Η Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνει τη ρυθμιστική της δράση απέναντι στους τεχνολογικούς κολοσσούς, θέτοντας στο μικροσκόπιο την Meta και την TikTok, δύο από τις ισχυρότερες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης παγκοσμίως.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά ευρήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που παρουσιάστηκαν και από το Reuters, οι δύο εταιρείες φαίνεται να παραβίασαν τις υποχρεώσεις διαφάνειας που επιβάλλει ο Νόμος για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (Digital Services Act – DSA), καθώς δεν παρείχαν στους ερευνητές επαρκή πρόσβαση στα δημόσια δεδομένα τους. Πρόκειται για ένα ακόμη βήμα στην ευρύτερη προσπάθεια της ΕΕ να περιορίσει την ανεξέλεγκτη επιρροή των Big Tech και να ενισχύσει την ευθύνη τους απέναντι στην κοινωνία και τους θεσμούς.
Ο Νόμος για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες, που τέθηκε σε ισχύ το 2023, αποτελεί έναν από τους πιο φιλόδοξους κανονισμούς της ΕΕ, στοχεύοντας στη διαμόρφωση ενός ασφαλέστερου και πιο διαφανούς ψηφιακού περιβάλλοντος. Οι μεγάλες πλατφόρμες, όπως το Facebook, το Instagram, το X (πρώην Twitter) και το TikTok, υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, της ρητορικής μίσους και άλλων μορφών παράνομου ή επιβλαβούς περιεχομένου. Παράλληλα, ο DSA επιβάλλει στις εταιρείες την υποχρέωση να διευκολύνουν την πρόσβαση των ερευνητών σε δεδομένα, ώστε να υπάρχει δημόσιος έλεγχος των κοινωνικών και ψυχολογικών επιπτώσεων που προκαλούν τα ψηφιακά τους οικοσυστήματα.
Ωστόσο, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά πορίσματα, η Meta και η TikTok δεν συμμορφώθηκαν πλήρως με τις σχετικές υποχρεώσεις.
Στην ανακοίνωσή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράμμισε ότι η δυνατότητα των ερευνητών να αναλύουν τα δεδομένα των πλατφορμών είναι ουσιώδης για τη διασφάλιση της διαφάνειας και της λογοδοσίας, καθώς επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι αλγόριθμοι επηρεάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, τη δημόσια συζήτηση και την ψυχική υγεία. Ωστόσο, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά πορίσματα, η Meta και η TikTok δεν συμμορφώθηκαν πλήρως με τις σχετικές υποχρεώσεις. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι και οι δύο εταιρείες θέτουν πολύπλοκες και αποθαρρυντικές διαδικασίες για τους ερευνητές που επιθυμούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε δημόσια δεδομένα, περιορίζοντας στην πράξη τη δυνατότητα ανεξάρτητης εποπτείας.
Ειδικά για τη Meta, που διαχειρίζεται το Facebook και το Instagram, η Επιτροπή σημείωσε ότι δεν παρέχεται ένας εύχρηστος και προσβάσιμος μηχανισμός για την αναφορά παράνομου περιεχομένου, όπως υλικό παιδικής κακοποίησης ή προπαγάνδας τρομοκρατικών οργανώσεων. Επιπλέον, οι διαδικασίες που χρησιμοποιεί η εταιρεία χαρακτηρίζονται από «παραπλανητικά σχέδια διεπαφής» και περιττά βήματα, τα οποία δημιουργούν σύγχυση και αποθάρρυνση στους χρήστες. Κατά την Επιτροπή, τέτοιες πρακτικές ενδέχεται να καθιστούν τους μηχανισμούς επισήμανσης και αφαίρεσης παράνομου περιεχομένου λιγότερο αποτελεσματικούς.
Η έρευνα δεν περιορίζεται στη Meta, καθώς και η TikTok βρίσκεται στο επίκεντρο των ελέγχων. Αν και η εταιρεία δήλωσε ότι παραμένει δεσμευμένη στη διαφάνεια, υποστήριξε ότι οι απαιτήσεις του DSA σχετικά με την πρόσβαση στα δεδομένα βρίσκονται σε σύγκρουση με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR), που ρυθμίζει την προστασία της ιδιωτικότητας στην ΕΕ. «Αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθούν πλήρως και οι δύο κανονισμοί, είναι αναγκαίο να υπάρξει σαφής καθοδήγηση από τις αρχές για το πώς πρέπει να εναρμονιστούν», ανέφερε εκπρόσωπος της εταιρείας, εκφράζοντας την ανάγκη για νομική σαφήνεια.
Από την πλευρά της, η Meta δήλωσε ότι διαφωνεί με τα ευρήματα και ότι έχει ήδη προχωρήσει σε βελτιώσεις από τότε που τέθηκε σε ισχύ ο DSA. Εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε στο Reuters ότι έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στους μηχανισμούς αναφοράς περιεχομένου, στις διαδικασίες προσφυγής και στα εργαλεία πρόσβασης σε δεδομένα, και εξέφρασε βεβαιότητα ότι οι πρακτικές αυτές ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει ότι τα ευρήματα είναι προκαταρκτικά και δεν προδικάζουν την τελική απόφαση. Οι εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις και να λάβουν μέτρα συμμόρφωσης. Ωστόσο, εάν οι παραβάσεις επιβεβαιωθούν, η ΕΕ δύναται να επιβάλει πρόστιμο έως και 6% του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών των εταιρειών, ποσοστό που για εταιρείες όπως η Meta ή η TikTok θα μπορούσε να μεταφραστεί σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Η υπόθεση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική της ΕΕ, η οποία επιχειρεί να ανακτήσει τον έλεγχο του ψηφιακού τοπίου και να θέσει σαφείς κανόνες ευθύνης για τους τεχνολογικούς κολοσσούς. Μετά από χρόνια όπου οι πλατφόρμες λειτουργούσαν με ελάχιστη εποπτεία, η Ευρώπη επιχειρεί να καθιερώσει ένα νέο μοντέλο ψηφιακής διακυβέρνησης, όπου η προστασία των χρηστών, η διαφάνεια και η λογοδοσία αποτελούν θεμελιώδεις αρχές.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.