27 Ιούλ 2025
READING

Kolhapuri ινδικό made in Italy ή πόσο η μόδα τιμολογεί την πολιτιστική κληρονομιά

9 MIN READ

Kolhapuri ινδικό made in Italy ή πόσο η μόδα τιμολογεί την πολιτιστική κληρονομιά

Kolhapuri ινδικό made in Italy ή πόσο η μόδα τιμολογεί την πολιτιστική κληρονομιά

Όταν η Prada παρουσίασε τα νέα ανδρικά σανδάλια της για τη σεζόν Άνοιξη–Καλοκαίρι 2025, πολλοί fashion insiders είδαν ένα μίνιμαλ, artisanal chic! Οι περισσότεροι, όμως, πρόσεξαν ένα πιστό αντίγραφο των παραδοσιακών ινδικών Kolhapuri σανδαλιών, που εδώ και αιώνες κατασκευάζονται στη μεγάλη πόλη των 126 εκατομμυρίων κατοίκων Μαχαραστρά, από τοπικούς τεχνίτες.

Ποια είναι η διαφορά; Το ένα απλό σανδαλάκι γράφει Prada με τιμή, που ξεπερνά τα 800 δολάρια, ενώ στις υπαίθριες αγορές της Ινδία, τα αυθεντικά Kolhapuri πωλούνται ακόμη 10 άντε 15 δολάρια! Η υπόθεση δεν είναι απλώς άλλο ένα viral fashion fail, αλλά μια ακόμη αφορμή για το πού σταματά η ελεύθερη έμπνευση, ακόμη κι αν αντιγράφει και πού αρχίζει η εκμετάλλευση.

Η τέχνη των Kolhapuri ως ζωντανό στοιχείο της Ινδικής πολιτισμικής ταυτότητας

Τα σανδάλια Kolhapuri φτιάχνονται στο χέρι, με τεχνικές που έχουν περάσει από γενιά σε γενιά εδώ και 800 χρόνια και χρειάζονται από 6 έως 12 ώρες για να ολοκληρωθούν. Είναι από φυσικό δέρμα, συνήθως βούβαλου, που κατεργάζεται χωρίς χημικά, με φυτικές βαφές και τεχνικές βυρσοδεψίας, οι οποίες μεταφέρονται προφορικά από πατέρα σε γιο και από παλιό τεχνίτη σε μαθητευόμενο. Σε πολλές οικογένειες της Μαχαραστρά, αυτή η τέχνη περνάει αλυσιδωτά επί οκτώ και εννέα γενιές. Το βασικό τους χαρακτηριστικό είναι η ενιαία κοπή, όπου το επάνω μέρος και η σόλα προκύπτουν από ένα και μόνο κομμάτι δέρμα, χωρίς ραφές. Δένονται με λεπτά πλεξουδάκια από δέρμα ή ίνες, που δένουν ανάμεσα στα δάχτυλα, αφήνοντας το πέλμα σχεδόν ακάλυπτο και πάνω στα λουριά αποτυπώνονται λουλούδια ή παραδοσιακά μοτίβα για ευημερία, γονιμότητα, προστασία από το κακό μάτι. Η λέξη Kolhapuri προέρχεται από την πόλη Κόλχαπουρ, όπου η τέχνη αυτή ξεκίνησε και διαδόθηκε σε όλη την Ινδία. Υπάρχουν σχέδια πιο αυστηρά, που παραπέμπουν σε ανώτερες κάστες και προορίζονταν παραδοσιακά για τελετές μύησης, αρραβώνες ή θρησκευτικές γιορτλες. Άλλα Kolhapuri, πιο περίτεχνά με καθρεφτάκια ή χρωματιστές ραφές, συνδέονται με τοπικά φεστιβάλ, γαμήλιες πομπές, ή απλώς με την καθημερινότητα των αγροτικών κοινοτήτων. Από τις κάστες των τεχνιτών και των εμπόρων, μέχρι τις ανώτερες ιεραρχίες των βραχμάνων, τα Kolhapuri λειτουργούσαν σαν διακριτικό ταξικό σημάδι, με το σχήμα, την ποιότητα του δέρματος και τη διακόσμηση να υποδηλώνουν την κοινωνική θέση εκείνου που τα φορούσε. Παρ’ όλα αυτά, στην Ινδία του σήμερα, παραμένουν σύμβολο λαϊκής πολιτιστικής συνέχειας και φοριούνται από εκατομμύρια, όχι ως φολκλόρ, αλλά ως ζωντανό στοιχείο ταυτότητας. Και ναι, η τιμή τους δεν ξεπερνά εκείνη ενός φτηνού γεύματος στο δρόμο, όχι γιατί η τέχνη τους αξίζει λίγο, αλλά γιατί οι δημιουργοί τους παραμένουν αόρατοι στο παγκόσμιο σύστημα που αποφασίζει τι θεωρείται πολύτιμο και κοστολογεί τιμές.

Από τη Βομβάη ως το Μιλάνο, η παράδοση προλαβαίνει να συρρικνωθεί σε trend

Το να εμφανίζονται πανομοιότυπα σχέδια σε πασαρέλες του Μιλάνου χωρίς αναφορά ή αναγνώριση της προέλευσής τους, ξεπερνά τα όρια της πολιτιστικής οικειοποίησης. «Η οικειοποίηση είναι όταν παίρνεις κάτι με πολιτιστικό βάρος και το απογυμνώνεις από τη σημασία του για εμπορικό όφελος», εξηγεί η Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ, θεωρητικός και φιλόσοφος, φεμινίστρια και καθηγήτρια στο Columbia University της Νέας Υόρκης, στο Τμήμα Συγκριτικής Λογοτεχνίας. Στο συγγραφικό της έργο αναλύει πώς οι πολιτισμοί της περιφέρειας γίνονται αντικείμενο λόγου, εμπορίου ή εκμετάλευσης από τον Παγκόσμιο Βορρά, τα κράτη της Δύσης, χωρίς οι ίδιοι οι άνθρωποι αυτών των πολιτισμών να έχουν φωνή ή συμμετοχή. Δεν είναι όλα μαύρα ή άσπρα, βέβαια, ούτε καν τα σανδάλια, που είναι πολύχρωμα. Η μόδα πάντα αντλούσε έμπνευση από διάφορες κουλτούρες. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κάνουμε λόγο, για έμπνευση και δανεισμό στοιχείων, αλλά για πολιτιστική οικειοποίηση. Ο όρος cultural appropriation, λοιπόν, δεν αφορά απλώς στη χρήση στοιχείων μιας κουλτούρας από κάποια άλλη. Προϋποθέτει ότι κάποιος με περισσότερη ισχύ παίρνει ένα στοιχείο από άλλη κουλτούρα, το χρησιμοποιεί χωρίς να ρωτήσει, και συχνά χωρίς να εξηγεί τι σημαίνει ή από πού προέρχεται. Είναι η στιγμή που ένα πολιτισμικό σύμβολο, συνδεδεμένο με ιστορία, ταυτότητα ή ιερότητα, αποκόπτεται από τη ρίζα του και επανεμφανίζεται ως διακοσμητικό μοτίβο, απογυμνωμένο από το αρχικό του νόημα. Αντίθετα, η πολιτιστική έμπνευση ή cultural inspiration έχει αναγνώριση της προέλευσης, διάλογο με τους φορείς της κουλτούρας και, κυρίως, ισότιμη συνεργασία. Δεν αρκεί η Prada και ο κάθε κολοσσός της μόδας, να αντιγράψει, αλλά οφείλει  να σεβαστεί, να εμπλακεί, να συμπεριλάβει. Ο Σανκάρ Ράο, τεχνίτης τρίτης γενιάς από την Κόλχαπουρ, δήλωσε με απλότητα αλλά σαφήνεια στην Indian Express πως αν η Prada δήλωνε «έμπνευση από τα Kolhapuri», ή αν συνεργάζονταν με τεχνίτες, θα το βλέπαμε σαν τιμή. Αλλά, όχι έτσι!».  Η αντίδραση δεν είναι εθνικιστική, ούτε προστατευτική με τη στενή έννοια. Είναι αντίδραση απέναντι στην αποσιώπηση. Πολλοί τεχνίτες και κοινότητες στην Ινδία δεν απορρίπτουν τη διεθνή έκθεση ή τη συνεργασία με δυτικά brands. Αντιθέτως, ζητούν να αναγνωριστούν ως δημιουργοί και όχι ως η αφανης έμπνευση πίσω από προϊόντα που στη Δύση βαφτίζονται exclusive. Η Prada, στο συγκεκριμένο παράδειγμα, δεν έκανε καμία μνεία στην ινδική προέλευση του σχεδίου, δεν υπήρξε συμμετοχή ή οικονομική στήριξη τοπικών εργαστηρίων, ούτε κάποια πιστοποίηση αυθεντικότητας ή συνεργασίας. Το προϊόν παρουσιάστηκε απλώς ως «μια σύγχρονη εκδοχή του χειροποίητου», παραβλέποντας ότι το χειροποίητο, ήδη, υπήρχε εδώ και αιώνες!

Όταν το ethnic γίνεται ξετσίπωτα luxury

Η υπόθεση των Ινδών σανδαλοποιών και της Prada φυσικά και δεν είναι ούτε η μόνη, ούτε η πρώτη. Το 2017, ο Dior παρουσίασε στη συλλογή Cruise σχέδια εμπνευσμένα από «παγκόσμιες χειροτεχνίες». Όμως, στη Ρουμανία, υπήρξαν διαμαρτυρίες γιατί  τα μοτίβα και τα κοψίματα παρέπεμπαν σχεδόν αυτούσια στις παραδοσιακές στολές της περιοχής Μπρασόβ. Το θέμα προκάλεσε αντιδράσεις, καθώς ο οίκος δεν έκανε καμία αναφορά στη ρουμανική προέλευση των σχεδίων. Μάλιστα, οι ντόπιοι αποφάσισαν να αντιδράσουν, επιστρατεύοντας το ρουμάνικο περιοδικό μόδας Beau Monde, που ξεκίνησε μια καμπάνια προς αποκατάσταση της πολιτισμικής αλήθειας.  Με τη βοήθεια ντόπιων σχεδιαστών, δημιούργησαν μια ολοκαίνουργια σειρά ρούχων που βοηθά στην διατήρηση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και των παραδόσεών τους. Και κάπως έτσι γεννήθηκε η δυναμική Bihor Couture. Το 2018, η Gucci είχε βρεθεί στο στόχαστρο για την παρουσίαση τουρμπανιών με σήμα Gucci, που κόστιζαν πάνω από 700 δολάρια και ήταν πανομοιότυπα με εκείνα των σιχ, που έχουν συμβολικά ιερό ρόλο στη θρησκεία τους. Το 2020, η Balenciaga κυκλοφόρησε φόρεμα βασισμένο στο ινδικό sari, χωρίς αναφορά στην παράδοση του ενδύματος. Η Urban Outfitters και η Forever 21 είχαν προκαλέσει την οργή του Έθνους των Ναβάχο για χρήση παραδοσιακών μοτίβων, σημαντικών συμβόλων για τις τελετουργίες τους, σε μαγιό και εσώρουχα, χωρίς άδεια, πιστοποίηση ή αναφορά. Το Έθνος των Ναβάχο, που είναι ο πολυπληθέστερος αυτόχθονος πληθυσμός στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατέθεσε αγωγή και κέρδισε.

Ό,τι λάμπει δεν αναφέρει πηγή… συνέχεια

Το 2019, η Κιμ Καρντάσιαν βρέθηκε στο επίκεντρο διεθνούς αντίδρασης όταν αποφάσισε να ονομάσει τη σειρά εσωρούχων της Kimono Intimates. Το κιμονό, παραδοσιακό ιαπωνικό ένδυμα με τελετουργική σημασία, έγινε ξαφνικά εμπορικό λεκτικό τρικ. Η κίνηση προκάλεσε αντιδράσεις στην Ιαπωνία, μεταξύ των οποίων και επίσημη επιστολή διαμαρτυρίας από τον Δήμαρχο του Κιότο, ενώ η υπόθεση σχολιάστηκε ευρέως στα διεθνή μέσα. Την ίδια χρονιά, η Dior, ξανά, δέχθηκε σφοδρή κριτική για την καμπάνια του ανδρικού αρώματος Sauvage. Παρότι συνεργάστηκε με συμβούλους από ιθαγενικές κοινότητες, η χρήση στερεοτυπικών εικόνων, ονομάτων και ενδυμασίας από τη κουλτούρα των αυτόχθονων Αμερικανών, με φόντο την έρημο και με αφηγητή τον Τζόνι Ντεπ, θεωρήθηκε προσβλητική. Η τάχα μου, πρόθεση να τιμήσουν τα έθνη των αυτοχθόνων, φάνηκε ως ε καλογυαλισμένη εμπορική αρπαγή και εκμετάλευση. Το 2025, ήταν η σειρά της Valentino να προκαλέσει αντιδράσεις. Στην κολεξιόν αξεσουάρ, εμφανίστηκε τσάντα με διακοσμητικά μοτίβα από χάντρες, χαρακτηριστικά της τέχνης των Μετί και Ντενέ, που είναι αυτόχθονες κοινότητες του Καναδά με μακρά παράδοση στη χειροποίητη τέχνη από χάντρες. Ηθοποιοί και καλλιτέχνες, ανάμεσά τους και η Λίλι Γκλάντστοουν, μίλησαν ανοιχτά για έλλειψη αναγνώρισης προς τους τεχνίτες και την απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στην πολιτισμική τους προέλευση. Η αποικιοκρατική λογική της λευκής ανακάλυψης και έμπνευσης φάνηκε για ακόμη μια φορά να παραμένει αρπακτική και πως απλώς νοιάζονταν να φορέσει καινούργια τσάντα.

Το χειροποίητο κοστίζει μεν, αλλά…

Η ειρωνεία είναι ότι το χειροποίητο, όταν προέρχεται από το Νότο, θεωρείται φτωχό ή δεύτερο, αλλά όταν μεταφέρεται σε brand του Βορρά, γίνεται premium. Το ίδιο αντικείμενο μπορεί να τιμολογείται διαφορετικά ανάλογα με το ποιος το πουλάει και το ποιος φαίνεται να το «ανακάλυψε». Τα σανδάλια Kolhapuri, για παράδειγμα, έχουν πάρει Γεωγραφική Ένδειξη, ή GI Tag, από την ινδική κυβέρνηση από το 2019. Όμως η κατασκευή τους υποστηρίζεται πλέον σχεδόν αποκλειστικά από μικροτεχνίτες που δεν έχουν πρόσβαση σε διεθνείς αγορές. Σύμφωνα με στοιχεία του Council for Leather Exports India, το 70% των τοπικών εργαστηρίων έκλεισαν μετά το 2015 λόγω μειωμένης ζήτησης και έλλειψης προστασίας. Υπάρχουν, βέβαια και brands, που έχουν προσπαθήσει να ανατρέψουν τη λογική της πολιτιστικής οικειοποίησης και της αρπαγής εθνικών ειδών. Η Stella Jean, σχεδιάστρια από την Αϊτή που δραστηριοποιείται στην Ιταλία, συνεργάζεται με τεχνίτες από τη Μαδαγασκάρη, την Ινδία και τη Λατινική Αμερική, διατηρώντας αναφορά στις πηγές, με δίκαιη αμοιβή και πιστοποιήσεις. Η Chloé έχει επίσης εντάξει σε συλλογές της κομμάτια που κατασκευάζονται από γυναίκες τεχνίτριες στην Κένυα και το Πακιστάν, σε συνεργασία με τον ΜΚΟ Nest, εξασφαλίζοντας, τόσο την εμπορική διάθεση, όσο και την πολιτιστική αναγνώριση. Αντιθέτως, όταν απουσιάζει η αναφορά, η αποζημίωση και η συμμετοχή των πηγών, το αποτέλεσμα παραπέμπει σε νεοαποικιοκρατικό μοντέλο. Η μόδα μετατρέπεται σε πολιτιστική εξόρυξη, και όχι σε αλληλεπίδραση.

Πολιτισμός, εμπόριο, αισθητική και χαμένος είναι πάντα ο φτωχός

Το σανδάλι που φτιάχνεται στη γη της Κόλχαπουρ, περνά από χέρια χωρίς ασφάλιση, χωρίς φωνή, χωρίς μερίδιο στη φήμη, ή στη τιμή του κέρδους της όποιας Prada. Όταν φτάνει στη βιτρίνα του Μιλάνου, η μνήμη του έχει σβηστεί με τον Ινδό τεχνίτη να παραμένει, πάντα, εκτός πλάνου. Είναι φτηνός, εργάζεται συνεχώς και σιωπηλά και μπορεί να μην φαίνεται, ούτε ως υποσημείωση.  Πάμε πάλι στην Γκαγιάτρι Τσακραβόρτι Σπίβακ, που μιλώντας για τη σιγή των αποκλεισμένων, μας ρωτάει, ρητορικά βέβαια, αν ακόμα και σήμερα «μπορεί ο υποτελής να μιλήσει;». Εννοείται πως όχι όσο η τέχνη του αρπάζεται και η αισθητική με την εμπορική αξία ορίζονται ερήμην του. Όταν η παράδοση εξάγεται χωρίς τους ανθρώπους της, αυτό που μένει δεν είναι πολιτισμική ανταλλαγή αλλά η νεοαποικιακή αισθητικοποίηση της φτώχειας. Με καθαρές γραμμές, υψηλή τιμή και λευκή υπογραφή.

 

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.