Η παρουσία του κλάδου Fintech στην Ελλάδα εξελίσσεται ταχύτατα τα τελευταία χρόνια, αποκτώντας ολοένα και πιο κεντρικό ρόλο στο οικονομικό και τεχνολογικό οικοσύστημα της χώρας. Από μια περιορισμένη αρχικά δραστηριότητα, που αφορούσε κυρίως τις ηλεκτρονικές πληρωμές και τα συστήματα POS, η ελληνική Fintech σκηνή έχει επεκταθεί θεαματικά σε πληθώρα κατηγοριών υπηρεσιών, όπως οι ψηφιακές τράπεζες, η ασφαλιστική τεχνολογία, οι επενδυτικές εφαρμογές, τα λογιστικά εργαλεία, τα χρηματοοικονομικά analytics και οι λύσεις για μικρές επιχειρήσεις. Πρόκειται για έναν τομέα που όχι μόνο ακολουθεί τις παγκόσμιες τάσεις, αλλά και προσαρμόζεται στις εγχώριες ιδιαιτερότητες, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα και καινοτομία.
Η αφετηρία αυτής της πορείας τοποθετείται ουσιαστικά στις αρχές της δεκαετίας του 2010, όταν η ανάγκη για ψηφιακό εκσυγχρονισμό άρχισε να γίνεται επιτακτική. Η κρίση εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, η ανάπτυξη των smartphones και η ώθηση της ψηφιακής οικονομίας αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες. Οι πρώτες ελληνικές fintech εταιρείες έκαναν την εμφάνισή τους προσφέροντας βασικές λύσεις, όπως ηλεκτρονικά πορτοφόλια και ψηφιακά κανάλια πληρωμών, για να εξελιχθούν τα επόμενα χρόνια σε πολυσχιδείς επιχειρήσεις τεχνολογικής αιχμής.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της εξέλιξης είναι η Viva Wallet. Ξεκινώντας ως μια απλή υπηρεσία πληρωμών στις αρχές του 2000, μεταμορφώθηκε σε πλήρως αδειοδοτημένη ευρωπαϊκή ψηφιακή τράπεζα. Σήμερα, η εταιρεία έχει παρουσία σε 24 ευρωπαϊκές χώρες και η αποτίμησή της ξεπερνά τα 2 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας την το πρώτο ελληνικό fintech unicorn. Παράλληλα, επιχειρήσεις όπως η Hellas Direct στον τομέα των insurtech και η Finloup στον χώρο των “Buy Now, Pay Later” μοντέλων, αποδεικνύουν ότι η εγχώρια καινοτομία έχει ευρωπαϊκή και διεθνή προοπτική.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η Ελλάδα διαθέτει σήμερα περίπου 190 ενεργές fintech εταιρείες. Ο αριθμός αυτός, αν και σχετικά μικρός σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αποτυπώνει έναν αναπτυσσόμενο και ώριμο πλέον τομέα. Το συνολικό ύψος των επενδύσεων που έχουν προσελκύσει αυτές οι επιχειρήσεις ξεπερνά τα 450 εκατομμύρια δολάρια, ενώ η μέση ετήσια αύξηση του κύκλου εργασιών τους κυμαίνεται κοντά στο 18%. Η εγχώρια αγορά fintech εκτιμάται σήμερα γύρω στα 900 εκατομμύρια δολάρια και συνεχίζει να διευρύνεται, ενσωματώνοντας λύσεις που απευθύνονται τόσο σε καταναλωτές όσο και σε επιχειρήσεις.
Σημαντικό ρόλο σε αυτήν την ανάπτυξη παίζει η θεσμική υποστήριξη. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει δημιουργήσει κόμβο καινοτομίας, ενώ έχει προχωρήσει στην εφαρμογή regulatory sandbox, δίνοντας τη δυνατότητα στις fintech startups να δοκιμάζουν νέα προϊόντα σε ελεγχόμενο περιβάλλον. Αυτό συμβάλλει στην επιτάχυνση της ωρίμανσης των επιχειρήσεων και ενισχύει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, διευκολύνοντας τις συνέργειες με το τραπεζικό σύστημα και τα διεθνή funds.
Η χρήση ψηφιακών τραπεζικών εφαρμογών γνωρίζει τεράστια διείσδυση στον πληθυσμό, ιδίως στις ηλικιακές ομάδες 18-45. Σύμφωνα με έρευνες της McKinsey, η Ευρώπη έχει φτάσει σε σημείο όπου πάνω από το 90% των καταναλωτών χρησιμοποιούν κάποια μορφή ψηφιακών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, με τις αντίστοιχες ελληνικές εφαρμογές, τόσο από τράπεζες όσο και από ανεξάρτητες fintech, να καταγράφουν σημαντική αύξηση χρήσης και ενεργών λογαριασμών.
Η McKinsey εκτιμά ότι τα έσοδα του κλάδου των fintech παγκοσμίως θα αυξάνονται κατά 15% ετησίως ως το 2028, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές τράπεζες που αναμένονται να κινηθούν με ρυθμό μόλις 6%. Αυτή η αναλογία αναδεικνύει τον ρόλο της τεχνολογίας στη νέα οικονομία. Οι fintech εταιρείες επεκτείνονται πλέον πολύ πέρα από τις τραπεζικές υπηρεσίες. Εταιρείες στην Ελλάδα προσφέρουν λύσεις σε ασφάλιση, προσωπική οικονομική διαχείριση, αυτοματοποιημένη λογιστική, εργαλεία μισθοδοσίας, ακόμα και πλατφόρμες επενδύσεων με χρήση τεχνητής νοημοσύνης.
Επιπλέον, ο παραδοσιακός τραπεζικός τομέας έχει αρχίσει να προσαρμόζεται στο νέο τοπίο. Οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες προχωρούν είτε σε συνεργασίες με fintech startups είτε σε δημιουργία δικών τους θυγατρικών. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι η Snappi, η πρώτη πλήρως ψηφιακή τράπεζα στην Ελλάδα, αποτέλεσμα συνεργασίας της Τράπεζας Πειραιώς με τη Natech. Στόχος της είναι να ανταγωνιστεί ευθέως διεθνείς neobanks, όπως η Revolut και η N26, απευθυνόμενη στους νέους καταναλωτές που αναζητούν ευελιξία και ψηφιακή εμπειρία υψηλής ποιότητας.
Παρά τις επιτυχίες, δεν λείπουν και οι προκλήσεις. Ζητήματα κανονιστικής συμμόρφωσης, ασφάλειας δεδομένων, κυβερνοεπιθέσεων και πολυπλοκότητας στις διεθνείς αγορές απαιτούν αυξημένη ετοιμότητα και στρατηγικές επενδύσεις. Η ελληνική fintech αγορά έχει μετατραπεί από πειραματικό περιβάλλον σε ένα ώριμο οικοσύστημα, που διαδραματίζει ρόλο-κλειδί στην εθνική ψηφιακή οικονομία και φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε περιφερειακό κόμβο καινοτομίας στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συνέχιση της ανάπτυξης απαιτεί συνέργειες, πρόσβαση σε χρηματοδότηση, στήριξη από την πολιτεία και ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Εφόσον αυτοί οι παράγοντες ευθυγραμμιστούν, η ελληνική fintech μπορεί να πετύχει, όχι μόνο να ακολουθήσει τις παγκόσμιες τάσεις, αλλά και να τις διαμορφώσει με δική της σφραγίδα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.