17 Νοέ 2025
READING

Ανακάμπτει οριακά η παγκόσμια παραγωγή κρασιού, εντείνονται οι πιέσεις στη Μεσόγειο

4 MIN READ

Ανακάμπτει οριακά η παγκόσμια παραγωγή κρασιού, εντείνονται οι πιέσεις στη Μεσόγειο

Ανακάμπτει οριακά η παγκόσμια παραγωγή κρασιού, εντείνονται οι πιέσεις στη Μεσόγειο

Το 2025 διαμορφώνει μια εικόνα εύθραυστης σταθερότητας για την παγκόσμια οινοπαραγωγή, με τις πιέσεις να γίνονται πιο έντονες στην Ευρώπη και ακόμη περισσότερο στην Ελλάδα.

Η διεθνής αγορά κρασιού κινείται φέτος με συγκρατημένη αισιοδοξία, καθώς η ετήσια πρόβλεψη του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου καταγράφει μια μέτρια ανάκαμψη της παραγωγής. Η εκτίμηση τοποθετεί τα συνολικά επίπεδα μεταξύ 228 και 235 εκατομμυρίων εκατόλιτρων, με κεντρικό σενάριο τα 232 εκατομμύρια. Πρόκειται για μια μικρή αύξηση σε σχέση με την ιστορικά χαμηλή παραγωγή του 2024, η οποία όμως παραμένει περίπου 7% κάτω από τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας. Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι οι διακυμάνσεις που προκαλούνται από ακραίες κλιματικές συνθήκες και ευρύτερους γεωοικονομικούς παράγοντες έχουν παγιωθεί ως στοιχείο του κλάδου.

Παρότι οι αποκλίσεις ανάμεσα στις χώρες είναι σημαντικές, ο OIV θεωρεί ότι η παγκόσμια αγορά κινείται με όρους σχετικής ισορροπίας. Η μικρή αύξηση της παραγωγής συμβάλλει στη διατήρηση αποθεμάτων σε μια περίοδο όπου η ζήτηση σε αρκετές ώριμες αγορές δείχνει σημάδια κόπωσης και οι εμπορικές ροές αντιμετωπίζουν εμπόδια. Η ισορροπία αυτή δεν θυμίζει την υπερπροσφορά που χαρακτήριζε την παγκόσμια αγορά πριν από δύο δεκαετίες, ωστόσο επιτυγχάνεται με μεγαλύτερη δυσκολία και με σαφή εξάρτηση από παράγοντες που δεν μπορούν να ελεγχθούν εύκολα από τις παραγωγικές χώρες.

Η Ευρώπη εξακολουθεί να διατηρεί την πρωτοκαθεδρία στον παγκόσμιο χάρτη της οινοπαραγωγής. Η Ιταλία προβλέπεται ότι θα παραμείνει ο μεγαλύτερος παραγωγός με 47,4 εκατομμύρια εκατόλιτρα, επίδοση που υπερβαίνει τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας και αποτυπώνει τη διαχρονική της ισχύ. Η Γαλλία ακολουθεί με 35,9 εκατομμύρια εκατόλιτρα, όμως βρίσκεται σαφώς χαμηλότερα από τα συνηθισμένα επίπεδά της εξαιτίας των κλιματικών πιέσεων που επηρέασαν κρίσιμες αμπελουργικές περιοχές. Η Ισπανία διατηρεί την τρίτη θέση με 29,4 εκατομμύρια εκατόλιτρα σε μια χρονιά όπου η παρατεταμένη ξηρασία συνέχισε να περιορίζει τις αποδόσεις. Στις χώρες αυτές αντανακλάται τόσο ο πολιτιστικός πλούτος της ευρωπαϊκής οινικής παράδοσης όσο και η αβεβαιότητα που δημιουργεί η κλιματική κρίση, η οποία προκαλεί υψηλή μεταβλητότητα στις αποδόσεις και απαιτεί σοβαρές επενδύσεις στην προσαρμογή των καλλιεργειών.

Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο σύνθετη όταν εστιάζουμε στα στοιχεία των μικρότερων ευρωπαϊκών χωρών, όπου οι επιμέρους επιδόσεις διαμορφώνονται από ένα μίγμα τοπικών κλιματικών συνθηκών και δομικών αλλαγών στις αμπελουργικές πρακτικές. Σε αρκετά κράτη της Κεντρικής Ευρώπης οι αποδόσεις επιβραδύνθηκαν εξαιτίας ακραίων θερμοκρασιών, ενώ σε περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης καταγράφονται καλύτερα αποτελέσματα. Μια συνολική ανάγνωση δείχνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται μεν ανοδικά σε σχέση με το 2024, όμως παραμένει σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της προηγούμενης πενταετίας.

Στο ελληνικό πλαίσιο, η κατάσταση αποτυπώνει πιο καθαρά το βάθος των προκλήσεων. Τα στοιχεία του OIV καταγράφουν μια συνεχή πτώση στην παραγωγή κρασιού την τελευταία πενταετία. Το 2020 η Ελλάδα παρήγαγε 2,2 εκατομμύρια εκατόλιτρα, το 2021 2,4 εκατομμύρια και το 2022 2,1 εκατομμύρια. Από το 2023 και έπειτα η εικόνα αλλάζει δραματικά, καθώς η παραγωγή περιορίζεται στα 1,4 εκατομμύρια εκατόλιτρα τόσο το 2023 όσο και το 2024. Για το 2025 η προκαταρκτική εκτίμηση τοποθετεί την παραγωγή στα 1,5 εκατομμύρια εκατόλιτρα, μια μικρή ανάκαμψη που ωστόσο παραμένει περίπου 20% χαμηλότερη από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας. Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα εμφανίζει μία από τις μεγαλύτερες αποκλίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναδεικνύεται ως μία από τις χώρες που πλήττονται περισσότερο από την κλιματική αστάθεια, αλλά και από τη σταδιακή συρρίκνωση των αμπελουργικών εκτάσεων.

Οι πιέσεις είναι ιδιαίτερα έντονες σε περιοχές όπως η Σαντορίνη, όπου η φετινή παραγωγή έχει περιοριστεί σε πρωτόγνωρα χαμηλά επίπεδα. Οι αμπελώνες του νησιού, διάσπαρτοι σε μικρές ιδιοκτησίες, βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με ένα σύνολο παραγόντων που δυσκολεύει σοβαρά τη βιωσιμότητά τους. Η ταχεία τουριστική ανάπτυξη ασκεί πίεση στη γη και στις υποδομές, ενώ η έλλειψη υδατικών πόρων και η συχνότερη εμφάνιση παρατεταμένων θερμών και ξηρών περιόδων επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τις καλλιέργειες.

Η ιδιαιτερότητα των κυκλαδίτικων αμπελώνων, οι οποίοι βασίζονται σε παραδοσιακές τεχνικές και ποικιλίες προσαρμοσμένες στις ξηροθερμικές συνθήκες, σημαίνει ότι κάθε μεταβολή στο περιβάλλον έχει άμεσο αντίκτυπο. Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης γίνονται έτσι πιο ορατές και εντείνουν την ανησυχία για τη μελλοντική επάρκεια και τη διατήρηση των τοπικών ποικιλιών, σε έναν τόπο που αποτελεί ιστορικό πυλώνα της ελληνικής οινοποιίας.

Σε διεθνές επίπεδο, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν τη θέση τους ως ο μεγαλύτερος παραγωγός εκτός Ευρώπης, ενώ η Αυστραλία παρουσιάζει σημαντική ανάκαμψη μετά τη δύσκολη χρονιά του 2024. Η Αργεντινή παραμένει ο κυρίαρχος παίκτης στη Νότια Αμερική, ενισχύοντας τη θέση της με αυξημένες εξαγωγές και επενδύσεις σε σύγχρονες τεχνολογίες.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.