05 Νοέ 2025
READING

Οι μεγάλες αλυσίδες πίτσας εδραιώνουν τη θέση τους σε μια ώριμη και ανταγωνιστική αγορά

4 MIN READ

Οι μεγάλες αλυσίδες πίτσας εδραιώνουν τη θέση τους σε μια ώριμη και ανταγωνιστική αγορά

Οι μεγάλες αλυσίδες πίτσας εδραιώνουν τη θέση τους σε μια ώριμη και ανταγωνιστική αγορά

Η ελληνική αγορά πίτσας βρίσκεται σε φάση ώριμης ανάπτυξης, συνδυάζοντας παράδοση, ταχύτητα και ψηφιακή καινοτομία. Μέσα σε ένα τοπίο όπου η κατανάλωση γρήγορου φαγητού αυξάνεται σταθερά, η πίτσα παραμένει η πιο σταθερή και αγαπητή επιλογή των Ελλήνων, επιβεβαιώνοντας τη θέση της ως ένα προϊόν με διαχρονική απήχηση. Το 2024 αποδείχθηκε ιδιαίτερα δυναμική χρονιά για τον κλάδο, καθώς οι μεγάλες αλυσίδες κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων και ενίσχυσαν τη λειτουργική τους αποδοτικότητα, μέσα σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού και πληθωριστικών πιέσεων.

Οι ηλεκτρονικές παραγγελίες αποτελούν πλέον το βασικό κανάλι διάθεσης, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των συναλλαγών πραγματοποιείται μέσω ψηφιακών εφαρμογών όπως το efood και το Wolt. Η ευκολία των online παραγγελιών, η δυνατότητα παρακολούθησης της εξέλιξης της παραγγελίας και οι προσωποποιημένες προσφορές έχουν αναδιαμορφώσει πλήρως την εμπειρία του καταναλωτή, φέρνοντας το delivery πιο κοντά σε ένα μοντέλο άμεσης και εξατομικευμένης εξυπηρέτησης.

Η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων, ιδίως των νεότερων γενεών, τροφοδοτεί τη συνεχή άνοδο του κλάδου. Η ζήτηση για γρήγορες, ποιοτικές και οικονομικές επιλογές φαγητού συνυπάρχει με την επιθυμία για μεγαλύτερη ποικιλία και προσαρμογή στις προσωπικές προτιμήσεις. Οι καταναλωτές επιλέγουν όλο και συχνότερα πίτσες με τοπικά υλικά, ελληνικά τυριά και αλλαντικά ή ακόμη και vegan εκδοχές, καθώς το κοινό γίνεται πιο ευαισθητοποιημένο σε θέματα διατροφής και βιωσιμότητας. Η πίτσα έχει μετατραπεί από φαγητό της στιγμής σε προϊόν καθημερινής ευκολίας με premium παραλλαγές που ικανοποιούν διαφορετικά κοινά.

Στο επίκεντρο της αγοράς παραμένουν τρεις ηγετικοί παίκτες, η Pizza Fan, η Domino’s και η L’artigiano, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο του κλάδου και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις τάσεις. Η L’artigiano αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ελληνικής εταιρείας που κατάφερε να συνδυάσει ανάπτυξη και αύξηση αποδοτικότητας. Με 23 καταστήματα, εκ των οποίων 15 εταιρικά, πέτυχε το 2024 κύκλο εργασιών 4,1 εκατομμυρίων ευρώ, αυξημένο κατά 10,1%, ενώ τα κέρδη προ φόρων εκτοξεύτηκαν στα 514.000 ευρώ από 90.000 το 2023. Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα 378.000 ευρώ, σημειώνοντας άνοδο 355%, και το καθαρό περιθώριο κέρδους ανέβηκε στο 9,2%. Η εταιρεία έχει επενδύσει στην αναβάθμιση των καταστημάτων της και στη χρήση βιώσιμων συσκευασιών, ενώ αναπτύσσει νέες συνταγές με έμφαση σε τοπικά προϊόντα και ελαφρύτερες ζύμες.

Η Pizza Fan διατηρεί την πρώτη θέση με δίκτυο 100 καταστημάτων και σχέδια για την προσθήκη ακόμη 35 σημείων σε όλη τη χώρα. Το 2024 ο κύκλος εργασιών της αυξήθηκε κατά 10,1% φτάνοντας τα 50,9 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα μικτά κέρδη ενισχύθηκαν στα 19,2 εκατομμύρια. Το EBITDA ανήλθε στα 3,8 εκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας ήπια άνοδο, ενώ τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν στα 1,59 εκατομμύρια ευρώ. Παρά τη μικρή μείωση σε σχέση με το 2023, η εταιρεία διατηρεί υψηλή λειτουργική σταθερότητα και αναγνωρισιμότητα, στηριζόμενη σε ένα δίκτυο franchise με έμφαση στην ομοιομορφία και την ταχύτητα εξυπηρέτησης.

Η Domino’s, με τη μακροχρόνια διεθνή εμπειρία και το ισχυρό brand, συνεχίζει να αξιοποιεί την τεχνολογία ως βασικό εργαλείο ανάπτυξης. Λειτουργεί 53 καταστήματα στην Ελλάδα, από τα οποία 22 είναι εταιρικά, ενώ προμηθεύει πρώτες ύλες σε όλο το δίκτυο και σε επιλεγμένες αγορές του εξωτερικού όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κύπρος. Το 2024 ο κύκλος εργασιών της αυξήθηκε κατά 7,6% στα 28,4 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 2,36 εκατομμύρια. Η εταιρεία επενδύει σταθερά στην αναβάθμιση της εμπειρίας του πελάτη, διατηρώντας χαμηλούς χρόνους παράδοσης και προωθώντας καινοτομίες όπως το Domino’s Tracker και συστήματα πρόβλεψης χρόνου παράδοσης με αλγοριθμική ανάλυση. Για το 2025 εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα ίδια επίπεδα πωλήσεων, με έμφαση στην ενίσχυση των υποδομών και στη βιώσιμη διανομή μέσω ηλεκτρικών οχημάτων.

Η πορεία του κλάδου ενισχύεται και από τη σταδιακή ψηφιακή του ωρίμανση.

Οι περισσότερες μεγάλες αλυσίδες διαθέτουν πλέον δικά τους loyalty apps με προσωποποιημένες προσφορές και ανάλυση συμπεριφοράς των πελατών, αξιοποιώντας εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για να προβλέπουν προτιμήσεις και να βελτιώνουν τον χρόνο εξυπηρέτησης. Η χρήση τέτοιων ψηφιακών λύσεων επεκτείνεται με ταχύ ρυθμό, ενώ το mobile ordering έχει καθιερωθεί ως το βασικό κανάλι επικοινωνίας με το κοινό. Παράλληλα, παρατηρείται στροφή προς τη βιώσιμη λειτουργία, με επενδύσεις σε ανακυκλώσιμες συσκευασίες και πρωτοβουλίες μείωσης του ενεργειακού αποτυπώματος.

Παρά τις αυξημένες τιμές πρώτων υλών και ενέργειας, η αγορά πίτσας διατηρεί αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Οι επιχειρήσεις του κλάδου ανταποκρίνονται με ευελιξία, επανασχεδιάζοντας τις εφοδιαστικές τους αλυσίδες και αξιοποιώντας την τεχνολογία για τον περιορισμό του λειτουργικού κόστους. Την ίδια στιγμή, το πεδίο του ανταγωνισμού διευρύνεται, καθώς μικρότερες αλυσίδες και cloud kitchens διεκδικούν χώρο στην αγορά, επενδύοντας σε καινοτόμες συνταγές, τοπικά χαρακτηριστικά και πιο προσωποποιημένες εμπειρίες γεύσης.

Η διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στην τιμή, την ποιότητα και την ταχύτητα παραμένει καθοριστικός παράγοντας επιτυχίας για τον κλάδο. Οι μεγάλες αλυσίδες έχουν αποδείξει ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες μιας αγοράς που ωριμάζει, χωρίς να χάνει τη δυναμική και την ικανότητά της να εξελίσσεται. Η πίτσα στην Ελλάδα δεν αποτελεί πια μια γρήγορη επιλογή φαγητού, αλλά ένα αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης αστικής κουλτούρας και της καθημερινότητας των Ελλήνων.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.