Από τις ιστορικές στοές του κέντρου έως τα υπερσύγχρονα εμπορικά συγκροτήματα που υψώνονται στα προάστια, η ελληνική αγορά λιανεμπορίου ζει μια περίοδο έντονου μετασχηματισμού.
Μετά την πανδημία, που άφησε πίσω της κλειστά καταστήματα και μια ριζικά διαφορετική καταναλωτική συμπεριφορά, οι πόλεις αλλάζουν πρόσωπο. Ορισμένοι δρόμοι ξαναβρίσκουν την παλιά τους αίγλη, νέες εμπορικές πιάτσες κάνουν την εμφάνισή τους και οι μεγάλοι όμιλοι επενδύουν σε έργα που επανακαθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο συνδυάζονται αγορές, ψυχαγωγία και αστική εμπειρία. Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, η τοπική επιχειρηματικότητα καλείται να συμβαδίσει με τις πολυεθνικές και τις μεγάλες αλυσίδες, σε μια κούρσα, όπου το διακύβευμα δεν είναι μόνο το εμπορικό μερίδιο, αλλά και η ίδια η φυσιογνωμία του αστικού τοπίου.
Η πιο ηχηρή απόδειξη αυτής της στροφής έρχεται από τα μεγάλα εμπορικά κέντρα, που ενισχύουν την παρουσία τους με νέες υποδομές και αναβαθμισμένες εμπειρίες για τους επισκέπτες. Η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην αναλογία μεικτής εκμισθώσιμης επιφάνειας ανά κάτοικο, αφήνοντας σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Στην πρώτη γραμμή των επενδύσεων βρίσκεται το The Ellinikon Mall, έργο της ΤΕΡΝΑ, με προϋπολογισμό 500 εκατ. ευρώ. Όταν ολοκληρωθεί, θα είναι το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της χώρας και ένα από τα μεγαλύτερα της Νότιας Ευρώπης, διαθέτοντας 100.000 τετραγωνικά μέτρα εκμισθώσιμης επιφάνειας, περίπου 350 καταστήματα, εκτεταμένους χώρους ψυχαγωγίας και 30.000 τετραγωνικά μέτρα πρασίνου. Ήδη έχει εξασφαλιστεί το 63,5% των μισθώσεων, με ενοίκια της τάξης των 52 ευρώ ανά τετραγωνικό. Στην ίδια περιοχή, το Riviera Galleria, με επένδυση 120 εκατ. ευρώ, επιδιώκει να προσελκύσει διεθνή πολυτελή brands και εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας, αξιοποιώντας την τοποθεσία του στην παραλιακή ζώνη. Παράλληλα, η αναμόρφωση του Village Park στου Ρέντη, από την Premia και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, με επένδυση 10–15 εκατ. ευρώ, φιλοδοξεί να δημιουργήσει έναν πολυδιάστατο προορισμό αγορών και κοινωνικής συνεύρεσης.
Την ίδια στιγμή, η αναγέννηση του ιστορικού κέντρου της Αθήνας κινείται με έντονους ρυθμούς. Στην Ομόνοια, η επιστροφή του εμβληματικού Μινιόν, μέσα από την επένδυση 55 εκατ. ευρώ της Dimand, σηματοδοτεί μια νέα εποχή για την περιοχή. Το κτίριο των 18.580 τετραγωνικών μέτρων μετατρέπεται σε συγκρότημα μεικτών χρήσεων με γραφεία, καταστήματα και κατοικίες, με στόχο την προσέλκυση μόνιμων κατοίκων. Η εγκατάσταση της Zara, που καταλαμβάνει 6.000 τετραγωνικά μέτρα σε τέσσερα επίπεδα, λειτουργεί ήδη ως πόλος έλξης για καταναλωτές και επισκέπτες.
Η οδός Σταδίου, ένας από τους πιο ιστορικούς και εμβληματικούς δρόμους της Αθήνας, που για χρόνια έφερε τα σημάδια της υποβάθμισης και της εγκατάλειψης, βρίσκεται πλέον σε τροχιά εντυπωσιακής αναγέννησης. Στην καρδιά αυτής της μεταμόρφωσης δεσπόζει η Στοά του Αρσακείου Μεγάρου, ένα κτίριο-ορόσημο που ανακαινίζεται και επανασχεδιάζεται μέσα από επένδυση της Legendary Food, ύψους 15–18 εκατ. ευρώ, με συμβόλαιο ανάπτυξης και διαχείρισης διάρκειας 35 ετών. Το έργο φιλοδοξεί να μετατρέψει τη Στοά σε έναν πολυσυλλεκτικό προορισμό που θα συνδυάζει γαστρονομία, λιανεμπόριο και πολιτιστικές δράσεις, συμβάλλοντας στην επαναφορά της Σταδίου στον χάρτη των πιο ζωντανών εμπορικών σημείων της πόλης. Ήδη η εμπορική πτέρυγα έχει αρχίσει να αποκτά νέα δυναμική, με την παρουσία καταστημάτων, όπως τα The Bostonians, Lacoste και το κατάστημα της Nike, δείχνοντας τις προθέσεις για υψηλό επίπεδο λιανεμπορικής εμπειρίας. Η ολοκλήρωση του συνόλου των παρεμβάσεων αναμένεται μέσα στο 2025 και εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει έως και 500 νέες θέσεις εργασίας, ενισχύοντας την τοπική οικονομία και αποτελώντας καταλύτη για την ευρύτερη αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, σε συνδυασμό με άλλες σημαντικές παρεμβάσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη στην περιοχή.
Η έντονη παρουσία πολυεθνικών και μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων αποτυπώνεται πλέον ξεκάθαρα και σε άλλες κορυφαίες εμπορικές ζώνες της Αθήνας, όπως η Ερμού και το Κολωνάκι, όπου η αγορά έχει αποκτήσει έναν έντονα ανταγωνιστικό χαρακτήρα. Σε αυτούς τους άξονες υψηλού κύρους, διεθνή brands, όπως οι JD Sports, Pandora, Adidas και Vakko, προχωρούν σε σημαντικές επενδύσεις, δημιουργώντας καταστήματα-ναυαρχίδες που συνδυάζουν εντυπωσιακή αρχιτεκτονική, προηγμένα συστήματα προβολής προϊόντων και εμπειρίες που υπερβαίνουν την απλή αγοραστική συναλλαγή. Η στρατηγική αυτή αξιοποιεί την υψηλή επισκεψιμότητα και την εμπορική δυναμική των περιοχών, ενισχύοντας την παρουσία τους στην ελληνική αγορά. Στην Ερμού, τα μισθώματα φθάνουν έως και τα 300 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο τον μήνα, επίπεδα που δημιουργούν ισχυρές πιέσεις και σε άλλες δημοφιλείς εμπορικές ζώνες της Αθήνας.
Η συνολική εικόνα αποτυπώνει μια αγορά που βρίσκεται σε πλήρη μετάβαση, καθώς ιστορικοί δρόμοι και στοές επανακτούν την αίγλη τους, νέες εμπορικές πιάτσες αναδύονται και υπερσύγχρονα malls προσφέρουν ολοκληρωμένες εμπειρίες αγορών και ψυχαγωγίας. Το μέλλον του ελληνικού λιανεμπορίου θα κριθεί από το πώς θα συνδυαστεί η τοπική φυσιογνωμία με διεθνείς πρακτικές, σε ένα περιβάλλον όπου η εμπειρία του καταναλωτή αναδεικνύεται στον απόλυτο καθοριστικό παράγοντα.
ή αποκτήστε ετήσια συνδρομή εδώ.