Η FrieslandCampina αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους συνεταιριστικούς ομίλους γαλακτοκομίας παγκοσμίως, με ιστορία που ξεπερνά τα 150 χρόνια και προϊόντα που διατίθενται σε περισσότερες από εκατό χώρες. Η απαρχή της εντοπίζεται στο 1871, όταν Ολλανδοί γαλακτοπαραγωγοί αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να διασφαλίσουν καλύτερη τιμή και σταθερή διάθεση για το γάλα τους. Από εκείνη τη συνεργατική πρωτοβουλία γεννήθηκε μια συνεταιριστική παράδοση που στηρίζεται στην αλληλεγγύη, την ποιότητα και τη συλλογική υπευθυνότητα, αξίες που εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν τον όμιλο μέχρι σήμερα.
Από τα μέσα του 20ού αιώνα και μετά, οι ολλανδικοί γαλακτοκομικοί συνεταιρισμοί εξελίχθηκαν και συγχωνεύτηκαν, οδηγώντας στη δημιουργία δύο μεγάλων σχημάτων, της Friesland Foods και της Campina. Η ένωσή τους το 2008 οδήγησε στη δημιουργία της Royal FrieslandCampina N.V., ενός οργανισμού που συνδυάζει τη συνεταιριστική του βάση με τη δομή μιας σύγχρονης πολυεθνικής επιχείρησης. Μέσω της Zuivelcoöperatie FrieslandCampina U.A., ο όμιλος παραμένει ιδιοκτησία των μελών-παραγωγών του, τα οποία ανέρχονταν σε περίπου 14.000 το 2024. Το συνεταιριστικό αυτό μοντέλο εξασφαλίζει ότι μέρος της προστιθέμενης αξίας επιστρέφει στην πρωτογενή παραγωγή, διατηρώντας τον κοινωνικό και αγροτικό του προσανατολισμό.
Με έδρα το Amersfoort της Ολλανδίας, η FrieslandCampina απασχολεί περίπου 19.500 εργαζομένους και δραστηριοποιείται με θυγατρικές και παραγωγικές μονάδες σε 32 αγορές. Τα προϊόντα της εξάγονται σε περισσότερες από 100 χώρες, καλύπτοντας το πλήρες φάσμα της αλυσίδας αξίας του γάλακτος, από τη συλλογή και την επεξεργασία έως την παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων, συστατικών υψηλής διατροφικής αξίας και λύσεων για τη βιομηχανία τροφίμων.
Το 2024, η FrieslandCampina εμφάνισε κύκλο εργασιών 12,9 δισ. ευρώ, σημειώνοντας ελαφρά πτώση εσόδων σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Παρά τη μικρή αυτή υποχώρηση, η κερδοφορία της βελτιώθηκε σημαντικά, καθώς το λειτουργικό κέρδος ανήλθε στα 527 εκατ. ευρώ, από μόλις 75 εκατ. ευρώ το 2023. Τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν στα 321 εκατ. ευρώ, δείχνοντας καθαρή ανάκαμψη της οικονομικής της θέσης. Το λειτουργικό ταμειακό ρεύμα, δηλαδή τα διαθέσιμα κεφάλαια που προκύπτουν από τις βασικές δραστηριότητες, ανήλθε περίπου στα 900 εκατ. ευρώ, γεγονός που αντανακλά καλύτερη διαχείριση των κεφαλαίων και των αποθεμάτων. Παρότι η ποσότητα γάλακτος που παρέδωσαν οι παραγωγοί μειώθηκε κατά 3,4%, ο όμιλος αύξησε την αμοιβή των μελών-παραγωγών στα 4,8 δισ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή του να στηρίζει οικονομικά το συνεταιριστικό του δίκτυο.
Το χαρτοφυλάκιο του ομίλου περιλαμβάνει μερικές από τις πιο αναγνωρίσιμες μάρκες παγκοσμίως, όπως Dutch Lady, Friso, Frico, Chocomel, Fristi, Milner, Landliebe, Peak και Rainbow, ενώ επενδύει διαρκώς σε τοπικά εμπορικά σήματα που ανταποκρίνονται στις διατροφικές συνήθειες κάθε αγοράς. Η στρατηγική διαφοροποίησης και η αποκέντρωση της παραγωγής έχουν ενισχύσει τη σταθερότητά της απέναντι στις διακυμάνσεις των τιμών του γάλακτος και στις γεωπολιτικές πιέσεις που επηρεάζουν την παγκόσμια αγορά τροφίμων.
Στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης, η FrieslandCampina επενδύει στην ενεργειακή απόδοση των εργοστασίων της, στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και στη βελτίωση της διατροφικής αξίας των προϊόντων της. Ο στόχος της για το 2030 είναι η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 63% στις ίδιες της τις εγκαταστάσεις και κατά 33% στην πρωτογενή παραγωγή, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2015. Παράλληλα, δίνει έμφαση στη διαφάνεια και στην κυκλική οικονομία, ενισχύοντας τα προγράμματα ανακύκλωσης και βιώσιμης συσκευασίας.
Η παρουσία της FrieslandCampina στην Ελλάδα
Η παρουσία της FrieslandCampina στην Ελλάδα αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της ιστορικής της διαδρομής. Το 1929 κυκλοφόρησε στην ελληνική αγορά το ζαχαρούχο γάλα La Nounou, εισαγόμενο από την Ολλανδία μέσω ανεξάρτητου εμπόρου, το οποίο σταδιακά καθιερώθηκε με την ονομασία ΝΟΥΝΟΥ και εντάχθηκε στη διατροφή των ελληνικών νοικοκυριών ως προϊόν καθημερινής κατανάλωσης. Το 1983 ιδρύθηκε η Friesland Hellas, γεγονός που σηματοδότησε τη μόνιμη εγκατάσταση του ολλανδικού ομίλου στην Ελλάδα και την επέκταση των δραστηριοτήτων του σε νέες κατηγορίες, όπως το φρέσκο γάλα, το γιαούρτι, οι παιδικές τροφές και τα τυροκομικά προϊόντα. Το 2004 εγκαινιάστηκε το εργοστάσιο της εταιρείας στην Πάτρα, το οποίο χρησιμοποιεί ελληνικό γάλα και αποτελεί σήμερα το βασικό κέντρο της εγχώριας παραγωγής της FrieslandCampina Hellas, ενώ συνολικά απασχολεί περίπου 400 εργαζομένους.
Το 2024 υπήρξε μια απαιτητική χρονιά για τη FrieslandCampina Hellas, καθώς η άνοδος του ενεργειακού κόστους και οι πληθωριστικές πιέσεις επηρέασαν το σύνολο της αγοράς. Παρά το δύσκολο περιβάλλον, η εταιρεία διατήρησε σταθερή την παραγωγική της δραστηριότητα στην Ελλάδα και κατέγραψε αύξηση πωλήσεων κατά 2,77%, με κύκλο εργασιών 336,1 εκατ. ευρώ έναντι 326,8 εκατ. ευρώ το 2023. Η άνοδος αυτή προήλθε κυρίως από τις κατηγορίες τυριών και παιδικών τροφών, ενώ οι εξαγωγές παρέμειναν στα ίδια επίπεδα. Τα μικτά κέρδη ανήλθαν σε 60 εκατ. ευρώ, μειωμένα σε σχέση με τα 63,1 εκατ. ευρώ του 2023, καθώς το μικτό περιθώριο κέρδους περιορίστηκε στο 17,85% λόγω αύξησης του κόστους παραγωγής κατά 4,7%. Τα έξοδα διοίκησης και διάθεσης μειώθηκαν κατά 3,4%, σε 64,8 εκατ. ευρώ, περιορίζοντας εν μέρει τις πιέσεις στην κερδοφορία. Παρά τις προσπάθειες εξορθολογισμού, τα αποτελέσματα προ φόρων και τόκων (EBIT) κατέγραψαν ζημία 3,6 εκατ. ευρώ, ενώ τα καθαρά χρηματοοικονομικά έξοδα ανήλθαν σε 1,1 εκατ. ευρώ. Η τελική ζημία προ φόρων ανήλθε σε 4,3 εκατ. ευρώ, με τα καθαρά αποτελέσματα μετά φόρων να διαμορφώνονται σε ζημία 4,5 εκατ. ευρώ, έναντι 2,8 εκατ. ευρώ το 2023. Παρά τη συγκυριακή πίεση στα αποτελέσματα, η εταιρεία συνέχισε να επενδύει σε προϊόντα ποιότητας και καινοτομίας, στηρίζοντας την εγχώρια παραγωγική της βάση και προετοιμάζοντας το έδαφος για ανάκαμψη το 2025 μέσω διεύρυνσης του δικτύου διανομής και ενίσχυσης των εξαγωγών.
Η FrieslandCampina βασίζει τη λειτουργία της σε ένα μοντέλο που συνδυάζει τη συνεταιριστική της παράδοση με τη σύγχρονη τεχνολογική εξέλιξη. Παραμένοντας προσανατολισμένη στη συνεργασία, στη βιώσιμη ανάπτυξη και στη στήριξη των παραγωγών της, έχει διαμορφώσει μια σταθερή σχέση ανάμεσα στην πρωτογενή παραγωγή και τη βιομηχανική μεταποίηση. Από τις αγροτικές κοινότητες της Ολλανδίας του 19ου αιώνα έως τη σημερινή της παρουσία σε διεθνές επίπεδο, ο όμιλος ακολουθεί μια πορεία που συνδυάζει συνέπεια, προσαρμοστικότητα και μακροπρόθεσμη στρατηγική προοπτική.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.