01 Αυγ 2025
READING

Η φορολογία του καπνού τροφοδοτεί τη μαύρη αγορά στην Ευρώπη

4 MIN READ

Η φορολογία του καπνού τροφοδοτεί τη μαύρη αγορά στην Ευρώπη

Η φορολογία του καπνού τροφοδοτεί τη μαύρη αγορά στην Ευρώπη

Σε συνεχή άνοδο βρίσκεται τα τελευταία χρόνια η παράνομη διακίνηση καπνικών προϊόντων στην Ευρώπη, με τη φορολογία να παίζει καθοριστικό ρόλο στην ενίσχυση του φαινομένου.

Στο επίκεντρο του προβληματισμού βρίσκεται η σύνδεση ανάμεσα στη φορολογική πολιτική που εφαρμόζεται στον καπνό και την άνθηση της μαύρης αγοράς. Σύμφωνα με τα ευρήματα της νέας μελέτης του EPICENTER, η οποία δημοσιοποιείται στην Ελλάδα από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών, η χώρα καταγράφει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παραοικονομίας στον καπνό σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εκτιμάται ότι περίπου το 25% της ελληνικής αγοράς καπνικών προϊόντων καλύπτεται από παράνομα ή νοθευμένα είδη, ποσοστό που κατατάσσει τη χώρα μεταξύ εκείνων με τις πιο εκτεταμένες παράνομες ροές. Η ένταση του φαινομένου εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα των πολιτικών αποτροπής του λαθρεμπορίου και τις θεσμικές αντοχές απέναντι στις σχετικές πρακτικές.

Η βασική διαπίστωση της έκθεσης είναι ότι η τιμή πώλησης των καπνικών προϊόντων, η οποία διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τη φορολογία, επηρεάζει άμεσα το μέγεθος της παράνομης αγοράς. Όπως αναφέρεται στη μελέτη, για κάθε ευρώ που προστίθεται στην τιμή λόγω φορολογικών επιβαρύνσεων, το ποσοστό των παράνομων πωλήσεων αυξάνεται κατά 5% έως 12%. Αυτή η συσχέτιση καταδεικνύει ότι η αύξηση των φόρων, αντί να λειτουργεί αποτρεπτικά για την κατανάλωση, ενισχύει τη ζήτηση για φθηνότερα, μη νόμιμα προϊόντα. Έτσι, τα έσοδα των κρατών από τη φορολογία δεν αυξάνονται στον βαθμό που αναμένεται, ενώ σημαντικό μέρος της κατανάλωσης διοχετεύεται σε δίκτυα του οργανωμένου εγκλήματος, που αξιοποιούν τις θεσμικές αδυναμίες και τα κενά στην εποπτεία.

Η περίπτωση της Ελλάδας δεν μπορεί να εξηγηθεί αποκλειστικά με όρους φορολογικής επιβάρυνσης ή επιπέδων τιμών. Αν και αυτοί οι παράγοντες είναι σημαντικοί, δεν είναι οι μόνοι που τροφοδοτούν τη μαύρη αγορά. Η εγγύτητα με χώρες όπου οι τιμές είναι χαμηλότερες, η δυσκολία ελέγχου των χερσαίων συνόρων, η γενικευμένη δυσπιστία απέναντι στο φορολογικό σύστημα και η περιορισμένη αποτελεσματικότητα στην επιβολή του νόμου δημιουργούν ένα περιβάλλον στο οποίο η παράνομη διακίνηση εδραιώνεται και επεκτείνεται. Η μελέτη τονίζει ότι πέρα από τους οικονομικούς παράγοντες, κρίσιμο ρόλο διαδραματίζουν και θεσμικά ή κοινωνικά χαρακτηριστικά, τα οποία περιορίζουν τη δυνατότητα του κράτους να ανακόψει τις παράνομες ροές.

Η επίδραση της τιμής ως μοχλού κατανάλωσης αποτυπώνεται ιδιαίτερα έντονα στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπου οι φορολογικοί συντελεστές στα καπνικά είναι σημαντικά υψηλότεροι. Στο περιβάλλον αυτό, η νόμιμη κατανάλωση υποχωρεί, καθώς η διαφορά τιμής σε σχέση με τα παράνομα προϊόντα διευρύνεται, ενθαρρύνοντας τους καταναλωτές να στραφούν σε μη ελεγχόμενες αγορές. Στον αντίποδα, σε χώρες με χαμηλότερη φορολογία και περιορισμένα τιμολογιακά κίνητρα για παραβίαση του νόμου, το μέγεθος της μαύρης αγοράς παραμένει μικρότερο. Το EPICENTER επισημαίνει πως ο συσχετισμός μεταξύ τιμής και παρανομίας δεν είναι γραμμικός, αλλά εντείνεται όσο αυξάνονται οι ανισότητες στην πρόσβαση στο προϊόν.

Η γεωγραφική εγγύτητα, η οποία στο παρελθόν θεωρούνταν καθοριστικός παράγοντας, φαίνεται να έχει μειωμένη επίδραση. Περιοχές που συνορεύουν με χώρες όπως η Ρωσία, η Ουκρανία ή η Λευκορωσία δεν εμφανίζουν πλέον τις ίδιες τάσεις παράνομης διακίνησης που παρατηρούνταν σε προηγούμενες δεκαετίες. Η προσοχή μετατοπίζεται στη θεσμική ανθεκτικότητα των κρατών και στη διαμόρφωση πολιτικών που δεν λειτουργούν, τελικά, εις βάρος της ίδιας της νομιμότητας. Η μελέτη επισημαίνει, επίσης, πως δεν υπάρχει σταθερή σχέση μεταξύ των επιπέδων διαφθοράς, όπως αυτά αποτυπώνονται στις αντιλήψεις των πολιτών, και του μεγέθους της μαύρης αγοράς. Σε αρκετές περιπτώσεις, χώρες που θεωρούνται θεσμικά αξιόπιστες παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό παρανομίας, γεγονός που υποδεικνύει ότι η υπερβολική φορολογία μπορεί να αποσταθεροποιήσει ακόμη και συστήματα με ανεπτυγμένους θεσμούς.

Η συνολική εικόνα που προκύπτει από τη μελέτη είναι ότι η υπερφορολόγηση, όταν εφαρμόζεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές και οικονομικές ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, ενδέχεται να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο. Αντί να περιορίζει την κατανάλωση καπνού ή να αυξάνει τα κρατικά έσοδα, οδηγεί στην ενίσχυση της παραοικονομίας, στη διαρροή εσόδων και στη διεύρυνση του πεδίου δράσης εγκληματικών οργανώσεων.

Η ανάγκη για μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση που θα συνδυάζει λογική φορολόγηση, θεσμική ενίσχυση και αποτελεσματικούς μηχανισμούς εποπτείας, αναδεικνύεται επιτακτική. Χωρίς αυτή την ισορροπία, οι καλές προθέσεις κινδυνεύουν να μετατραπούν σε επιζήμια πολιτική, με μακροπρόθεσμες συνέπειες τόσο για την οικονομία όσο και για τη νομιμότητα.

Συνδεθείτε παρακάτω
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.