Η έννοια της βιωσιμότητας έχει πάψει να αποτελεί μια αφηρημένη φιλοδοξία ή μια επικοινωνιακή αναφορά χωρίς επιχειρησιακό αντίκρισμα. Αντιθέτως, αναδεικνύεται πλέον σε στρατηγική αναγκαιότητα για τις επιχειρήσεις που επιδιώκουν μακροχρόνια ανάπτυξη, ανθεκτικότητα και ουσιαστική διαφοροποίηση σε ένα περιβάλλον μεγάλης πολυπλοκότητας.
Η ενσωμάτωση των ζητημάτων που αφορούν το περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση (ESG) στον πυρήνα της επιχειρηματικής στρατηγικής είναι ιδιαίτερα κρίσιμη στον κλάδο των ταχυκίνητων καταναλωτικών αγαθών (FMCG), όπου οι διακυμάνσεις στη ζήτηση, οι γεωπολιτικές αναταράξεις και η μεταβαλλόμενη συμπεριφορά των καταναλωτών απαιτούν ευελιξία και διορατικότητα.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η στροφή προς προϊόντα με χαρακτηριστικά βιωσιμότητας αποτυπώνεται σε μετρήσιμα μεγέθη, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της Euromonitor, 23 από τις 25 αγορές που παρακολουθούνται, καταγράφουν διψήφια αύξηση στην κατά κεφαλήν δαπάνη για βιώσιμα προϊόντα κατά την περίοδο 2020–2024. Αυτή η μεταβολή δεν αποτελεί απόρροια καταναλωτικής τάσης, αλλά αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη επανατοποθέτηση προτεραιοτήτων που διαπερνά όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, από την παραγωγή έως την τελική παρουσίαση του προϊόντος στο ράφι ή στην οθόνη του καταναλωτή.
Η αυξανόμενη πίεση από θεσμικούς μετόχους, επενδυτές και διοικητικά συμβούλια επιταχύνει τη μετάβαση αυτή. Στην ετήσια έρευνα «Voice of the Industry» της Euromonitor για το 2025, καταγράφεται σημαντική αύξηση (κατά 7,8 ποσοστιαίες μονάδες) στις επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι υφίστανται πίεση από το διοικητικό επίπεδο να ενσωματώσουν κριτήρια ESG στη στρατηγική τους. Ακόμα και σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και μεταβαλλόμενης ρυθμιστικής κατεύθυνσης, όπως αυτό που διαμορφώνεται από τη μετάβαση σε νέες πολιτικές ηγεσίες ή την εξέλιξη κανονιστικών πρωτοβουλιών, όπως η Οδηγία Omnibus της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ανάγκη για διαφάνεια, τεκμηρίωση και συνεκτική στρατηγική παραμένει κυρίαρχη.
Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται σε ενίσχυση των πολιτικών διαχείρισης κλίματος, σε περιορισμό των εκπομπών και σε πιο αυστηρές πρακτικές λογοδοσίας, όπως προωθούν πρωτοβουλίες τύπου Climate Action 100+. Οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου, όπως η Procter & Gamble και η Unilever, έχουν ήδη υιοθετήσει πιο φιλόδοξα πλάνα βιωσιμότητας, όχι μόνο για να προσαρμοστούν στο νέο θεσμικό πλαίσιο, αλλά και για να ενισχύσουν το επιχειρηματικό τους αποτύπωμα, να αυξήσουν την πίστη των καταναλωτών και να μειώσουν τους κινδύνους της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Παρότι η βιωσιμότητα οδηγεί την ανάπτυξη, με τα προϊόντα που φέρουν σχετικές ενδείξεις να ξεπερνούν σε επιδόσεις τα μη βιώσιμα σε 10 από τους 11 βασικούς τομείς κατά την περίοδο 2020–2024, πολλές επιχειρήσεις δυσκολεύονται ακόμη να βρουν την ισορροπία μεταξύ βιωσιμότητας και κερδοφορίας, ειδικά σε συνθήκες οικονομικής αστάθειας. Ωστόσο, οι προθέσεις για αύξηση λανσαρίσματος των βιώσιμων προϊόντων εντός του 2025, καταδεικνύουν την αναγνώριση της βιωσιμότητας ως επενδυτικής προτεραιότητας με στρατηγικό βάθος. Όπως επισημαίνει η Euromonitor, η ενσωμάτωσή της στην εταιρική στρατηγική μπορεί να υποστηρίξει όχι μόνο την καινοτομία και τη διαφοροποίηση, αλλά και την αποδοτικότητα, μέσω της μείωσης κόστους, της διαχείρισης αποβλήτων και της ενίσχυσης της αξίας του προϊόντος.
Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι και η επικοινωνιακή διάσταση. Παρότι οι εταιρείες κάνουν ουσιαστικά βήματα προς τη βιωσιμότητα, μόλις το 6% αξιολογείται ως ιδιαίτερα αποτελεσματικό στην επικοινωνία αυτών των πρωτοβουλιών. Η έλλειψη σαφούς, τεκμηριωμένης και ειλικρινούς αφήγησης στερεί από τις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσουν τις επενδύσεις τους σε ESG, τόσο σε επίπεδο εταιρικής εικόνας όσο και ως καταναλωτικό πλεονέκτημα.
Η βιωσιμότητα αναδεικνύεται σε μοχλό ουσιαστικής αξίας, όχι μόνο με όρους περιβαλλοντικού αποτυπώματος, αλλά και ως θεμέλιο μιας σύγχρονης επιχειρησιακής στρατηγικής. Μέσα από μια ολιστική προσέγγιση, που υπερβαίνει τις αποσπασματικές πρωτοβουλίες και διατρέχει τον σχεδιασμό προϊόντων, την επιλογή πρώτων υλών, την εφοδιαστική αλυσίδα, την κυκλικότητα και τη συσκευασία, δημιουργείται ένα σύνολο πλεονεκτημάτων, από τη μείωση κόστους και εκπομπών μέχρι την πιο εύστοχη ανταπόκριση στις προσδοκίες του σημερινού, πιο απαιτητικού καταναλωτή.
Κάθε κλάδος, βέβαια, αντιμετωπίζει τις δικές του προκλήσεις. Οι εταιρείες καλούνται να αξιολογήσουν προσεκτικά τα σημεία πίεσης που τις αφορούν περισσότερο και να σχεδιάσουν λύσεις που είναι ταυτόχρονα υλοποιήσιμες και συνεπείς με την ταυτότητά τους. Η διαφάνεια είναι απαραίτητη για την εμπέδωση εμπιστοσύνης. Στο πλαίσιο αυτό, ορισμένοι τομείς, όπως τα καλλυντικά και προϊόντα προσωπικής φροντίδας, τα σνακ και τα είδη για κατοικίδια, είναι οι τρεις ταχύτερα αναπτυσσόμενοι σε επίπεδο βιώσιμων πωλήσεων. Η εξέταση των στρατηγικών που εφαρμόζουν οι πρωτοπόροι των κλάδων αυτών μπορεί να αποτελέσει οδηγό για τις επιχειρήσεις που επιδιώκουν να ενισχύσουν το δικό τους αποτύπωμα αξίας μέσω της βιωσιμότητας.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.