Η τεχνητή νοημοσύνη έχει αρχίσει να επηρεάζει σχεδόν κάθε πτυχή της καθημερινότητάς μας — από τον τρόπο που εργαζόμαστε και επικοινωνούμε, μέχρι το πώς επιλέγουμε τι θα φάμε.
Στην εποχή του AI-powered everything, το φαγητό δεν αποτελεί εξαίρεση. Από τον σχεδιασμό συνταγών και τη βελτιστοποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας, τη δημιουργία νέων γεύσεων και βιώσιμων πρώτων υλών και τη διανομή, η τεχνητή νοημοσύνη «μαγειρεύει» ήδη τη γεύση του μέλλοντος.
Η τεχνητή νοημοσύνη λειτουργεί σήμερα ως ο εγκέφαλος πίσω από τη σύγχρονη εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων. Μέσω αλγορίθμων πρόβλεψης και αυτομάθησης, μπορεί να αναλύει τεράστιους όγκους δεδομένων – από το κλίμα και τις τιμές ενέργειας έως τις καταναλωτικές συμπεριφορές – και να προσδιορίζει με ακρίβεια πότε πρέπει να παραχθεί, να μεταφερθεί ή να ανανεωθεί ένα προϊόν.
Έτσι, ο σχεδιασμός των αποθεμάτων, η μεταφορά και η αποθήκευση δεν βασίζονται πλέον στη διαίσθηση, αλλά στη γνώση που παράγεται σε πραγματικό χρόνο. Οι επιχειρήσεις μπορούν να αντιδρούν ακαριαία σε διαταραχές της αγοράς, σε καιρικά φαινόμενα ή σε ελλείψεις πρώτων υλών, αποφεύγοντας σπατάλες και καθυστερήσεις.
Η παραδοσιακή λογική της εφοδιαστικής –όπου οι διαδικασίες ήταν στατικές και βασίζονταν σε ιστορικά δεδομένα– αντικαθίσταται από ένα «ζωντανό» οικοσύστημα που μαθαίνει και εξελίσσεται διαρκώς. Η αλυσίδα τροφίμων, από το χωράφι μέχρι το ράφι, αποκτά μια νέα ευφυΐα, λειτουργεί δυναμικά, προσαρμόζεται και αυτοβελτιώνεται.
Η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης δεν αφορά μόνο την αποτελεσματικότητα. Αφορά και τη διαφάνεια, τη βιωσιμότητα και την εμπιστοσύνη του καταναλωτή. Μέσω εργαλείων ανάλυσης δεδομένων, οι εταιρείες μπορούν να παρακολουθούν την προέλευση κάθε πρώτης ύλης, να καταγράφουν το ενεργειακό αποτύπωμα κάθε προϊόντος και να διασφαλίζουν ότι τηρούνται τα πρότυπα ασφάλειας και ποιότητας.
Έτσι, το φαγητό δεν είναι απλώς «έξυπνο» επειδή παράγεται με τεχνολογία, αλλά και πιο υπεύθυνο. Η τεχνητή νοημοσύνη καθιστά δυνατή τη μετάβαση σε ένα πιο πράσινο, ανθεκτικό και ηθικά προσανατολισμένο μοντέλο παραγωγής.
Ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της τεχνητής νοημοσύνης είναι η ταχύτητα με την οποία μπορεί να μετατρέπει τα δεδομένα σε αποφάσεις. Στον κόσμο της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπου κάθε λεπτό καθυστέρησης μπορεί να σημαίνει απώλεια προϊόντος ή πωλήσεων, αυτή η ικανότητα είναι ανεκτίμητη.
Οι επιχειρήσεις πλέον μπορούν να προβλέπουν με ακρίβεια τη ζήτηση, να αναπροσαρμόζουν την παραγωγή και να βελτιστοποιούν τη διανομή σχεδόν αυτόματα. Οι αλγόριθμοι δεν αντικαθιστούν τον άνθρωπο — τον ενισχύουν, δίνοντάς του τη δυνατότητα να λαμβάνει πιο τεκμηριωμένες και γρήγορες αποφάσεις.
Ελληνικές startups που αλλάζουν το…μοντέλο
Τα πιο εξελιγμένα μοντέλα που εφαρμόζονται πλέον στον κλάδο των τροφίμων, έχουν κάνει ακόμα πιο επιτακτική τη «δράση» startup εταιρειών, οι οποίες επικεντρώνονται σε νέες λύσεις, ώστε να βοηθήσουν την ανάπτυξή του.
Η πιο γνωστή από όλες αυτές, η οποία μάλιστα πέτυχε ένα από τα μεγαλύτερα exits των τελευταίων ετών, είναι η Augmenta, την startup των Γ. Βαρβαρέλη και Δ. Ευαγγελόπουλου, που εξαγόρασε το 2023 η οικογένεια Ανιέλι μέσω της CNH Industrial έναντι 110 εκατ. ευρώ.
Ανέπτυξε ένα καινοτόμο σύστημα που περιλαμβάνει hardware και software λογισμικό, το οποίο εγκαθίσταται στην οροφή των γεωργικών οχημάτων, σαρώνοντας τον αγρό και πραγματοποιώντας, σε πραγματικό χρόνο, έλεγχο σε καλλιέργειες.
Μία επίσης startup η οποία δημιουργεί αξία στον κλάδο είναι η Centaur. Η Centaur, με έδρα τον Βόλο και ιδρυτές τους Βασίλη Σωτηρούδα και Avi Reichental είναι μια εταιρεία Internet-of-Things (IoT) που αναπτύσσει ασύρματα ηλεκτρονικά αισθητήρων και λογισμικό cloud για παρακολούθηση και ανάλυση δεδομένων και επικεντρώνεται στην προστασία αποθηκευμένων προϊόντων για τη βιομηχανία τροφίμων και την εφοδιαστική αλυσίδα.
Η ελληνική startup Plan(e)t Foods από το SPOROS Platform εξασφάλισε πριν λίγο καιρό χρηματοδότηση 1,050 εκατ. ευρώ. Από την πρώτη στιγμή, η Plan(e)t επένδυσε στρατηγικά σε in-house έρευνα και ανάπτυξη (R&D), δημιουργώντας συνταγές χωρίς ζωικά παράγωγα που δεν επιχειρούν απλώς να μιμηθούν το γαλακτοκομικό παγωτό, αλλά να το ξεπεράσουν σε γεύση, υφή και διατροφική αξία (όπως συνταγές χωρίς προσθήκη ζάχαρης και υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη).
Η STIQ, που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 2022 από τον Κωνσταντίνο Δάβαρη, σήμερα, διαθέτει πέντε μαγειρικούς κόμβους στην Αττική και εξυπηρετεί πάνω από 20 food brands, έχοντας εξελιχθεί σε πρωτοπόρο στον χώρο των εικονικών εστιατορίων, μ’ ένα μοντέλο που ενοποιεί τεχνητή νοημοσύνη, cloud kitchens και υγιεινή διατροφή.
Πρόσφατα μάλιστα σήκωσε 35 εκατ. ευρώ , τα 20 εκατ. απευθείας από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και τα υπόλοιπα 15 από διεθνή family offices. Η STIQ εστιάζει στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης για την πρόβλεψη της ζήτησης, την έξυπνη διαμόρφωση μενού και την αποδοτικότερη διαχείριση αποθεμάτων.
Με αλγόριθμους που ενσωματώνονται στις διαδικασίες της κουζίνας και της διανομής, επιτυγχάνει μείωση της σπατάλης τροφίμων μέσω δυναμικού προγραμματισμού παραγωγής και έξυπνη δρομολόγηση για ομαδοποιημένες παραδόσεις, με στόχο τη μείωση εκπομπών CO₂.
Η Proxy Foods, επίσης είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η εταιρεία έχει έδρα την Ουάσινγκτον και έχει Έλληνες founders.
Η πλατφόρμα που έχει δημιουργήσει η εταιρεία (AI Recipe Formulation) δίνει τη δυνατότητα στις εταιρείες τροφίμων και ποτών να δημιουργούν νέες ή να βελτιστοποιούν υφιστάμενες συνταγές, με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, δίνοντας έμφαση σε προϊόντα αφενός θρεπτικά και αφετέρου «φιλικά» προς τα ζώα, βγάζοντας πιο γρήγορα νέα καινοτόμα τρόφιμα και ποτά στην αγορά.
Η πλατφόρμα απευθύνεται σε ομάδες R&D, επιστήμονες τροφίμων, προγραμματιστές προϊόντων και σεφ από πολυεθνικούς κατασκευαστές F&B, παρόχους υπηρεσιών τροφίμων, εταιρείες εναλλακτικών πρωτεϊνών και νεοφυείς επιχειρήσεις τροφών για κατοικίδια, που επιδιώκουν να εξορθολογίσουν πολύπλοκες διαδικασίες έρευνας, συνδυάζοντας δεδομένα συστατικών με προηγμένη μηχανική μάθηση και τεχνητή νοημοσύνη.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.