Η χρονιά του 2024 έδωσε θετικά μηνύματα για την H&M Ελλάδας, καθώς ο τζίρος της εταιρείας κατέγραψε άνοδο, ενώ τα αποτελέσματα κερδοφορίας παρέμειναν σε ικανοποιητικά επίπεδα. Παρά το γεγονός ότι η αύξηση των πωλήσεων ήταν περιορισμένη, η H&M Ελλάδας κατόρθωσε να διατηρήσει τη σταθερότητά της και να δείξει ανθεκτικότητα, βελτιώνοντας παράλληλα τους δείκτες κερδών. Η εξέλιξη αυτή ενισχύει την πεποίθηση της διοίκησης ότι η νέα χρονιά μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για μια πιο σταθερή και βιώσιμη πορεία ανάπτυξης.
Η χρονιά που πέρασε έφερε κύκλο εργασιών σχεδόν 185 εκατομμυρίων ευρώ, με τα μικτά κέρδη να ξεπερνούν τα 113 εκατομμύρια. Τα κέρδη προ φόρων ανέβηκαν στα 6,7 εκατομμύρια, ενώ τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν σε 4,5 εκατομμύρια, σχεδόν διπλάσια από την προηγούμενη χρονιά. Αυτές οι επιδόσεις αποδεικνύουν ότι η H&M μπορεί να παραμένει ανταγωνιστική, ακόμη και όταν η κατανάλωση σε ένδυση και υπόδηση δεν παρουσιάζει θεαματική ανάπτυξη.
Η εταιρεία ενίσχυσε, επίσης, τη φυσική της παρουσία στην Ελλάδα, με δύο κινήσεις στρατηγικής σημασίας. Το νέο flagship store στην Ερμού και Βουλής, αλλά και η ανανέωση του ιστορικού καταστήματος στον Πειραιά, σηματοδότησαν μια νέα εποχή με την παρουσίαση του next-gen concept καταστημάτων. Οι χώροι αυτοί, συνολικής επιφάνειας περίπου 7.000 τετραγωνικών μέτρων, συνδυάζουν τεχνολογία και εξυπηρέτηση, ενσωματώνοντας υπηρεσίες Click & Collect, αυτόματες θυρίδες παραλαβής και επιστροφής παραγγελιών, καθώς και έξυπνα δοκιμαστήρια που δίνουν πρόσβαση σε πληροφορίες προϊόντων και στη διαδικτυακή συλλογή.
Η πορεία της H&M στην Ελλάδα διαμορφώνεται μέσα σε ένα πλαίσιο έντονου ανταγωνισμού, τόσο σε διεθνές όσο και σε εγχώριο επίπεδο. Η Shein και η Zara αποτελούν δύο αντίθετα, αλλά εξίσου ισχυρά μοντέλα, που διαμορφώνουν την αγορά. Η Shein έχει χτίσει τη φήμη της στηριζόμενη σε ένα απόλυτα ψηφιακό περιβάλλον, όπου οι συλλογές ανανεώνονται με εξαιρετική ταχύτητα και οι τιμές παραμένουν σε επίπεδα ιδιαίτερα προσιτά. Με κυρίαρχη παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα και marketing που απευθύνεται κυρίως στις νεότερες ηλικίες, η Shein έχει αναδειχθεί σε αγαπημένη επιλογή της Gen Z. Η λογική της θυμίζει μια ατέλειωτη γκαρνταρόμπα, όπου οι τάσεις προσαρμόζονται συνεχώς, κάτι που ικανοποιεί την ανάγκη των νεαρών καταναλωτών για συχνές αλλαγές στο στυλ τους.
Η Zara, από την άλλη πλευρά, παραμένει το μεγάλο όνομα του φυσικού λιανεμπορίου. Με ένα μοντέλο που συνδυάζει μαζικότητα και premium εικόνα, καταφέρνει να κρατά τους πελάτες κοντά της μέσα από μια αγοραστική εμπειρία που χαρακτηρίζεται από ταχύτητα και αισθητική υπεροχή. Η δυνατότητα να παρουσιάζει νέα κομμάτια σε μικρό χρονικό διάστημα από τον σχεδιασμό έως την έκθεση στα ράφια των καταστημάτων της, αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα που δημιουργεί αίσθηση μοναδικότητας σε κάθε επίσκεψη. Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια έχει ενισχύσει το προφίλ της μέσα από συλλογές που πλησιάζουν την υψηλή μόδα, διαφοροποιώντας την από την πιο μαζική λογική που χαρακτηρίζει την H&M.
Η H&M βρίσκεται στη μέση αυτής της διπλής πίεσης. Από τη μία πλευρά, η Shein την απειλεί στο ψηφιακό πεδίο, προσφέροντας χαμηλές τιμές και απευθυνόμενη σε ένα κοινό που καταναλώνει με ταχύτητα, και από την άλλη, η Zara προσελκύει τους καταναλωτές που αναζητούν εμπειρία στα φυσικά καταστήματα και αισθητική που παραπέμπει σε πιο εκλεπτυσμένες επιλογές. Για την H&M, η στρατηγική απάντηση περνά μέσα από την ενίσχυση της omnichannel εμπειρίας, την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών στα καταστήματα, αλλά και τη διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στην προσιτή τιμή και στη μόδα που διαρκεί.
Η βιωσιμότητα είναι ένα ακόμη πεδίο όπου η H&M επιδιώκει να διαφοροποιηθεί. Οι συλλογές Conscious έχουν στόχο να ενισχύσουν το προφίλ της ως εταιρείας που επενδύει σε υλικά χαμηλότερου περιβαλλοντικού αποτυπώματος και σε πρακτικές πιο φιλικές προς τον πλανήτη. Σε αυτό το επίπεδο η Zara κινείται με το πρόγραμμα Join Life, δίνοντας έμφαση σε πιο βιώσιμες πρώτες ύλες, ενώ η Shein δέχεται έντονη κριτική για το οικολογικό της αποτύπωμα και τον τεράστιο όγκο παραγωγής που επιβαρύνει το περιβάλλον. Έτσι, η H&M έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τη στροφή των καταναλωτών προς πιο υπεύθυνες αγορές, επενδύοντας στη διαφάνεια και στη βιώσιμη μόδα ως συγκριτικό πλεονέκτημα.
Στην Ελλάδα, οι καταναλωτές έχουν πια εξοικειωθεί με τις online αγορές και στρέφονται σε διεθνείς πλατφόρμες, όπως η Shein, όμως, ταυτόχρονα, συνεχίζουν να επιζητούν την εμπειρία του φυσικού καταστήματος, όπου η Zara διατηρεί προβάδισμα. Η H&M προσπαθεί να απαντήσει με έναν συνδυασμό και των δύο, δημιουργώντας χώρους που προσφέρουν τεχνολογία και εμπειρία, αλλά και επενδύοντας σε μια διαδικτυακή παρουσία που μπορεί να ανταγωνιστεί ταχύτατες πλατφόρμες.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.