20 Ιούλ 2025
READING

Καταθέσεις και επενδυτικά προϊόντα – Οι νέες τάσεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα

5 MIN READ

Καταθέσεις και επενδυτικά προϊόντα – Οι νέες τάσεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα

Καταθέσεις και επενδυτικά προϊόντα – Οι νέες τάσεις στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα

Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι τραπεζικές καταθέσεις διαμορφώνονται μέσα σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από μεταβλητότητα στις νομισματικές πολιτικές, ψηφιοποίηση των τραπεζικών υπηρεσιών και αυξανόμενη εξοικείωση των πολιτών με επενδυτικά προϊόντα.

Σε πολλές από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και η Σουηδία, παρατηρείται σαφής στροφή των αποταμιευτών από τις παραδοσιακές τραπεζικές καταθέσεις προς εναλλακτικές μορφές επένδυσης. Οι χαμηλές αποδόσεις των λογαριασμών ταμιευτηρίου και προθεσμίας, σε συνδυασμό με τις πληθωριστικές πιέσεις των τελευταίων ετών, ώθησαν σημαντικό ποσοστό των καταναλωτών σε επιλογές όπως αμοιβαία κεφάλαια, ETFs, ακόμα και ψηφιακές πλατφόρμες επενδύσεων μέσω fintech και neobanks.

Ειδικά οι νεότερες ηλικίες στις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ε.Ε. έχουν αποδεχτεί ευκολότερα το ρίσκο, στρέφοντας τις αποταμιεύσεις τους σε προϊόντα με καλύτερη αναλογία απόδοσης-κινδύνου. Παράλληλα, οι πλατφόρμες των neobanks, όπως η Revolut, η N26 ή η Bunq, παρέχουν δυνατότητες αυτοματοποιημένης αποταμίευσης και επένδυσης, συνδυάζοντας χαμηλό κόστος και ψηφιακή εμπειρία. Αυτή η συμπεριφορά ενισχύεται από τη διαφάνεια, την ευκολία χρήσης και τις προσωποποιημένες υπηρεσίες, γεγονός που κάνει τα παραδοσιακά τραπεζικά μοντέλα να μοιάζουν λιγότερο ελκυστικά.

Σε επίπεδο στατιστικών στοιχείων, το ποσοστό των ιδιωτών που διαθέτουν επενδύσεις σε αμοιβαία κεφάλαια ξεπερνά το 30% σε χώρες όπως το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και η Σουηδία, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα παραμένει ακόμα μονοψήφιο, αν και αυξανόμενο. Επιπλέον, η αποταμίευση ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος είναι παραδοσιακά υψηλότερη σε χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης (15–20%), σε αντίθεση με την Ελλάδα που κινείται γύρω στο 10–12%.

Σε αυτό το ευρωπαϊκό περιβάλλον, η Ελλάδα ακολουθεί μεν παρόμοιες τάσεις, αλλά με ελαφρώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Οι τραπεζικές καταθέσεις στην Ελλάδα σημείωσαν αξιοσημείωτη αύξηση έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2025, φτάνοντας τα 245,4 δισ. ευρώ στις τέσσερις συστημικές τράπεζες (Eurobank, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Πειραιώς). Η ενίσχυση αυτή, η οποία αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 26,6 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, δεν είναι μόνο ποσοτική αλλά και ποιοτική, καθώς συνοδεύεται από αλλαγές στη συμπεριφορά των αποταμιευτών και από διαφοροποίηση των επενδυτικών επιλογών. Σημαντικό ρόλο σε αυτή τη δυναμική διαδραμάτισε η απορρόφηση της Ελληνικής Τράπεζας Κύπρου από τη Eurobank, η οποία προσέθεσε σχεδόν 16 δισ. ευρώ στο συνολικό ύψος των καταθέσεων του ομίλου.

Εξετάζοντας κάθε συστημική τράπεζα ξεχωριστά, παρατηρούμε ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις ως προς τους παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση των καταθέσεων. Η Eurobank ήταν η πιο ενισχυμένη σε απόλυτους αριθμούς, φτάνοντας τα 77,1 δισ. ευρώ σε καταθέσεις, χάρη κυρίως στην ενσωμάτωση της Ελληνικής Τράπεζας. Από αυτά, τα 42 δισ. ευρώ προέρχονται από την ελληνική αγορά, 23,2 δισ. από την Κύπρο και 9 δισ. από τη Βουλγαρία. Εκτός από την εξαγορά, η τράπεζα εμφάνισε σημαντική ανάπτυξη στον τομέα των επενδυτικών προϊόντων, με τα αμοιβαία κεφάλαια να φτάνουν τα 8,1 δισ. ευρώ (+29%) και τα κεφάλαια private banking να αγγίζουν τα 13,2 δισ. ευρώ (+13%).

Η Alpha Bank ακολούθησε με αύξηση καταθέσεων κατά 3,1 δισ. ευρώ ή 6,6%, φτάνοντας τα 50,4 δισ. ευρώ. Η ανάπτυξη προήλθε κυρίως από λογαριασμούς πρώτης ζήτησης, αποτέλεσμα της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης από νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Παράλληλα, η Alpha Bank σημείωσε θεαματική άνοδο στα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία (AUMs), τα οποία έφτασαν τα 19,1 δισ. ευρώ, με ετήσια αύξηση 12%.

Η Πειραιώς κατέγραψε αύξηση 5% στις καταθέσεις, με το συνολικό ποσό να ανέρχεται σε 61,4 δισ. ευρώ. Εντός του τελευταίου έτους, οι καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου αυξήθηκαν κατά 2 δισ. ευρώ, ενώ οι προθεσμιακές παραμένουν περίπου στο 22,4% της καταθετικής βάσης, με κύκλο ανανέωσης στους 3–6 μήνες. Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η υποχώρηση του κόστους προθεσμιακών στο 1,84%, καθώς και η αύξηση των κεφαλαίων υπό διαχείριση κατά 25% (στα 12,5 δισ. ευρώ).

Η Εθνική Τράπεζα διατήρησε σταθερή την παρουσία της, με συνολικές καταθέσεις 56,5 δισ. ευρώ, από τις οποίες οι 54,2 δισ. εντοπίζονται στην εγχώρια αγορά. Οι λογαριασμοί όψεως και ταμιευτηρίου καλύπτουν περίπου το 80% της βάσης, δείγμα χαμηλής εξάρτησης από τις προθεσμιακές. Παράλληλα, εντυπωσιακή είναι η αύξηση των καθαρών ροών προς αμοιβαία κεφάλαια (1,7 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2025), καθώς και η ανάκαμψη των εταιρικών καταθέσεων τον Απρίλιο (+0,4 δισ. ευρώ).

Πέραν των τεσσάρων συστημικών, οι μικρότερες τράπεζες παρουσίασαν επίσης ανοδική πορεία. Η Attica Bank διατηρεί σταθερό ύψος καταθέσεων στα 6 δισ. ευρώ, με το 70% να προέρχεται από λιανική βάση. Τα υπό διαχείριση κεφάλαια έφτασαν τα 800 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 6%. Η Optima Bank, τέλος, κατέγραψε την εντυπωσιακότερη ετήσια ποσοστιαία αύξηση καταθέσεων (43%), φτάνοντας τα 4,8 δισ. ευρώ. Το 59% αφορά προθεσμιακές, ενώ το ενεργητικό υπό διαχείριση ανήλθε στα 4,3 δισ. ευρώ.

Η Τράπεζα της Ελλάδος, στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Μάιος 2025), επισημαίνει ότι το ενεργητικό των αμοιβαίων κεφαλαίων αυξήθηκε από 15,8 δισ. ευρώ (Δεκ. 2023) σε 22,1 δισ. (Δεκ. 2024), και 24 δισ. ευρώ (Μάρτ. 2025). Ο αριθμός των προϊόντων αυξήθηκε (από 403 σε 441), γεγονός που καταδεικνύει αυξανόμενο ενδιαφέρον για αποταμιευτικές λύσεις με επενδυτικά χαρακτηριστικά.

Οι προοπτικές για το υπόλοιπο του 2025 δείχνουν τάσεις σταθεροποίησης των συνολικών καταθέσεων, αλλά αλλαγή στη σύνθεσή τους. Η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ θα μειώσει την ελκυστικότητα των προθεσμιακών καταθέσεων, οδηγώντας περισσότερους αποταμιευτές προς αμοιβαία κεφάλαια και επενδυτικά προϊόντα. Παράλληλα, η σταθερή οικονομική ανάπτυξη και η βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας δημιουργούν ευνοϊκό περιβάλλον για διατήρηση ή και ήπια αύξηση των ρευστών διαθεσίμων στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.