίνακες της Eurostat.

Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η Ελλάδα διανύει μια περίοδο έντονης κινητικότητας, η οποία έχει ήδη αλλάξει την εικόνα της οικονομίας στο εσωτερικό και την προβολή της στο εξωτερικό. Η επόμενη πενταετία θα είναι καθοριστική, καθώς θα δείξει αν η ποσότητα μπορεί να μετατραπεί σε ποιότητα και αν η χώρα θα αξιοποιήσει αυτή τη δυναμική ως μοχλό πραγματικής ανάπτυξης.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.